Πάνω από το 4% ξεφεύγει σήμερα η απόδοση του 10ετούς ελληνικού ομολόγου και πάνω από το 3,4% του 5ετούς, ενώ μόλις στις 8 Φεβρουαρίου η απόδοση στη 10ετία είχε υποχωρήσει στο 3,66%.
Νωρίτερα, το Σin μετέδωσε:
Μπορεί η έξοδος του Δημοσίου στην αγορά με το 7ετές ομόλογο να ήταν σχετικά επιτυχής, αλλά από την αγορά ομολόγων ακούγεται ηχηρό «σήμα κινδύνου» για την Ελλάδα, που δημιουργεί νέα δεδομένα για το σενάριο της «καθαρής εξόδου», τα οποία θα κληθούν να σταθμίσουν κυβέρνηση και δανειστές το προσεχές διάστημα, στο πλαίσιο των συζητήσεων για την επόμενη ημέρα των μνημονίων.
Το πιο ανησυχητικό σημάδι, που γίνεται ορατό με μια ματιά στην καμπύλη αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων, είναι η πολύ μεγάλη αύξηση της απόδοσης του 5ετούς τίτλου, μέσα στις τελευταίες δύο εβδομάδες.
Στις 25 Ιανουαρίου, στον απόηχο των αποφάσεων του Eurogroup για την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης, η απόδοση του 5ετούς είχε «βουτήξει» στο 2,662%. Όμως, σήμερα η απόδοση κυμαίνεται λίγο χαμηλότερα από το 3,3% (στο 3,28%), έχοντας αυξηθεί περισσότερο από 0,6%.
Μεγάλο μέρος της αύξησης αυτής συνδέεται με την έξοδο του Δημοσίου στην αγορά, για την άντληση 3 δισ. ευρώ: το «φρέσκο» χρήμα που κατευθύνθηκε στην έκδοση δεν ήταν αρκετό και πολλοί επενδυτές προχώρησαν σε ρευστοποιήσεις 5ετών ομολόγων για να μπουν στα 7ετή, προκαλώντας μια αύξηση απόδοσης της τάξεως του 0,3%, τις τελευταίες ημέρες.
Όλα αυτά εγγράφονται στο γενικότερο πλαίσιο των σοβαρών αλλαγών που σημειώνονται ή αναμένονται στο παγκόσμιο σκηνικό της αγοράς ομολόγων και των χρηματαγορών, από τη στιγμή που φάνηκαν οι πρώτες ισχυρές ενδείξεις υπερθέρμανσης της αμερικανικής οικονομίας.
Η συγκυρία στις αγορές
Το ντόμινο στις αγορές αρχίζει και πάλι από τις ΗΠΑ, όπου η αγορά εργασίας είναι εξαιρετικά ισχυρή και οι μισθοί που τα προηγούμενα χρόνια έμεναν στάσιμοι, αυξάνονται με τον ταχύτερο ρυθμό της οκταετίας.
Παρά τις καθησυχαστικές δηλώσεις των αξιωματούχων της Fed, η αγορά ομολόγων διαφοροποιεί τα σενάριά της για την πορεία των επιτοκίων, εκτιμώντας ότι πλέον δεν είναι απίθανο αντί για τρεις αυξήσεις κατά 0,25%, που θα ανεβάσουν το βασικό επιτόκιο του δολαρίου στο 2-2,25%, να δούμε τέσσερις αυξήσεις, που θα το φέρουν στο 2,25%-2,50%.
Αυτό το παιχνίδι με τα εκατοστά στα επιτόκια του δολαρίου είναι πολύ σημαντικό για τα ομόλογα και εξηγεί πώς εκτοξεύθηκε η απόδοση των 10ετών Treasuries στο 2,885%, την Δευτέρα, δηλαδή στο υψηλότερο σημείο της τετραετίας.
Οι εξελίξεις στις ΗΠΑ δεν αφήνουν ανεπηρέαστη την Ευρώπη, όπου η οικονομία αναπτύσσεται εσχάτως με ταχύτερους ρυθμούς από την αμερικανική. Η πίεση στον Ντράγκι από την Bundesbank να «σφίξει» τη νομισματική πολιτική, αν όχι με αύξηση επιτοκίων, αλλά πάντως με τερματισμό του QE, είναι ισχυρές και θα γίνουν ισχυρότερες το επόμενο διάστημα, ενώ ήδη η απόδοση των γερμανικών ομολόγων έχει αυξηθεί σημαντικά, το τελευταίο διάστημα (η απόδοση του 10ετούς bund έχει εκτιναχθεί από τα μέσα Δεκεμβρίου 2017 από το 0,3 στο 0,77%).
Σε αυτό περιβάλλον, όταν δηλαδή σημειώνουν τέτοια αύξηση οι αποδόσεις των απολύτως ασφαλών ομολόγων, αμερικανικών και γερμανικών, η πορεία προς το δανεισμό από την αγορά μιας χώρας με ομόλογα διαβάθμισης “junk”, όπως η Ελλάδα καθίσταται ιδιαίτερα δυσχερής.
Κλειδί η ελάφρυνση χρέους
Το σημείο – κλειδί, για να προχωρήσει ομαλά η έξοδος από το πρόγραμμα, είναι η ελάφρυνση του χρέους. Σύμφωνα με πληροφορίες, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ετοιμάζεται να μπει στη συζήτηση για την ελάφρυνση του χρέους και το μεταμνημονιακό καθεστώς της Ελλάδας με επίμονη απαίτηση να «κλειδώσει» το σημαντικότερο μεσοπρόθεσμο μέτρο ελάφρυνσης του χρέους, δηλαδή η επιμήκυνση της περιόδου χάριτος των δανείων του EFSF.
Μόνο με τον τρόπο αυτό, εκτιμά το Ταμείο, θα «καθαρίσει το πεδίο» των πληρωμών για το χρέος της επόμενης δεκαετίας, ώστε οι επενδυτές να μπορούν άφοβα να αγοράζουν ελληνικούς τίτλους με λήξη μετά το 2022. Σε αντίθετη περίπτωση, η Ελλάδα θα επιβαρυνθεί με πρόσθετο κόστος δανεισμού, που σε συνδυασμό και με την εισαγόμενη αύξηση αποδόσεων των ομολόγων θα προκαλέσει σοβαρές δυσχέρειες.
Το Ταμείο, παρότι οι Ευρωπαίοι θέλουν να μεταθέσουν στο απώτερο μέλλον τη λύση για το χρέος και να τη συνδέσουν με υλοποίηση μεταρρυθμίσεων, αναμένεται ότι θα επιμείνει στην ανάγκη να διευθετηθεί με ουσιώδη τρόπο και έγκαιρα αυτή η σοβαρή εκκρεμότητα, καθώς η θέση της Ελλάδας στην αγορά ομολόγων θα είναι δύσκολη, με την αναμενόμενη αλλαγή των διεθνών συνθηκών.