Αισιόδοξος για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας δήλωσε στο Κρήτη TV, ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδας, Γιάννης Στουρνάρας, υπογραμμίζοντας πως «οι κεντρικές τράπεζες και οι δημοσιονομικές Αρχές πολλών χωρών του κόσμου έδρασαν σωστά κατά τη διάρκεια αυτής της πολύ μεγάλης κρίσης. Έτσι μπορούμε σήμερα να ατενίσουμε το μέλλον με πολύ μεγαλύτερη αισιοδοξία από ό,τι τότε, δηλαδή το 2008, το 2009 και το 2010. Η αρχιτεκτονική ωστόσο της Ευρώπης παραμένει ακόμα ατελής. Πρέπει οπωσδήποτε να προχωρήσουμε στην πλήρη τραπεζική ένωση με μια πανευρωπαϊκή εγγύηση καταθέσεων, με ένα δημοσιονομικό εργαλείο στο κέντρο της Ευρωζώνης. Και αυτά είναι βήματα που πρέπει να γίνουν».
Ο κ. Στουρνάρας ανέφερε για τα «κόκκινα» δάνεια: «Δε μηδενίζονται από τη μια μέρα στην άλλη. Εγώ θα έλεγα να γίνουν παράλληλα δύο πράγματα: μείωση των “κόκκινων” δανείων στον ευρωπαϊκό Νότο, αλλά να συναινέσουν και οι χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά, σε μια προώθηση της εγγύησης καταθέσεων. Τέτοιου είδους πολιτικές θέλουμε. Δεν πρέπει να ξεφεύγουμε από λογικές δημοσιονομικές πολιτικές και εννοώ να μην είναι λογικές τέτοιες που να οδηγούν σε απόκλιση του δημόσιου χρέους και σε αύξησή του, αλλά σε μείωσή του. Σε μια χώρα που έχει 180% δημόσιο χρέος δεν μπορείς να κάνεις πολιτικές που θα το ανεβάσουν, αλλά θα το μειώσουν. Από εκεί και πέρα, εκτός από το τι πρέπει να κάνουν οι χώρες-μέλη, πρέπει και στο κέντρο της Ευρωζώνης να προωθηθούν τέτοιες πολιτικές».
Στο ενδεχόμενο «κουρέματος» καταθέσεων, είπε ότι «δεν υπάρχει αυτό το πράγμα. Εδώ δεν έγινε στο βάθος της κρίσης. Καταλαβαίνετε πως δεν μπορεί και δεν υπάρχει ανάγκη να γίνει τώρα», είπε, τονίζοντας παράλληλα, όμως, πως «θα πρέπει να γίνουν ενέργειες και από τις τράπεζες - και από την Κεντρική Τράπεζα της Ελλάδος, και από την κυβέρνηση - να απαλλαγούν από το βάρος των “κόκκινων” δανείων».
Παράλληλα, σημείωσε πως «έχουμε προωθήσει μια συστημική λύση, διότι ναι μεν οι τράπεζες με τις προσπάθειες που κάνουν θα τα μειώσουν, αλλά, εάν θέλουμε πραγματικά να απαλλαγούμε από αυτά μέσα στα επόμενα δύο χρόνια, χρειάζεται μια συστημική λύση, δηλαδή μια “bad bank”, μια “κακή τράπεζα” όπως θα λέγαμε, ένα μέσο δηλαδή στο οποίο θα μεταφερθούν τα “κόκκινα” δάνεια, χωρίς αυτό να δημιουργεί ηθικούς κινδύνους».
Σήμερα, πάντως, οι τράπεζες τόσο οι ελληνικές, όσο και οι ευρωπαϊκές έχουν γίνει πιο προσεκτικές, διότι κρίνονται και έχουν διαδικασίες πιο αυστηρές, όπως σημείωσε ο κ. Στουρνάρας, προσθέτοντας, όμως, ταυτόχρονα ότι, «τώρα που βλέπουμε τους όρους δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου να βελτιώνονται, να αναμένετε και βελτίωση των όρων δανεισμού και των τραπεζών, όπως είπε, υπογραμμίζοντας μάλιστα πως «αυτή τη στιγμή μπορεί να έχουμε λιγότερες τράπεζες αλλά είναι πιο ισχυρές και το μέλλον είναι δικό τους».
Για το υψηλό φορολογικό σύστημα της Ελλάδας, και στους τρόπους μείωσης της φορολογίας, δήλωσε πως θα επιτευχθεί από ένα αναγκαίο μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής πιο φιλικό στην ανάπτυξη.
«Στην Ελλάδα η κρίση δεν οφειλόταν στον τραπεζικό τομέα. Οφειλόταν στον δημόσιο τομέα. Οι τράπεζες πλήρωσαν την κρίση. Ωστόσο κάναμε το σωστό. Και το καλό είναι πως, ακόμα και εκείνοι που παλιά φώναζαν, έλαβαν μέτρα και είχαν και αυτοί μια θετική συμβολή», επεσήμανε.
Όσον αφορά το ΔΝΤ και τους χειρισμούς των ελληνικών κυβερνήσεων, ο κεντρικός Τραπεζίτης ανέφερε: «Ουδείς είναι αλάνθαστος. Όλοι κάνουμε λάθη. Και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έκανε λάθη. Η συμβολή του βεβαίως και ήταν καθοριστική, και με την τεχνογνωσία του και με τη συμβολή του, διότι οι ευρωπαϊκές χώρες ήθελαν το ΔΝΤ τότε να είναι μέρος της λύσης του προβλήματος. Τώρα αν έκανε κάτι λάθος είναι σε ό,τι αφορά την υπερβολική εμμονή σε πολιτικές λιτότητας, θεωρώ εγώ», δήλωσε ο. Στουρνάρας, προσθέτοντας ότι, «όπως υπήρχε λαϊκισμός στην Ελλάδα, έτσι υπήρχε και στη Γερμανία. Θυμίζω τα δημοσιεύματα που έγιναν και από τις δύο πλευρές. Αισθάνθηκα μάλιστα πως ορισμένες ακραίες φωνές στο κέντρο της Ευρώπης ίσως να ήθελαν την τιμωρία της Ελλάδας».
Κλείνοντας, ο κ. Στουρνάρας τόνισε πως δεν έχει απολύτως καμία πολιτική φιλοδοξία, πάντως, τα δύσκολα έχουν περάσει για την ελληνική οικονομία, ωστόσο θα πρέπει να μην επαναληφθούν τα λάθη του παρελθόντος, για να μειωθεί το δημόσιο χρέος, να στηριχτούν οι τράπεζες για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και να μειωθεί η ανεργία, ενώ θα πρέπει να ολοκληρωθεί η οικονομική ενοποίηση της Ε.Ε., έτσι ώστε το ευρώ να λάβει τη θέση που του αξίζει στο διεθνές οικονομικό στερέωμα.