Σε συνθήκες πρωτοφανούς επενδυτικής ευφορίας για τα… περιφρονημένα, στη διάρκεια της κρίσης, ομόλογα της περιφέρειας της ευρωζώνης ετοιμάζει η κυβέρνηση την πρώτη «πραγματική» έκδοση ελληνικών ομολόγων από το 2014 -η έξοδος του 2017 έγινε με swap παλαιών τίτλων.
Τα επενδυτικά funds «ανακαλύπτουν» ότι υπάρχει πλέον σοβαρή αναντιστοιχία ρίσκου-απόδοσης στα ομόλογα της περιφέρειας, δηλαδή ότι οι αποδόσεις που προσφέρονται είναι αδικαιολόγητα υψηλές, δεδομένου ότι η ευρωζώνη έχει επανέλθει σε ισχυρούς ρυθμούς ανάκαμψης, οι «κραδασμοί» της κρίσης έχουν περιορισθεί αισθητά και οι κίνδυνοι νέων διασώσεων ή, πολύ περισσότερο, εξόδου χωρών από το ευρώ έχουν πρακτικά εκμηδενισθεί.
Είναι ενδεικτικό της «δίψας» των funds για αποδόσεις, σε μια περίοδο αρνητικών επιτοκίων, ότι η Ισπανία, παρότι εξακολουθεί να ταλανίζεται από την κρίση με την Καταλωνία, ολοκλήρωσε με μεγάλη άνεση μια τεράστια έκδοση ομολόγων, ύψους 45 δισ. ευρώ, με το spread ισπανικών-γερμανικών ομολόγων στη δεκαετία να υποχωρεί στις 79 μονάδες βάσης, που είναι το χαμηλότερο επίπεδο από το 2010.
Τα funds αναμένεται να δώσουν δυναμικά το «παρών» και στην προσεχή έκδοση 7ετών τίτλων, που, με βάση τις τρέχουσες αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων στη δευτερογενή αγορά, αναμένεται να τιμολογηθεί πολύ ευνοϊκότερα από όσο περίμεναν και οι πλέον αισιόδοξοι μέχρι πριν από λίγο καιρό. Το κουπόνι του ομολόγου αναμένεται να είναι χαμηλότερο από 3%, ενώ η απόδοση διάθεσης εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί πολύ χαμηλότερα από 3,5%.
Ενδεικτικό των τάσεων που δημιουργούνται στη δευτερογενή αγορά είναι ότι η απόδοση των διετών ομολόγων, που θεωρούνται πλέον πολύ ασφαλέστερα, μετά τη θετική έκβαση του Eurogroup και την προηγηθείσα αναβάθμιση από την S&P, έπεσε χθες σε επίπεδα ιστορικού ρεκόρ, κάτω από το 1,3%.
Ακόμη και σε αυτό το επίπεδο, όμως, οι διετείς τίτλοι του Ελληνικού Δημοσίου αποτελούν… κελεπούρι για τους ξένους επενδυτές, καθώς η απόδοση του γερμανικού αντίστοιχου τίτλου στη δευτερογενή αγορά είναι βαθιά αρνητική, στο -0,6%, δηλαδή το spread εξακολουθεί να βρίσκεται κοντά στο 2%.