Πολιτική

Σημαντική βράβευση για τον καθηγητή Μουτσόπουλο, από την Κυπριακή Εταιρεία Παθολογίας


Τον έλληνα καθηγητή κ. Χαράλαμπο Μουτσόπουλο, βράβευσε η Κυπριακή Εταιρεία Εσωτερικής Παθολογίας κατά τη διάρκεια του 3ου Παγκύπριου Συνεδρίου της  που διεξήχθη με μεγάλη επιτυχία στο ξενοδοχείο Hilton Park της Λευκωσίας, υπό της αιγίδα του Παγκύπριου Ιατρικού Συλλόγου και υπό την οργάνωση της medevents & publishing .

Την βράβευση του καθηγητή έκανε ο πρώην μαθητής του και πρόεδρος της Κυπριακής Εταιρείας Εσωτερικής Παθολογίας, Δρ. Ανδρέας Ιωάννου μέσα σε μια ιδιαίτερα συγκινητική ατμόσφαιρα.

Ο ίδιος ο καθηγητής, μιλώντας μετά τη βράβευσή του στους παρευρισκόμενους  σημείωσε, ότι είναι μεγάλη τιμή για ένα δάσκαλο να αναγνωρίζουν το έργο του οι μαθητές του, ενώ και ο Δρ. Ιωάννου τόνισε τη χαρά του καθώς και άλλων εκ των παρευρισκομένων , για το γεγονός ότι συμπαραστάτη τους σε αυτό το Συνέδριο, είχαν τον άνθρωπο που τους δίδαξε ότι προτεραιότητα δεν έχει η επιστήμη τους από μόνη της, αλλά ο άνθρωπος και εκεί πρέπει να εστιάζουν αν θέλουν πραγματικά να προσφέρουν στο κοινωνικό σύνολο. 

Ένα μικρό βιογραφικό του καθηγητή Μουτσόπουλου 

Ο καθηγητής Χαράλαμπος Μ. Μουτσόπουλος, αριστούχος, πτυχιούχος (1968) και διδάκτορας της  Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, ειδικεύτηκε στην Παθολογία (1972-1974, Πανεπιστήμιο Georgetown, Washington DC, ΗΠΑ) και στην Ρευματολογία/Ανοσολογία (1974-1976,  Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, San Francisco).  Εργάστηκε ως ερευνητής στα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας (NIH, Bethesda, Maryland, ΗΠΑ, 1976-1980) και δίδαξε ως κλινικός αναπληρωτής καθηγητής Ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Georgetown (1977).  Είναι εταίρος του Αμερικανικού Κολλεγίου Παθολόγων και του Αμερικανικού Κολλεγίου Ρευματολογίας. 

Από το 1980, υπηρέτησε ως Καθηγητής - Διευθυντής Παθολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων μέχρι το 1993 και από τότε μέχρι σήμερα  ως καθηγητής της Κλινικής και του Εργαστηρίου Παθολογικής Φυσιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Διετέλεσε ειδικός κλινικός σύμβουλος στο NIH (1980-1985), και επισκέπτης καθηγητής Ανοσολογίας στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Βρέστης στην Γαλλία (1989-1990). 

Πέρα από τα καθήκοντά του ως κλινικός ιατρός, ο καθηγητής Μουτσόπουλος συμμετείχε και συμμετέχει ενεργά στην πρωτοπορία της κλινικής και βασικής έρευνας στην ανοσολογία και  παθολογία.

Στα πρώτα χρόνια της ερευνητικής του σταδιοδρομίας, χρησιμοποίησε ζωικά πρότυπα και μελέτησε λεπτομερώς τις αυτοάνοσες συστηματικές ρευματικές παθήσεις. Κατέδειξε  ότι το ανοσολογικό σύστημα των ζωικών προτύπων με αυτοάνοση νόσο υπερλειτουργεί και δεν δυσλειτουργεί και τον σημαντικό ρόλο των Β-λεμφοκυττάρων στην παθογένεσή τους.  Η απομάκρυνση των ενεργοποιημένων Β-λεμφοκυττάρων συνέβαλε στη θεραπεία αυτών των διαταραχών, θεραπευτική παρέμβαση που σήμερα έχει αποδειχθεί πολύτιμη για την αντιμετώπιση των ανθρωπίνων συστηματικών αυτοανόσων νοσημάτων. 

Στη συνέχεια ο καθηγητής Μουτσόπουλος έδειξε ότι στο σύνδρομο Sjögren, το οποίο κατά περίπτωση μπορεί να εξελιχθεί σε λέμφωμα, συνυπάρχει μονοκλωνική και πολυκλωνική ενεργοποίηση των Β-λεμφοκυττάρων σε ασθενείς οι οποίοι θα αναπτύξουν νεοπλασία. Η ερευνητική του ομάδα, πρώτη, ανακάλυψε ότι η ιντερφερόνη-α, ένας αντιιικός παράγοντας, κυκλοφορεί στο αίμα ασθενών με ενεργό συστηματικό ερυθηματώδη λύκο. Στην βάση αυτού του ευρήματος διαμορφώθηκε η υπόθεση μίας ιογενούς αιτιολογίας για τις αυτοάνοσες συστηματικές ρευματικές παθήσεις. Το σηματοδοτικό μονοπάτι της ιντερφερόνης είναι πλέον αντικείμενο έντονης έρευνας σε παγκόσμιο επίπεδο.  Επιπλέον, ο καθηγητής Μουτσόπουλος μέσα από την κλινική του έρευνα, έδειξε ότι οι ασθενείς που υποβλήθηκαν σε αλλογενή μεταμόσχευση μυελού των οστών και πάσχουν από την νόσο μοσχεύματος κατά ξενιστή αναπτύσουν αυτοάνοσες παθήσεις όπως το σκληρόδερμα, το σύνδρομο Sjögren και η πρωτοπαθής χολική κίρρωση.

Επιπρόσθετα, ανέδειξε τις κλινικές, ορολογικές και γενετικές διαφορές μεταξύ των ασθενών που πάσχουν μόνο από το σύνδρομο Sjögren σε αντιδιαστολή με ασθενείς όπου το σύνδρομο Sjögren συνδυάζεται και με ρευματοειδή αρθρίτιδα.  Επινόησε τους όρους πρωτοπαθές σύνδρομο Sjögren για την πρώτη ομάδα ασθενών και δευτεροπαθές σύνδρομο Sjögren για την δεύτερη ομάδα. 

Τα επόμενα τριάντα χρόνια ο καθηγητής Μουτσόπουλος επικέντρωσε το ερευνητικό του έργο στις κλινικές εκδηλώσεις του συνδρόμου Sjögren, του συστηματικού ερυθηματώδους λύκου, του αντιφωσφολιπιδικού συνδρόμου, και της αγγειίτιδας στα διάφορα όργανα και συστήματα.  Μελέτησε λεπτομερώς τις κλινικές, ορολογικές και ανοσογενετικές ομοιότητες και διαφορές μεταξύ των ασθενών με πρωτοπαθές σύνδρομο Sjögren και του (δευτεροπαθούς) συνδρόμου Sjögren που συνοδεύεται και από άλλες αυτοάνοσες διαταραχές.  Επίσης μελέτησε το φαινόμενο της υψηλής συχνότητας ανάπτυξης λεμφώματος και την κλινική και ιστολογική εικόνα του λεμφώματος Β-λεμφοκυττάρων σε αυτούς τους ασθενείς.  Από την αξιολόγηση μεγάλου αριθμού ασθενών με πρωτογενές σύνδρομο Sjögren, καταδείχτηκε ότι ως η διόγκωση των παρωτίδων, η ψηλαφητή πορφύρα, η λευκοπενία, το χαμηλό συστατικό C4 του συμπληρώματος και η κρυοσφαιριναιμία, που τεκμηριώνεται από την πρώτη κιόλας επίσκεψη των ασθενών, αποτελεί ισχυρό παράγοντα κινδύνου για την ανάπτυξη λεμφώματος.  Ο προσδιορισμός αυτών των παραγόντων παρέχει στους κλινικούς ιατρούς την δυνατότητα έγκαιρης θεραπευτικής παρέμβασης με αποτέλεσμα την βελτίωση της ποιότητας ζωής και του προσδόκιμου επιβίωσης.  Τέλος, ο καθηγητής Μουτσόπουλος περιέγραψε αναλυτικά και για πρώτη φορά, τις κλινικές, ορολογικές και ιστοπαθολογικές εκδηλώσεις του λεμφώματος σε ασθενείς με το σύνδρομο Sjögren και έδειξε ότι ο συνδυασμός χημειοθεραπείας με θεραπεία μείωσης του πληθυσμού των Β λεμφοκυττάρων είναι σωτήρια για την συγκεκριμένη διαταραχή. 

