Πολιτική

Σημαντικό το οικονομικό κόστος του διαβητικού ποδιού


Σε μείζονα «απειλή» για τη σωματική ακεραιότητα, αλλά και τη γενική υγεία, του σύγχρονου ανθρώπου αναδεικνύεται στις μέρες μας μια από τις συχνότερες και σοβαρότερες επιπλοκές του σακχαρώδη διαβήτη: το διαβητικό πόδι. Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι καθώς, σήμερα πραγματοποιείται σε παγκόσμιο επίπεδο ένας ακρωτηριασμός κάτω άκρου κάθε 20 δευτερόλεπτα.   

Την ίδια στιγμή, όπως προκύπτει από τα διαθέσιμα επιστημονικά δεδομένα των Η.Π.Α., η συνολική θνησιμότητα από τις παθήσεις του διαβητικού ποδιού μπορεί να ανέλθει σε πολύ υψηλά επίπεδα, φτάνοντας ακόμα και το 45% μέσα στην πενταετία. Το ποσοστό αυτό είναι μεγαλύτερο από εκείνο του καρκίνου του προστάτη, του μαστού και του λεμφώματος Non Hodgkin, καθώς και παρόμοιο με εκείνο του καρκίνου του παχέος εντέρου.    

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Διεθνούς Ομοσπονδίας Διαβήτη (International Diabetes Federation – I.D.F.), το 70% των ακρωτηριασμών που διενεργούνται σε όλο τον κόσμο αφορά διαβητικούς ασθενείς, οι οποίοι διατρέχουν 23 - 25 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να χάσουν το ένα ή και τα δύο πόδια τους σε σύγκριση με τους άλλους. Επιπλέον, περισσότερα από 1.000.000 άτομα με σακχαρώδη διαβήτη αναγκάζονται να υποβληθούν σε ακρωτηριασμό ενός άκρου τους σε ετήσια βάση.

Οι κύριοι παράγοντες που οδηγούν στον ακρωτηριασμό είναι τα έλκη των κάτω άκρων. Τόσο τα έλκη, όσο και οι ακρωτηριασμοί έχουν τεράστιο αντίκτυπο στη ζωή των πασχόντων, οδηγώντας τους συχνά σε περιορισμένη αυτονομία κινήσεων, κοινωνική απομόνωση και ψυχολογικό στρες. Υπολογίζεται ότι το 25% των ατόμων με διαβήτη θα εμφανίσει έλκος στα κάτω άκρα  έστω και μία φορά κατά τη διάρκεια της ζωής τους. 

Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, το 4-5% των διαβητικών ασθενών εμφανίζουν έλκη στα πόδια, γεγονός που σημαίνει ότι 40.000 - 50.000 άτομα με διαβήτη διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο ακρωτηριασμού. Στην Ελλάδα πραγματοποιούνται περίπου 2.000 - 3.000 ακρωτηριασμοί κάτω άκρων σε ετήσια βάση. 

Εκτός από το τεράστιο κοινωνικό κόστος, στα προβλήματα του διαβητικού ποδιού έρχεται να προστεθεί και το υπέρογκο οικονομικό κόστος. Σύμφωνα με τους ειδικούς, μάλιστα, το κόστος αυτό μπορεί να γίνει δυσβάστακτο για κάθε σύστημα υγείας, καθώς αναπαράγεται συνεχώς από τη μακροχρόνια παραμονή του ασθενούς στο νοσοκομείο, τα έξοδα αποκατάστασης και την αυξημένη ανάγκη οικιακής φροντίδας και κοινωνικών υπηρεσιών. 

Ωστόσο, με την εφαρμογή μιας πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας που θα περιλαμβάνει στρατηγικές επαρκούς πρόληψης και στη δευτεροβάθμια ή τριτοβάθμια περίθαλψη, τη θεραπευτική αντιμετώπιση των ελκών από πολλές ιατρικές ειδικότητες (εξειδικευμένα Ιατρεία Διαβητικού Ποδιού), την αποτελεσματική οργάνωση, τη συνεχή παρακολούθηση και την ειδική εκπαίδευση των πασχόντων, μπορεί να αποφευχθεί έως και το 85% των ακρωτηριασμών.  

Εάν «μαυρίσει» ή αλλάξει το χρώμα του ποδιού προς το σκούρο, υπάρχει συνήθως βλάβη των αγγείων, δηλαδή απόφραξη των αρτηριών που φέρνουν το αίμα στα κάτω άκρα. Αυτή η επιπλοκή ονομάζεται περιφερική αρτηριοπάθεια. Το άκρο που δεν αιματώνεται νεκρώνεται, ολόκληρο ή κάποια δάκτυλα. 

