Χαμηλότερα τοποθετεί την ανάπτυξη της Ελλάδας για το 2023 και το 2024, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης, ενώ επισημαίνει πως η παραγωγή στις περιοχές ενδιαφέροντος της, οι οποίες που εκτείνονται σε τρεις ηπείρους, αναμένεται να αυξηθεί κατά 2,1% το 2023, έναντι προβλέψεων 3% στην τελευταία έκθεσή της τον Σεπτέμβριο.
Αναφορικά με την Ελλάδα, η EBRD αναμένει ανάπτυξη 5,2% για το 2022 ενώ προβλέπει ρυθμούς 1,5% για το 2023 και 3% για το 2024, ρίχνοντας τον πήχη από 0,5 έως 0,7% σε σχέση με τις προβλέψεις του περασμένου Σεπτεμβρίου.
Οι προβλέψεις για την ανάπτυξη έχουν προσαρμοστεί προς τα κάτω στις περισσότερες από τις μισές οικονομίες στις οποίες δραστηριοποιείται η EBRD, με πολύ λίγες αναθεωρήσεις προς τα πάνω. Συνολικά η Τράπεζα παρακολουθεί 36 οικονομίες.
Η ανάπτυξη στις περιφέρειες της Τράπεζας αναμένεται να ανέλθει στο 3,3% το 2024.
Η παραγωγή εκτιμάται ότι αυξήθηκε 3,2% σε ετήσια βάση τον Ιανουάριο-Σεπτέμβριο του 2022 και κατά περίπου 2,4% για το σύνολο του έτους – πιο αργά από το 2021, καθώς ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία είχε τον αντίκτυπό του και η ανάκαμψη μετά την Covid «κόλλησε».
Ωστόσο, η ανάπτυξη ξεπέρασε τις προσδοκίες, καθώς οι καταναλωτές στην Ευρώπη συνέχισαν να ξοδεύουν αποταμιεύσεις που συσσώρευσαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Οι τιμές του φυσικού αερίου έχουν πλέον επανέλθει σε μεγάλο βαθμό στα επίπεδα πριν από τον πόλεμο, καθώς οι νέες προμήθειες υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) και οι παραδόσεις από τη Νορβηγία και την Αλγερία συμβάλλουν στη μείωση των πιέσεων στις τιμές. Χάρη στη χαμηλότερη κατανάλωση, λόγω τόσο του ήπιου χειμώνα στην Ευρώπη όσο και των υψηλότερων τιμών, τα αποθέματα στη γηραιά ήπειρο βρίσκονται πάνω από τα αντίστοιχα επίπεδα του 2021, αναφέρει η Τράπεζα.
Ωστόσο, σε πραγματικούς όρους, τέτοια επίπεδα είναι συγκρίσιμα με τα υψηλά της δεκαετίας του 1980 και οι τιμές φυσικού αερίου είναι έξι φορές υψηλότερες από τις αντίστοιχες στον Ατλαντικό.
Ταυτόχρονα, ο μέσος πληθωρισμός στις περιοχές της EBRD μειώθηκε στο 16,5% τον Δεκέμβριο, αφού κορυφώθηκε στο 17,5% τον Οκτώβριο (ρυθμός που καταγράφηκε τελευταία φορά στο τέλος της ύφεσης του 1998).
«Οι οικονομίες της EBRD εξακολουθούν να υποφέρουν από μείγμα υψηλών τιμών φυσικού αερίου και πληθωρισμού, ο οποίος καθυστερεί να πέσει όσο θα ανέμεναν οι αγορές», δήλωσε η επικεφαλής οικονομολόγος Beata Javorcik.
«Η αισιοδοξία για τον ρυθμό ανάκαμψης και ανάπτυξης μετά τις κρίσεις των τελευταίων ετών, ιδίως τον πόλεμο στην Ουκρανία, είναι, κατά την άποψή μας, άστοχη. Θεωρούμε ότι δεν έχουμε βγει από τη στενωπό».
Μακροπρόθεσμα, η σταδιακή κατάργηση της χρήσης του φυσικού αερίου είναι πιθανό να είναι θετική για την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης, επισημαίνει η νέα έκθεση. Βραχυπρόθεσμα, ωστόσο, οι καταναλωτές που θερμαίνουν τα σπίτια τους, οι επιχειρήσεις σε βιομηχανίες έντασης και οι κυβερνήσεις που επιδοτούν τους λογαριασμούς ενέργειας παραμένουν πιεσμένοι από τις ιστορικά υψηλές τιμές.
Οι κρατικές ενεργειακές επιδοτήσεις στις οικονομίες της κεντρικής και νοτιοανατολικής ΕΕ, για παράδειγμα, εκτιμάται ότι αντιπροσωπεύουν περίπου το 3,6% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο.