Την επανεξέταση του μηχανισμού του clawback ζητάει ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ), επικαλούμενος μάλιστα την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που σύμφωνα με τον ΣΦΕΕ «στην τρίτη έκθεση ενισχυμένης εποπτείας, προειδοποιεί ότι το clawback αυξάνεται σταθερά με την πάροδο του χρόνου σε επίπεδα, που σύντομα δεν θα είναι βιώσιμα».
Την ίδια στιγμή, όπως αναφέρει ο ΣΦΕΕ, «παρατηρούνται σοβαρές δυσκολίες στη συλλογή των ποσών, δεδομένου ότι ένας αριθμός εταιριών αδυνατούν να το καταβάλλουν και οδηγούνται σε μακροχρόνιες ρυθμίσεις, ενώ για όσους είναι εντελώς ασυνεπείς δεν εφαρμόζονται οι συνέπειες του νόμου. Έτσι, αφενός δημιουργείται μια νέα γενιά προβληματικών, υπερχρεωμένων επιχειρήσεων, αφετέρου παραβιάζεται το δίκαιο του ανταγωνισμού αφού η μεταχείριση είναι ίδια είτε για εκείνους που το καταβάλλουν είτε για τους ασυνεπείς».
Ο ΣΦΕΕ σημειώνει ότι «η βιομηχανία του φαρμάκου υπερφορολογείται ασύστολα, με το clawback για τις φαρμακευτικές εταιρίες να αυξάνεται ανεξέλεγκτα χρόνο με τον χρόνο. Από τα 79 εκατομμύρια ευρώ το 2012, οι υποχρεωτικές επιστροφές για το 2018 υπερβαίνουν τα 550 εκατομμύρια ευρώ και οι προβλέψεις για το 2019 δείχνουν πως θα αγγίξουν τα 680 εκατ. ευρώ για το τρέχον έτος (από στοιχεία ΗΔΙΚΑ Ιαν.-Μάιος 2019), δηλαδή η υπερφορολόγηση θα ξεπεράσει το 70%! Καθίσταται προφανές ότι αυτή η αντιμετώπιση εξοντώνει τις φαρμακευτικές εταιρίες, μειώνει τις θέσεις εργασίας, ακυρώνει τα όποια επενδυτικά προγράμματα και πάνω από όλα θέτει σε τεράστιο κίνδυνο την πρόσβαση των ασθενών σε νέα, αλλά και σε υπάρχοντα σημαντικά φάρμακα».
Για να ελεγχθεί η κατάσταση προτείνεται να υλοποιηθούν διαρθρωτικά μέτρα, τα οποία θα αποβλέπουν στον περιορισμό της ζήτησης. Ειδικότερα ο ΣΦΕΕ ζητάει την αναθεώρηση του ύψους της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης για το φάρμακο, με βάσει τις πραγματικές ανάγκες της χώρας και τον καθορισμό ανώτατου ορίου στο clawback και τη συνυπευθυνότητα της Πολιτείας με τις φαρμακευτικές εταιρίες στην υπέρβαση της δαπάνης.