Αποτελεί κοινό μυστικό ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία προκαλεί ισχυρά πλήγμα στην οικονομία της Ευρωζώνης, ακόμη και στην κραταιά Γερμανία. Η ζημία, ωστόσο, φαίνεται ότι θα είναι πολύ μεγαλύτερη απ’ ότι είχε αρχικά υπολογίσει το Βερολίνο για το 2022, γεγονός που αναμφίβολα αποτελεί κακό οιωνό και για τις υπόλοιπες και πιο αδύναμες οικονομικά ευρωπαϊκές χώρες.
Ειδικότερα, οι πέντε «Σοφοί» του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων, αναθεωρούν την πρόβλεψή τους για την ανάπτυξη της γερμανικής οικονομίας κατά το τρέχον έτος, στο 1,8% από 4,6%. Βασική αιτία της δυσμενούς εικόνας είναι ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι συνέπειές του στον εφοδιασμό και στις τιμές της ενέργειας.
Σύμφωνα με τους διακεκριμένους οικονομολόγους οι οποίοι συμβουλεύουν τη γερμανική κυβέρνηση, οι επιχειρήσεις επιβαρύνονται σημαντικά από τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα και από την εκτίναξη των τιμών της ενέργειας, τα οποία δημιουργούν, αναπόφευκτα, κλίμα αβεβαιότητας και στους καταναλωτές. Λόγω των υψηλών τιμών ενέργειας, ο πληθωρισμός, εκτιμούν οι «Σοφοί», είναι πιθανό να φθάσει κατά το τρέχον έτος το 6,1% και να περιοριστεί στο 3,4% το 2023. Για το επόμενο έτος, εφόσον δεν υπάρξει σοβαρή ανατροπή, η ανάπτυξη εκτιμάται ότι θα κυμανθεί στο 3,6%.
«Η Γερμανία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον ρωσικό ενεργειακό εφοδιασμό. Ενδεχόμενη διακοπή του ενέχει τον κίνδυνο η γερμανική οικονομία να διολισθήσει σε ακόμη βαθύτερη ύφεση και ο πληθωρισμός να αυξηθεί πάνω από το 6,1%», αναφέρει η οικονομολόγος - μέλος του Συμβουλίου των Εμπειρογνωμόνων Μόνικα Σνίτσερ και τονίζει την ανάγκη η χώρα να λάβει άμεσα όλα τα μέτρα προκειμένου να προετοιμαστεί για ενδεχόμενο «πάγωμα» του ρωσικού ενεργειακού εφοδιασμού και να τερματίσει το συντομότερο δυνατό την ενεργειακή εξάρτησή της από τη Ρωσία.