Πολιτική

«Ρουκέτα» Στουρνάρα στο… παρά πέντε της εξόδου στην αγορά!


Αναζωπυρώνεται ο ιδιότυπος «εμφύλιος» της κυβέρνησης με το διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, με μια «διαρροή» από το γραφείο του Γιάννη Στουρνάρα στο Αθηναϊκό Πρακτορείο, η οποία «σηκώνει» πολλές ερμηνείες, όχι κατ’ ανάγκη θετικές για την προσπάθεια της κυβέρνησης να επιστρέψει στην αγορά με μια έκδοση 5ετούς ομολόγου, την επόμενη εβδομάδα.

Μάλιστα, αυτή την φορά η αντιπαράθεση ξεφεύγει από τα ελληνικά σύνορα, καθώς η Τράπεζα της Ελλάδος αναφέρει ότι είναι εκτίμηση και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας πως «η επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές θα πρέπει να γίνει με “λογικό” επιτόκιο και με τρόπο που θα διασφαλίζει ότι το εγχείρημα θα έχει συνέχεια».

Σύμφωνα με την εκδοχή που δίνεται από την Πανεπιστημίου, σε απάντηση δημοσιευμάτων που εμφανίζουν τον κ. Στουρνάρα να δέχεται επικρίσεις από την Φραγκφούρτη για την προηγούμενη δημόσια παρέμβασή του κατά της γρήγορης εξόδου στις αγορές (δηλώσεις στην “Wall Street Journal”) ο κ. Στουρνάρας ενημέρωσε το Γενικό Συμβούλιο της ΤτΕ για αυτή τη θέση της ΕΚΤ, στην τελευταία συνεδρίαση του οργάνου.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει αποφύγει ως τώρα να εκφρασθεί δημόσια για το θέμα της εξόδου της Ελλάδας στην αγορά ομολόγων. Ο Μάριο Ντράγκι θα μπορούσε να ξεκαθαρίσει το θέμα στη σημερινή συνέντευξή Τύπου, αλλά είναι βέβαιο ότι δεν θα το κάνει, για δύο λόγους: αφενός, δεν συνηθίζονται δημόσιες παρεμβάσεις της ΕΚΤ στην πολιτική δανεισμού των εθνικών κυβερνήσεων, που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη στάση της αγοράς. Αφετέρου, είναι απίθανο να ερωτηθεί καν από τους δημοσιογράφους, αφού το βάρος της σημερινής συνέντευξης Τύπου θα πέσει στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης και στους σχεδιασμούς της ΕΚΤ για ενδεχόμενη, σταδιακή κατάργησή του (tapering).

H νέα αντιπαράθεση εγείρει και πάλι αμφισβητήσεις για τη σκοπιμότητα άμεσης έκδοσης ομολόγων από την ελληνική κυβέρνηση, την ώρα που αυτή εισέρχεται στο πιο «ευαίσθητο» στάδιο, αφού ήδη έχουν επιλεγεί έξι κορυφαίες διεθνείς τράπεζες ως ανάδοχοι και αναμένεται να ανοίξει το βιβλίο προσφορών την επόμενη εβδομάδα.

Η αμφισβήτηση από την πλευρά Στουρνάρα έχει δύο σκέλη:

1.    Το θέμα του επιτοκίου: ένα επιτόκιο λίγο κάτω από το 4,95% του τελευταίου 5ετούς (2014) αφήνεται να εννοηθεί από τον κ. Στουρνάρα ότι δεν είναι «λογικό». Αυτή η εκδοχή θα μπορούσε να υποστηριχθεί, με βάση την εξέλιξη των επιτοκίων δανεισμού των κυβερνήσεων της ευρωζώνης από το 2014 ως τώρα. Το μέσο επιτόκιο στην πενταετία έχει πέσει από περίπου 3% σε επίπεδο χαμηλότερο του 0,5%, συνεπώς ένα δάνειο με κόστος περίπου 4% μεγαλύτερο θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι είναι ακριβό. Όμως, αυτό που μετράει περισσότερο από το κόστος δανεισμού για την κυβέρνηση, στην παρούσα φάση, είναι να αποκαταστήσει την επαφή με την αγορά ομολόγων, προσελκύοντας και νέα κεφάλαια στους ελληνικούς τίτλους, ώστε να κάνει από καλύτερη θέση την προσπάθεια προσέλκυσης κεφαλαίων και αποφυγής ενός νέου μνημονίου το 2018, προκειμένου να πάρει η Ελλάδα προληπτική πιστωτική γραμμή από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας.

2.    Το δεύτερο σκέλος της αμφισβήτησης αναφέρεται στη βιωσιμότητα της εξόδου στην αγορά, με τον κ. Στουρνάρα να αφήνει να εννοηθεί ότι, ενδεχομένως, αν η κυβέρνηση δεν πείσει τους επενδυτές με το έργο της ότι είναι αποφασισμένη να κάνει μεταρρυθμίσεις (ο ίδιος ο διοικητής της ΤτΕ έχει αναφερθεί σε 2-3 εμβληματικές ιδιωτικοποιήσεις), η επιστροφή στην αγορά δεν θα έχει συνέχεια. Από την πλευρά της κυβέρνησης απαντούν ότι η αγορά είναι πεπεισμένη για την αποφασιστικότητα της Αθήνας να προωθήσει μεταρρυθμίσεις, αλλά και για την αποτελεσματικότητα των μέτρων που έχουν ληφθεί στο πεδίο της δημοσιονομικής πολιτικής και δεν υπάρχει σοβαρός λόγος να χάνεται άλλος χρόνος, για την έκδοση νέων ομολόγων.

Σε κάθε περίπτωση, όπως παρατηρούν στελέχη της αγοράς, η έκδοση των 5ετών ομολόγων που προωθείται αυτές τις ημέρες έχει το πρωτοφανές και θλιβερό προνόμιο να διχάζει την κυβέρνηση και τον φυσικό της «σύμμαχο», την Τράπεζα της Ελλάδος, κάτι που, αν μη τι άλλο, δημιουργεί δυσμενείς εντυπώσεις στο εξωτερικό.

Ως τώρα, διαφωνίες των κεντρικών τραπεζιτών με τις κυβερνήσεις μπορεί να υπήρχαν, αλλά έμεναν στο παρασκήνιο και ουδέποτε εκφράσθηκαν από προηγούμενους διοικητές της ΤτΕ δημόσιες αντιρρήσεις για τις κινήσεις μιας κυβέρνησης, σε ό,τι αφορά την πολιτική δανεισμού και εξυπηρέτησης του χρέους.