Την επιμήκυνση του χρόνου παραγραφής των εκκρεμών φορολογικών υποθέσεων μέχρι και 15 χρόνια πίσω εκτείνει η ΑΑΔΕ, εκμεταλλευόμενη ένα κενό της νομοθεσίας με στόχο να παρακάμψει τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, με τις οποίες ο χρόνος παραγραφής περιορίστηκε αυστηρά στην πενταετία.
Πρόκειται για ένα τρόπο «άμυνας» της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, απέναντι στις διαδοχικές αποφάσεις του ΣτΕ, που περιόρισαν το ελεγκτικό έργο.
Ειδικότερα με τις αποφάσεις των ανωτάτων δικαστηρίων:
• Περιορίστηκε στην πενταετία ο χρόνος που έχουν στη διάθεσή τους οι ελεγκτικές υπηρεσίες της ΑΑΔΕ, για να ελέγξουν τις εκκρεμείς υποθέσεις.
• Οι ελεγκτές δεν μπορούν να πραγματοποιήσουν ελέγχους, για διάστημα άνω των πέντε ετών προς τα πίσω, ακόμη και εάν υπάρχει διαπιστωμένη φοροδιαφυγή, μέσα από την κίνηση των τραπεζικών λογαριασμών σε ελληνικές τράπεζες, του εμπλεκόμενου.
• Δεν μπορεί να γίνει έλεγχος πέραν της πενταετίας, εάν η αφορμή για τον έλεγχο είναι η υποβολή ανώνυμης καταγγελίας, ακόμη και αν αποδεικνύεται αληθής και υπάρχει φοροδιαφυγή. Με την απόφαση αυτή γλίτωσαν τον έλεγχο 34 δικηγόροι της Αθήνας, τους οποίους «κάρφωσε» κάποιος ανώνυμα στο ΣΔΟΕ. Οι εφοριακοί ελεγκτές βρήκαν πράγματι δυσαναλογία δηλωθέντων εισοδημάτων και καταθέσεων, αλλά «έχασαν» την υπόθεση στα δικαστήρια.
• Η ΑΑΔΕ, το ΣΔΟΕ κ.λπ. ελεγκτικές αρχές, δεν έχουν την δυνατότητα να επιβάλουν πρόστιμα, ούτε ακόμα και για την έκδοση εικονικών τιμολογίων, που είναι μια σοβαρή φορολογική παράβαση, εάν έχει παρέλθει ο χρόνος εντός του οποίου οι φορολογικές αρχές μπορούν να ασκήσουν φορολογικό έλεγχο, δηλαδή μετά την πενταετία.
• Οι φορολογικές αρχές οφείλουν να αποδεσμεύσουν τραπεζικούς λογαριασμούς, θυρίδες και το μπλοκάρισμα της μεταβίβασης των περιουσιακών στοιχείων, όσων είχαν εντοπιστεί για σοβαρές υποθέσεις φοροδιαφυγής.
Η «αντεπίθεση» της ΑΑΔΕ
Στο πλαίσιο των δεσμευτικών αυτών αποφάσεων, που προκάλεσαν δυσφορία στην ΑΑΔΕ και στο υπουργείο Οικονομικών, αναζητήθηκε διέξοδος, ώστε να μην πάψουν οι έλεγχοι σε «καραμπινάτες» υποθέσεις φοροδιαφυγής του παρελθόντος. Χρησιμοποίησε στο πλαίσιο αυτό, την Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ).
Ειδικότερα στη ΔΕΔ, άσκησε ενδικοφανή προσφυγή μία εταιρεία (Α.Ε.), προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι η υπόθεση παραγράφηκε περί παραγραφής, ώστε να ακυρωθούν πρόστιμα που της επιβλήθηκαν για τις χρήσεις 2001, 2002, 2003 και 2004.Όλες οι συγκεκριμένες υποθέσεις ήταν πέραν της πενταετίας, οπότε με βάση τις αποφάσεις του ΣτΕ η εταιρεία θεωρούσε ότι έπρεπε να ακυρωθούν τα πρόστιμα.
Όμως η ΔΕΔ «πάτησε» στο γεγονός ότι η συγκεκριμένη Α.Ε. για τα συγκεκριμένα έτη είχε υποβάλει εκπρόθεσμες δηλώσεις.
Η νομοθεσία αναφέρει ότι ο χρόνος της παραγραφής επεκτείνεται από 5 σε 15 χρόνια στην περίπτωση, που δεν έχουν υποβληθεί δηλώσεις. Δεν αναφέρει όμως τίποτα αν υποβληθούν εκπρόθεσμες δηλώσεις.
Στο πλαίσιο αυτό η ΔΕΔ απέρριψε την προσφυγή της εταιρείας και επικύρωσε κανονικά τα πρόστιμα.
Στην απάντησή της προς την εταιρεία αναφέρει μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:
«…5.Όπως προκύπτει από το σχετικό έγγραφό σας, ανώνυμη εταιρεία υπέβαλε δήλωση φορολογίας εισοδήματος για τη διαχειριστική περίοδο 2000 (οικονομικό έτος 2001) εκπρόθεσμα στις 20 Ιουλίου 2001, ενώ για τα οικονομικά έτη 2002, 2003 και 2004 υπέβαλε δηλώσεις στις 30 Αυγούστου 2004 με το ν. 3259/2004. Ενόψει των ανωτέρω, τίθεται το ερώτημα πότε παραγράφεται το δικαίωμα του δημοσίου για την επιβολή φόρου εισοδήματος και την κοινοποίηση φύλλων ελέγχου.
6.Μετά από όλα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω προκύπτει ότι, εφόσον η εν λόγω ανώνυμη εταιρεία υπέβαλε εκπρόθεσμες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος για τα οικονομικά έτη 2001, 2002, 2003 και 2004, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 84 του ΚΦΕ περί δεκαπενταετούς παραγραφής σε περίπτωση μη υποβολής δήλωσης, η οποία αρχίζει από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής κάθε δήλωσης, χωρίς να επηρεάζει η μεταγενέστερη υποβολή της εκπρόθεσμα, ή τυχόν υποβολή με το άρθρο 18 του ν. 3259/2004.»
Είναι σαφές ότι θα ανοίξει νέος κύκλος προσφυγών στα ανώτατα δικαστήρια, για να αποκριθούν επί των συγκεκριμένων υποθέσεων.
Ωστόσο, επίσης σαφές είναι, ότι η ΑΑΔΕ, θα χρησιμοποιήσει κάθε «παραθυράκι» της νομοθεσίας ώστε να αποτρέψει την παραγραφή παλαιών φορολογικών υποθέσεων.