Στο εργαστήριο, χρησιμοποιώντας βιολογικό υλικό (ορούς και ιστούς) από ασθενείς με πρωτοπαθές σύνδρομο Sjögren, διαφώτισε τους παθογενετικούς μηχανισμούς της νόσου και ανακάλυψε μείζονες στόχους που οδηγούν σε νέους θεραπευτικούς δρόμους. Αξιολογώντας τις ανοσοπαθολογικές βλάβες αυτών των ασθενών, πέτυχε να αποσαφηνίσει τον ρόλο των επιθηλιακών κυττάρων τα οποία δέχονται επίθεση από αυτοδραστικά λεμφοκύτταρα στην έναρξη και τη διαιώνιση της αυτοάνοσης διαδικασίας. Οι μελέτες του έδειξαν, ότι τα επιθηλιακά κύτταρα των προσβαλλόμενων εξωκρινών αδένων ενεργοποιούνται παρά φύση και διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην έναρξη και διαιώνιση της αυτοάνοσης αντίδρασης.  Στην συνέχεια, έδειξε ότι τα επιθηλιακά κύτταρα των αυτοάνοσων ασθενών φέρουν αλληλουχίες DNA από εντεροϊούς (ιός Coxsakie), οι οποίες είναι πιθανώς υπεύθυνες για την ενεργοποίηση των επιθηλιακών κυττάρων και τα κάνουν να εμφανίζονται ως «ξένα» για τον οργανισμό. Αυτό οδηγεί στην προσβολή τους από το ανοσοποιητικό σύστημα και στην αυτοάνοση βλάβη. Στην βάση αυτών των κλινικοπαθολογοανατομικών ευρημάτων και παρατηρήσεων, πρότεινε τον ευρέως αποδεκτό σήμερα όρο «αυτοάνοση επιθηλίτιδα» για το σύνδρομο Sjögren.

Τέλος, μελέτησε και χαρακτήρισε τους κυτταρικούς επιτόπους των αυτοαντιγόνων των Β και Τ λεμφοκυττάρων και τον ρόλο τους στην κατανόηση της αυτοανοσίας. Χρησιμοποιώντας σαν εργαλείο καλά χαρακτηρισμένους επιτόπους, αξιολόγησε τους συμπληρωματικούς επιτόπους αυτοαντιγόνων, και κυρίως του αυτοαντιγόνου La (SSB). Η πορεία της έρευνας έδειξε ότι η ανάπτυξη των αυτοαντισωμάτων ακολουθεί τους κανόνες της ιδιοτυπικής-αντιιδιοτυπικής απάντησης. Χρησιμοποιώντας αυτή την προσέγγιση προσδιόρισε ποιες εγκυμονούσες με αυτοαντισώματα La κινδυνεύουν να γεννήσουν παιδιά με νεογνικό λύκο.  Οι μέλλουσες μητέρες που κινδυνεύουν είναι αυτές χωρίς αντιιδιοτυπικά αντισώματα για το αυτοαντιγόνο La. Αυτή η θεμελιώδης διαπίστωση έδωσε λύση στο πρόβλημα της αιτιολογίας και θεραπείας του νεογνικού λύκου. 

