Η σταδιακή άρση των υγειονομικών περιορισμών και η επανεκκίνηση της οικονομίας έχουν τροφοδοτήσει μια πλούσια συζήτηση σε διεθνές επίπεδο για την «επόμενη μέρα» με αντικείμενο τον σχεδιασμό των πολιτικών ανάκαμψης της οικονομίας και τον ρόλο της ατζέντας βιώσιμης ανάπτυξης.
Του Γιάννη Ευσταθόπουλου*
«Επιστροφή στην "αναπτυξιακή κανονικότητα" ή ευκαιρία μετάβασης σε ένα βιώσιμο μέλλον;» είναι το βασικό δίλημμα για την post-covid19 αναπτυξιακή ατζέντα. Στο πλαίσιο αυτό, το Παρατηρητήριο Βιώσιμης Ανάπτυξης του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ ανοίγει το δημόσιο διάλογο για το μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας με βάση τα διδάγματα της κρίσης του κορονοϊού, δημοσιεύοντας την έκθεση «Σενάρια & Πολιτικές Ανάκαμψης της Οικονομίας στη μετά-Covid19 εποχή».
Οι πρόσφατες προβλέψεις διεθνών οργανισμών επιβεβαιώνουν ότι η παγκόσμια οικονομία έχει εισέλθει σε μια βαθιά κρίση με εξαιρετικά αβέβαιη εξέλιξη σε οικονομικό και υγειονομικό επίπεδο. Αν και οι διεθνείς οργανισμοί φαίνεται να διατηρούν, με επιφυλάξεις, το αισιόδοξο σενάριο εξέλιξης της κρίσης σε V (δηλαδή μιας άμεσης κατακόρυφης ανόδου μετά την απότομη πτώση) ή το πιο μετριοπαθές σενάριο σε U (δηλαδή μιας περιόδου σταθεροποίησης σε χαμηλό επίπεδο προ της ανάκαμψης), εκφράζονται ολοένα και περισσότερες ανησυχίες σχετικά με το ενδεχόμενο η κρίση να λάβει δομικά χαρακτηριστικά.
Συνολικά, η προοπτική μιας ισχυρής και αυθόρμητης ανάκαμψης της οικονομίας, ικανής να επαναφέρει σε σύντομο χρονικό διάστημα το ΑΕΠ στα προ-κρίσης επίπεδα, δεν επιβεβαιώνεται από την εξέταση προηγούμενων κρίσεων και υφεσιακών επεισοδίων. Το σενάριο μιας μόνιμης απώλειας στο προϊόν συγκεντρώνει συνεπώς αυξημένες πιθανότητες, γεγονός που καθιστά επιτακτική ανάγκη τον σχεδιασμό ισχυρών πολιτικών για την οικονομική ανάκαμψη.
Στην Ελλάδα, η κρίση του Covid-19 ανέκοψε βίαια τη σταθερή βελτίωση των οικονομικών, κοινωνικών και διαρθρωτικών δεικτών των τελευταίων ετών, επαναφέροντας την οικονομία σε μια ζώνη υψηλού κινδύνου. Βέβαια, οι ενδείξεις εξασθένισης βασικών επιδόσεων της ελληνικής οικονομίας που είχαν καταγραφεί πριν από την τρέχουσα υγειονομική κρίση (βλ. επιβράδυνση ΑΕΠ στο Δ’ τρίμηνο 2019 κ.ά.) οφείλουν να ληφθούν υπόψη κατά τη διαδικασία σχεδιασμού των πολιτικών για την ανάκαμψη της οικονομίας. Ιδιαίτερα μάλιστα όταν η αυξημένη αποστροφή στο ρίσκο και η εξασθένιση της εξωτερικής ζήτησης περιορίζουν τις προοπτικές εξωστρεφούς ανάκαμψης της οικονομίας και ως εκ τούτου την αποτελεσματικότητα (υπό τις νέες συνθήκες) των πολιτικών προσέλκυσης ξένων άμεσων επενδύσεων και ενίσχυσης των εξαγωγών.
Η μείωση της απασχόλησης και των αμοιβών σε συνδυασμό με ένα δεύτερο κύμα «επισφαλοποίησης» της αγοράς εργασίας -ως απάντηση στη μείωση των επιπέδων κερδοφορίας- θα επηρεάσει αρνητικά την ιδιωτική κατανάλωση καθορίζοντας τόσο το βάθος και τη διάρκεια της υφεσιακής δυναμικής όσο και την ένταση της οικονομικής ανάκαμψης. Το μέγεθος των σημερινών προκλήσεων επιτάσσει συνεπώς την επαναφορά ολοκληρωμένου στρατηγικού σχεδιασμού της οικονομίας για την εφαρμογή πολιτικών που θα συνδυάζουν την ανάκαμψη, τη στήριξη της εργασίας και τον μετασχηματισμό της οικονομίας προς βιώσιμες και ανθεκτικές δραστηριότητες υψηλής προστιθέμενης αξίας.
