Σε μέτρα-σοκ για την αγορά εργασίας, που η κυβέρνηση θεωρεί ότι ξεφεύγουν από τα όρια του ευρωπαϊκού κεκτημένου και των βέλτιστων πρακτικών στην Ευρώπη, εμμένει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, μπλοκάροντας με τη στάση του την ολοκλήρωση της τεχνικής συμφωνίας για τη δεύτερη αξιολόγηση.
Ο εκπρόσωπος του Ταμείου, Τζέρι Ράις, επιβεβαίωσε στη σημερινή τακτική ενημέρωση των δημοσιογράφων ότι στη συνολική ατζέντα των συζητήσεων, που αφορούν τη δεύτερη αξιολόγηση και τα μέτρα μετά το 2018, παραμένουν σοβαρές διαφορές, παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί στις συνομιλίες των Αθήνων -οι εκπρόσωποι των Θεσμών ολοκλήρωσαν αυτή την φάση των συζητήσεων και αποχωρούν από την Ελλάδα.
Ο κ. Ράις διάβασε μια δήλωση για την Ελλάδα και ήταν πολύ φειδωλός στις απαντήσεις του επί διευκρινιστικών ερωτήσεων, κάτι που εκτιμάται ότι συνδέεται με την είσοδο των διαπραγματεύσεων σε πολύ λεπτή φάση.
Η δήλωση ανέφερε τα εξής: «Έχει υπάρξει πρόοδος σε κάποιες σημαντικές περιοχές και την καλωσορίζουμε. Ωστόσο, οι διαφορές παραμένουν σε σημαντικές περιοχές. Δεν θα σχολιάσω σε ποιες. Είναι πολύ νωρίς να κάνουμε υποθέσεις για το πότε θα επιτευχτεί συμφωνία. Ακόμη απαιτείται πολλή δουλειά».
Η τοποθέτηση του εκπροσώπου του Ταμείου επιβεβαιώνει τις «διαρροές» από το ελληνικό κυβερνητικό στρατόπεδο, σύμφωνα με τις οποίες, ενώ έχει γίνει σημαντική πρόοδος σε ουσιώδη θέματα, όπως είναι η συμφωνία ότι δεν θα χρειασθούν πρόσθετα μέτρα ως το τέλος του 2018, στα θέματα της αγοράς εργασίας και των εργασιακών σχέσεων όχι μόνο δεν έχει σημειωθεί πρόοδος, αλλά επιβεβαιώθηκε η απόλυτη αντίθεση του ΔΝΤ στις προτάσεις της κυβέρνησης.
Η κυβέρνηση θεωρεί ότι σε αυτό το θέμα υπάρχει περιθώριο πολιτικής διαπραγμάτευσης, καθώς οι αντιλήψεις που εκφράζει το Ταμείο θεωρείται από την ελληνική πλευρά ότι κινούνται μακριά από το πλαίσιο της συμφωνίας του καλοκαιριού 2015, σύμφωνα με την οποία οδηγό για τις περαιτέρω μεταρρυθμίσεις θα αποτελούσαν οι βέλτιστες πρακτικές στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά μακριά και από το κοινοτικό κεκτημένο, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και τον έλεγχο των ομαδικών απολύσεων.
Γι’ αυτά τα θέματα, κατά την ελληνική πλευρά, τίθεται σοβαρό θέμα ερμηνείας του πλαισίου της διαπραγμάτευσης. Πάντως, το Ταμείο υποστηρίζει ως τώρα ότι στην Ελλάδα το κοινοτικό κεκτημένο δεν έχει ισχύ, επειδή εφαρμόζεται πρόγραμμα προσαρμογής, ενώ οι βέλτιστες πολιτικές για μια αγορά εργασίας με 23% ποσοστό ανεργίας διαφέρουν πολύ από αυτό που θεωρείται βέλτιστο υπό κανονικές συνθήκες.
Σε αυτό το πλαίσιο, το Ταμείο επιμένει σε μια ατζέντα νεοφιλελεύθερων παρεμβάσεων, που θα προκαλούσαν σοκ στην ελληνική αγορά εργασίας: κατάργηση του προεγκριτικού ρόλου του υπουργείου Εργασίας στις ομαδικές απολύσεις και αύξηση του ορίου ακόμη και στο 10%, «πάγωμα» επ’ αόριστον της επέκτασης των κλαδικών συμβάσεων, θεσμοθέτηση της ανταπεργίας (lock-out) και αλλαγές στο συνδικαλιστικό νόμο, ώστε να γίνει πολύ πιο δύσκολη η έγκριση απεργιακών κινητοποιήσεων από τα συνδικάτα.
Η σκληρή κόντρα με το Ταμείο για τα εργασιακά, που αποτελούν μέρος της τεχνικής συμφωνίας, απομακρύνει το ενδεχόμενο να ολοκληρωθεί αυτή η συμφωνία ως το Eurogroup της 20ης Μαρτίου, παρότι ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δ. Τζανακόπουλος, δήλωσε σήμερα ότι παραμένει στόχος να έχει ολοκληρωθεί το staff level agreement μέχρι την επόμενη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών.
Για τις διαφωνίες με το ΔΝΤ, ο κ. Τζανακόπουλος επιβεβαίωσε ότι είναι υπαρκτές και αρκέσθηκε να δηλώσει ότι θα συνεχισθεί η προσπάθεια για να γεφυρωθούν.