Το πρωτότυπo επιστημονικό του έργο τον ανέδειξε ως τον σημαντικότερο ερευνητή του συνδρόμου Sjögren παγκοσμίως.  Έχει πάνω από 400 δημοσιεύσεις που έχουν κριθεί από ομότεχνους κριτές.  Επιπλέον, έχει συγγράψει πάνω από 100 κεφάλαια σε βιβλία, άρθρα σύνταξης και ανασκοπήσεις. Το έργο του είναι ιδιαίτερα αναγνωρισμένο (πάνω από 17.000 αναφορές, παράγοντας h > 94).  Σε αναγνώριση της επιστημονικής του συνεισφοράς, έχει προσκληθεί ως επισκέπτης καθηγητής για να δώσει διαλέξεις σχετικές με την έρευνά του από πολλές ιατρικές σχολές στις ΗΠΑ, την Ευρώπη, την Ιαπωνία, την Κίνα και την Αυστραλία, και σε επιστημονικές συναντήσεις στην Ευρώπη, τις ΗΠΑ, τη Νότια Αμερική και την Ασία.  Είναι μέλος της συντακτικής επιτροπής πολλών περιοδικών ρευματολογίας, εσωτερικής παθολογίας και ανοσολογίας ενώ έχει διατελέσει κριτής σε περισσότερα από 30. 

Διετέλεσε πρόεδρος της επιστημονικής επιτροπής του Συνεδρίου του Ευρωπαϊκού Συνδέσμου κατά των Ρευματικών Παθήσεων, EULAR (1987) ενώ έχει οργανώσει και δύο ευρωπαϊκές ερευνητικές συναντήσεις για την έρευνα στην Ρευματολογία – την πρώτη το 1988 στην Κέρκυρα και την άλλη το 1998 στην Αθήνα.  Οργάνωσε επίσης το ΙΙΙ Διεθνές Συμπόσιο για το σύνδρομο Sjögren το 1991 στα Ιωάννινα, και το VII Μεσογειακό Συνέδριο Ρευματολογίας το 1994, το 5ο Ευρωπαϊκό Συνέδριο για τον Συστηματικό Ερυθηματώδη Λύκο το 2002 και την Ημερίδα Αυτοάνοσων Ρευματικών Ασθενειών το 2004, όλα στην Αθήνα.  Έχει διευθύνει «Meet the Professor» συνεδρίες στις συναντήσεις του Αμερικανικού Κολεγίου Ρευματολογίας και έχει υπηρετήσει ως πρόεδρος ομάδας μελέτης και πρόεδρος της επιτροπής επιλογής ανακοινώσεων για το σύνδρομο Sjögren στα συνέδρια του Αμερικάνικου Κολλεγίου Ρευματολογίας και του Ευρωπαϊκού Συνδέσμου κατά των Ρευματικών Παθήσεων. 

Για την συνεισφορά του στην επιστήμη έχει τιμηθεί με το βραβείο Ρευματολογικής Έρευνας  «Alessandro Robecchi» (1987), με το Ευρωπαϊκό-Αυστραλιανό βραβείο Ιατρικής Έρευνας (1993), με το βραβείο της Ελληνικής Εταιρείας Ανοσολογίας (2001), με την ιδιότητα του Επίτιμου Μέλους της Τουρκικής Εταιρίας για την Έρευνα και Εκπαίδευση στην Ρευματολογία (2004), με το βραβείο Εξαίρετης Πανεπιστημιακής Διαδασκαλίας «Ξανθόπουλος-Πνευματικός» (2005), ως Επίτιμος Εταίρος της Βρετανικής Εταιρίας Ρευματολογίας (2006) και των Βασιλικών Ιατρικών Συλλόγων (Εδιμβούργου, 1993 και Λονδίνου, 2006), με το βραβείο «Διακεκριμένου Μελετητή και Κλινικού Ιατρού» από το Αμερικάνικο Κολλέγιο Ρευματολογίας (2006), με το βραβείο «Clemens Von Pirquet» για την  αριστεία του στην Ιατρική και Ανοσολογία (Απρίλιος 2007) από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, Davis, με τον Χρυσό Σταυρό του Αγίου Ανδρέα από την Ελληνική Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή της Αυστραλίας για την διεθνή συνεισφορά του στην πρόοδο της ιατρικής επιστήμης (2007), και την διάκριση Ιπποκράτειος Ρήτωρ από την Ελληνική Ιατρική Εταιρεία του Λονδίνου (2008).