Ενίοτε η άμεση παρέμβαση που θα ανοίξει την απόφραξη και θα αποκαταστήσει την κυκλοφορία του αίματος σώζει το πόδι. Σε αντίθετη περίπτωση (καθυστερημένη ενημέρωση του ιατρού), αυξάνεται κατά πολύ ο κίνδυνος διενέργειας ακρωτηριασμού. Στη χώρα μας το ποσοστό των διαβητικών ασθενών που εμφανίζουν αρτηριοπάθεια είναι περίπου 15%, δηλαδή 100.000 – 150.000 άτομα. 

Από την άλλη πλευρά, τη «ζυγαριά» των επιπτώσεων του διαβητικού ποδιού βαραίνει και το τεράστιο οικονομικό κόστος. Είναι χαρακτηριστικό ότι στις Η.Π.Α. το ετήσιο άμεσο κόστος των παθήσεων που περιλαμβάνει ο όρος «Διαβητικό Πόδι» (έλκος, γάγγραινα, ακρωτηριασμοί κάτω άκρων) ανέρχεται, πλέον, σε 17 δισ. δολάρια, υπερβαίνοντας ακόμα και εκείνο των πέντε πιο συνηθισμένων μορφών καρκίνου (μαστού 16,5 δισ., παχέος εντέρου 14,14 δισ., πνεύμονα 12,12 δισ., προστάτη 11,85 δισ. και λευχαιμίας 5,44 δισ.). Αντίστοιχα υπέρογκες είναι και οι δαπάνες των επιπλοκών του διαβητικού ποδιού στο Ηνωμένο Βασίλειο (UK), οι οποίες, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στατιστικά δεδομένα, κατά το έτος 2010 – 2011 ανήλθαν συνολικά σε 662 εκατομμύρια στερλίνες. 

Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, υπολογίζεται ότι το άμεσο ετήσιο κόστος ανά ασθενή με διαβητικό πόδι είναι περίπου 6.143 Ευρώ, χωρίς να υπολογίζεται το έμμεσο, δηλαδή η ανικανότητα για εργασία, η επιβάρυνση του κοινωνικού συνόλου κτλ, ενώ το κόστος θεραπείας του απλού διαβητικού ασθενούς είναι 5 φορές μικρότερο, δηλαδή 1.299 Ευρώ. Το συνολικό ετήσιο κόστος από τα έλκη στη χώρα μας ανέρχεται στα 300 εκατομμύρια Ευρώ.  

Ταυτόχρονα, ο ακρωτηριασμός ενός κάτω άκρου (από το γόνατο και κάτω) στοιχίζει περίπου 30.000 - 60.000 Ευρώ, τη στιγμή που κάθε χρόνο πραγματοποιούνται σε Ελληνικό έδαφος περίπου 2.000 – 3.000 ακρωτηριασμοί. Οι συνολικές ετήσιες δαπάνες του διαβητικού ποδιού χωρίς ακρωτηριασμό ανέρχονται σε 200-250 εκατομμύρια Ευρώ, ενώ, σύμφωνα με νέα στοιχεία που προέρχονται από το Ηνωμένο Βασίλειο, τα συστήματα υγείας που δεν επενδύουν στην πρόληψη των επιπλοκών του διαβήτη θεωρείται, πλέον, ότι ξοδεύουν άσκοπα χρήματα.  

Για τους λόγους αυτούς, τεράστια σημασία έχει η σωστή πρόληψη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Μ. Βρετανία, σε διάφορες περιοχές της οποίας έχει καταγραφεί σημαντική μείωση των ακρωτηριασμών με την εφαρμογή ειδικών προγραμμάτων πρόληψης, δηλαδή εντοπισμού των ατόμων που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο για δημιουργία ελκών (Nottingham 3.3 ακρωτηριασμοί ανά 1000 διαβητικούς ανά έτος, αλλού 5.1 ακρωτηριασμοί ανά 1000 διαβητικούς ανά έτος). 

Παράλληλα, σύμφωνα με τα δεδομένα της Ομάδας Διαβητικού Ποδιού του Νοσοκομείου Middlesbrough, είναι ενδεικτικό ότι τη στιγμή που η λειτουργία της στοιχίζει στους Βρετανούς φορολογούμενους 33.000 λίρες το χρόνο, το ετήσιο όφελος που προκύπτει από τη μείωση των ακρωτηριασμών που επιτυγχάνει το προληπτικό της πρόγραμμα αγγίζει τις 249.000 λίρες. Συνολικά, από την εκπόνηση τέτοιων προγραμμάτων, το ετήσιο οικονομικό όφελος θα ανερχόταν σε 230.000.000 Ευρώ.