Στη μελέτη σκιαγραφούνται τρία βασικά σενάρια για την μετά-covid19 περίοδο:
- Το δυσμενές σενάριο της επιστροφής στην προ-κρίσης «αναπτυξιακή κανονικότητα» (business-as-usual)
- Το αισιόδοξο σενάριο της βιώσιμης ανάκαμψης,
- Το βασικό «ενδιάμεσο» σενάριο (άτολμη και καθυστερημένη απάντηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο).
Ειδικά σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, η βιώσιμη ανάκαμψη αποτελεί την κατάλληλη επιλογή για τις αναπτυξιακές προοπτικές, την κοινωνική συνοχή και την ενίσχυση της ανθεκτικότητας και βιωσιμότητας της ελληνικής οικονομίας σύμφωνα με τη έκθεση.
Η πανδημία εκτιμάται ότι αποκάλυψε ένα περιορισμένο μόνο κλάσμα των επιπτώσεων που εγκυμονεί η επιτάχυνση και όξυνση της κλιματικής αλλαγής με ταυτόχρονες διαταραχές από την πλευρά της προσφοράς και της ζήτησης αναδεικνύοντας την ενίσχυση της οικονομικής, κοινωνικής και περιβαλλοντικής ανθεκτικότητας σε σημείο αναφοράς των συζητήσεων για τη μετά-Covid19 εποχή.
Η στρατηγική ενίσχυσης της ανθεκτικότητας της εγχώριας παραγωγικής βάσης περιλαμβάνει τρεις τουλάχιστον άξονες:
- την ενίσχυση της ανθεκτικότητας σε υπάρχουσες όσο και σε νέες οικονομικές δραστηριότητες και επιχειρήσεις
- την ενίσχυση της ανθεκτικότητας της οικονομίας έναντι οικονομικών κρίσεων μέσω πολιτικών διαφοροποίησης της εγχώριας παραγωγής βάσης
- την ενίσχυση της ανθεκτικότητας της οικονομίας και της εργασίας έναντι των αλλαγών που θα επιφέρουν ειδικότερα οι τεχνολογίες της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης (4ΒΕ).
Συνολικά, οι αρχές και τα εφαρμοσμένα παραδείγματα της βιώσιμης ανάπτυξης σε τομείς όπως η Ενέργεια, ο Τουρισμός, η Γεωργία, η Μεταποίηση, τα Δίκτυα, η Ψηφιακή και η Κυκλική Οικονομία αποτελούν την πιο άμεση και αποτελεσματική οδό για την ενίσχυση της ολιστικής ανθεκτικότητας προσδίδοντας οικονομική σταθερότητα και κοινωνική συνοχή, μειώνοντας τον βαθμό έκθεσης σε εξωτερικούς κινδύνους και απελευθερώνοντας σημαντικούς πόρους για την υποστήριξη επενδύσεων υψηλής προστιθέμενης αξίας για την οικονομία και το κοινωνικό σύνολο.
Οι πολιτικές ανάκαμψης της οικονομίας οφείλουν να λάβουν υπόψη συνολικά έξι βασικά κριτήρια: α) την ταχύτητα υλοποίησης των μέτρων και επίτευξης των προσδοκώμενων αποτελεσμάτων, β) την επιλογή επενδύσεων με υψηλό οικονομικό πολλαπλασιαστή, γ) την υποστήριξη επενδύσεων με θετικό περιβαλλοντικό και κλιματικό αντίκτυπο δ) τη συνεισφορά τους στην απασχόληση με ποσοτικούς και ποιοτικούς όρους, ε) τον βαθμό ενίσχυσης της ανθεκτικότητας που επιτυγχάνουν (κλιματική «θωράκιση» επιχειρήσεων και υποδομών, διαφοροποίηση οικονομίας, υποκατάσταση εισαγωγών, αποτελεσματική βιώσιμη εξωστρέφεια), στ) τη συμβολή στην περιφερειακή και τοπική ανάπτυξη με ανάδειξη του ρόλου των τοπικών κοινωνιών και οικονομιών.
Αξίζει να σημειωθεί, ότι η σημερινή κρίση έχει επαναφέρει στο προσκήνιο το ρόλο των τοπικών οικονομιών και κοινωνιών. Η δημιουργία σύνθετων παγκοσμιοποιημένων αλυσίδων αξίας αύξησε τις τελευταίες δεκαετίες την τρωτότητα των οικονομιών έναντι φυσικών και άλλων κρίσεων. Η ενίσχυση της τοπικής παραγωγής και η σύντμηση των αλυσίδων αξίας στον αγροτικό τομέα και την ενέργεια επαναπροσεγγίζονται σήμερα ως παράγοντες από κοινού ενίσχυσης της ανθεκτικότητας και αποτελεσματικότητας. Οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης και οι τοπικές κοινωνίες μπορούν συνεπώς να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο για την αξιοποίηση των αναπτυξιακών ευκαιριών της βιώσιμης ανάπτυξης στη μετα-Covid19 εποχή.
* Συντονιστής Κύκλου Βιώσιμης Ανάπτυξης του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών (ΕΝΑ) - Όλη η μελέτη εδώ