Ένα καθεστώς δημοσιονομικής επιτήρησης δύο ταχυτήτων, με αυστηρότερη εποπτεία για την Ελλάδα και τις άλλες υπερχρεωμένες χώρες, παρότι θα παραταθεί για ένα χρόνο ακόμη η αναστολή των γενικών κανόνων για το έλλειμμα και το χρέος, θα εισηγηθεί στους υπουργούς Οικονομικών τη Δευτέρα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Σε αυτή τη συμφωνία κατέληξαν χθες οι Ευρωπαίοι επίτροποι, όπως αναφέρει το Politico σε δημοσίευμά του, επικαλούμενο τρεις κοινοτικούς αξιωματούχους.
Την πρόθεση της Κομισιόν να κρατήσει «σφιχτά λουριά» της επιτήρησης στις υπερχρεωμένες χώρες, με πρώτη την Ελλάδα, είχε κάνει σαφή, νωρίτερα, ο επίτροπος Οικονομίας, Πάολο Τζεντιλόνι, δηλώνοντας, τη Δευτέρα, ότι η Ελλάδα και όλα τα άλλα κράτη - μέλη με υψηλό χρέος θα πρέπει να δείξουν μεγάλη προσοχή στη μείωση του χρέους.
«Γενικά», είχε τονίσει ο Τζεντιλόνι, «μπορώ να πω ότι η Ελλάδα και όλα τα κράτη - μέλη με υψηλό χρέος θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικά στη μείωση του επιπέδου του χρέους και στον περιορισμό των τρεχουσών δαπανών που χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό. Αυτή είναι μια αρχή που πρέπει να ληφθεί υπόψη όχι μόνο από την Ελλάδα, αλλά και από όλα τα κράτη - μέλη με υψηλό χρέος».
Μάλιστα, ο Ιταλός επίτροπος είχε σπεύσει να διευκρινίσει ότι, ανεξάρτητα από τον τρόπο εφαρμογής των δημοσιονομικών κανόνων γενικά στην Ευρώπη, ειδικά για την Ελλάδα, στις συστάσεις που θα διατυπώσει η Κομισιόν την επόμενη εβδομάδα, θα ληφθεί υπόψη η συμμόρφωση στον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 2% του ΑΕΠ.
Με άλλα λόγια, ακόμη και αν επιτραπεί σε χώρες με υγιή δημοσιονομική θέση να παρουσιάσουν ελλείμματα μεγαλύτερα και από το γενικό όριο του 3% του ΑΕΠ, για την Ελλάδα, που δίνει τη δική της «μάχη» για να διατηρήσει τη βιωσιμότητα του χρέους, θα αποτελέσει σημείο αναφοράς ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 2% του ΑΕΠ.
Τι φοβίζει τις Βρυξέλλες
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, στις Βρυξέλλες επικρατεί έντονη ανησυχία για τις χώρες με μεγάλο χρέος και ιδιαίτερα για την Ελλάδα, που έχει το μεγαλύτερο στην Ευρώπη και καταγράφηκε πολύ μεγάλη αύξηση στη διάρκεια της πανδημίας, από τις μεγαλύτερες στον ευρωπαϊκό χώρο.
Ο κίνδυνος που απασχολεί περισσότερο την Κομισιόν είναι να συνεχισθεί η χρηματοδότηση μέτρων στήριξης επιχειρήσεων και νοικοκυριών με επιβάρυνση του προϋπολογισμού, τη στιγμή που θα επιβραδύνεται η ανάπτυξη και θα αυξάνεται το κόστος δανεισμού, με τελικό αποτέλεσμα την επιδείνωση της ήδη οριακής εικόνας βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.
Σημειώνεται ότι η απόδοση των δεκαετών ελληνικών ομολόγων ξεπερνά το 3,5% και είναι περίπου δύο μονάδες υψηλότερη από το μέσο επιτόκιο του ελληνικού χρέους, κάτι που σημαίνει ότι στο εξής οι νέες εκδόσεις ομολόγων για τη χρηματοδότηση του Δημοσίου θα «φουσκώνουν» τον λογαριασμό των τόκων.
Το κλίμα αυστηρότερης επιτήρησης της Ελλάδας από τις Βρυξέλλες έχει γίνει αισθητό και στην Αθήνα και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι κορυφαία στελέχη του οικονομικού επιτελείου ανέφεραν ότι με τα σημερινά δεδομένα δεν υπάρχει δημοσιονομικός χώρος για άλλα μέτρα στήριξης επιχειρήσεων και νοικοκυριών, παρά το γεγονός ότι στο πρώτο τετράμηνο του έτους το πρωτογενές έλλειμμα ήταν 1,6 δισ. ευρώ χαμηλότερο από τον στόχο, κάτι που θεωρητικά σημαίνει ότι υφίσταται δημοσιονομικό περιθώριο για νέα μέτρα.
Ο πόλεμος άλλαξε τον σχεδιασμό
Όπως αναφέρει το Politico, ο αρχικός σχεδιασμός της Κομισιόν, καθώς οι ευρωπαϊκές οικονομίες ανακάμπτουν από το 2021, ήταν να επαναφέρουν τους δημοσιονομικούς κανόνες σε ισχύ από το 2023, όμως η έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία άλλαξε αυτόν τον υπολογισμό, ωθώντας την Επιτροπή να ανακοινώσει στις αρχές Μαρτίου ότι θα περιμένει μέχρι τον Μάιο για να αποφασίσει.
Η προσδοκία μιας παράτασης υπήρχε ακόμη και σε χώρες του Βορρά, όπως η Ολλανδία. Όμως, όπως σημειώνει το Politico, η συζήτηση στην Επιτροπή ήταν αρκετά δύσκολη λόγω των διαφωνιών μεταξύ του επιτρόπου Οικονομίας Πάολο Τζεντιλόνι, ο οποίος υποστηρίζει την παράταση, και του εκτελεστικού αντιπροέδρου Βάλντις Ντομπρόβσκις, ο οποίος τάχθηκε υπέρ της επιστροφής των κανόνων.
Όταν οι Επίτροποι συναντήθηκαν για την τακτική τους συνεδρίαση χθες Τετάρτη, αποφάσισαν τελικά την παράταση κατά ένα έτος, ενώ συμφώνησαν να διατηρήσουν τις υπερχρεωμένες χώρες σε αυστηρότερη εποπτεία. Τον τελικό λόγο θα έχουν οι κυβερνήσεις, που θα εξετάσουν διεξοδικά την πρόταση της Επιτροπής. Οι υπουργοί Οικονομικών της ΕΕ, στη συνεδρίαση του Ecofin την Τρίτη, 24/5, θα εξετάσουν την πρόταση, αλλά δεν εκτιμάται ότι θα καταλήξουν σε τελική απόφαση την ίδια ημέρα.
Τα ελλείμματα και το χρέος των κρατών - μελών της ευρωζώνης μειώθηκαν ελαφρώς το 2021 σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, αλλά παραμένουν αρκετά υψηλά και πάνω από τα μέσα προ πανδημίας επίπεδα, καθώς διαμορφώθηκαν, αντίστοιχα, σε 5,1% και 95,6% του ΑΕΠ, σύμφωνα με τη Eurostat.