Στον καθηγητή Μουτσόπουλο απονεμήθηκε ο τίτλος του Master του Αμερικανικού Κολεγίου Ρευματολογίας (2009) για την εξαίρετη συνεισφορά του στον τομέα της Ρευματολογίας και σε αναγνώριση των ακαδημαϊκών επιτευγμάτων και της υπηρεσίας του στους μαθητές του, τους ασθενείς, και το ιατρικό λειτούργημα.  Του απονεμήθηκε επίσης το Βραβείο Αξιέπαινης Υπηρεσίας από τον Ευρωπαϊκό Σύνδεσμο κατά των Ρευματικών Παθήσεων, EULAR (2010) για την ιδιαίτερα σημαντική συμβολή του στην Ρευματολογία.  Το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων του απένειμε τον τίτλο του Επίτιμου Καθηγητή (2010) για την προσφορά του στην επιστήμη της Ιατρικής γενικά και ειδικότερα στη διδασκαλία, στην έρευνα και στον πάσχοντα συνάνθρωπο.  Eπίτιμος Διδάκτορας Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας (2010).  Tο ίδιο έτος διεθνής  επιτροπή επιστημόνων  του απένειμε  από κοινού με τον ερευνητή κ. Γ. Π. Χρούσο το «Αριστείο Μποδοσάκη».  Το περιοδικό της ειδικότητάς του, Journal of Autoimmunity, αφιέρωσε προς τιμήν της μακροχρόνιας πρωτοποριακής του προσφοράς στον κλάδο το ειδικό τεύχος, volume 35, Issue 3, November 2010. To 2011 το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ιωαννίνων αποφάσισε να ονοματίσει την Πανεπιστημιακή Ρευματολογική Κλινική σε Πτέρυγα «Καθηγητη Χ. Μ. Μουτσόπουλου».

Στην Ελλάδα, πέρα από τα πανεπιστημιακά του καθήκοντα, υπηρέτησε ως μέλος ή πρόεδρος επιτροπών για την Βιολογία και την Βιοτεχνολογία της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας, ως πρόεδρος του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (1999 - 2000), ως μέλος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Έρευνας για το πρόγραμμα «Ιδέες», πρόεδρος της επιστημονικής επιτροπής του Ερευνητικού Κέντρου Βιοϊατρικών Επιστημών «Αλέξανδρος Φλέμινγκ» και ως μέλος και Πρόεδρος  της επιστημονικής επιτροπής του Ελληνικού Ινστιτούτου Παστέρ. 

Τέλος, ο καθηγητής Μουτσόπουλος έχει γράψει άρθρα για το ευρύ κοινό, σε όλες τις μεγάλες ελληνικές εφημερίδες σχετικά με τα αυτοάνοσα νοσήματα, αλλά και για τα προβλήματα του Ελληνικού Εθνικού Συστήματος Υγείας και των ελληνικών πανεπιστημίων.  Έχει επίσης γράψει  βιβλία που απευθύνονται στο ευρύ κοινό, «Απόψεις για αυτιά που δεν ακούν» (Εκδόσεις Λιβάνη, πρώτη έκδοση 2007, δεύτερη έκδοση, 2009, Αθήνα), το «Οδοιπορικό για την Γνώση» (Εκδόσεις Εστία, 2009, Αθήνα), την «Εγκυκλοπαίδεια Αυτοανόσων Νοσημάτων» (Εκδόσεις Καπόν, πρώτη έκδοση 2005, δεύτερη έκδοση 2007  και τρίτη έκδοση 2010, Αθήνα), «Μικρές Ιστορίες, μακράς πορείας», (Εκδόσεις Λιβάνης, 2010, Αθήνα) και το {Ελληνικό «Σύστημα» Υγείας…Λειτουργία στην εποχή της χρεωκοπίας}, (Εκδόσεις Λιβάνη, 2011, Αθήνα).

 
Ακολουθήστε το Sofokleousin.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις