Αγορές

Ρεκόρ προσλήψεων 18 ετών στη μεταποίηση - Υψηλό 45 μηνών ο ρυθμός αύξησης των εργασιών


Τα τελευταία στοιχεία της έρευνας PMI υπέδειξαν ακόμα μία βελτίωση των λειτουργικών συνθηκών του ελληνικού μεταποιητικού τομέα. Η έντονη ζήτηση των πελατών παρέμεινε ο κύριος παράγοντας της ανάπτυξης, ενώ ο ρυθμός αύξησης των νέων εργασιών κατέγραψε υψηλό 45 μηνών.

Για να συμβαδίσουν με τη ζήτηση, οι εταιρείες προσέλαβαν επιπλέον προσωπικό στον μεγαλύτερο βαθμό που έχει καταγραφεί σε διάστημα 18 ετών, γεγονός το οποίο με τη σειρά του οδήγησε σε περαιτέρω αύξηση της παραγωγής. Ταυτόχρονα, η επιχειρηματική εμπιστοσύνη παρέμεινε σταθερά θετική. Ως προς τις τιμές, η αύξηση των τιμών εισροών εξασθένησε, ενώ οι μέσες τιμές χρέωσης παρέμειναν σε γενικές γραμμές αμετάβλητες.

Ο εποχικά προσαρμοσμένος Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών της IHS Markit για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα (Purchasing Managers’ Index - PMI) -ένας σύνθετος δείκτης που έχει σχεδιαστεί για να μετρά την απόδοση της μεταποιητικής οικονομίας- έκλεισε πάνω από το σημείο μηδενικής μεταβολής των 50.0 μονάδων τον Νοέμβριο, υποδεικνύοντας έκτη συνεχή βελτίωση των συνθηκών του ελληνικού μεταποιητικού τομέα. Κλείνοντας στις 52.2 μονάδες, ο δείκτης κατέγραψε μικρή μεταβολή από τις 52.1 μονάδες του Οκτωβρίου και υπέδειξε περαιτέρω σταθερό ρυθμό ανάπτυξης.

Κινητήρια δύναμη της τελευταίας ανάπτυξης αποτέλεσε η αύξηση των νέων παραγγελιών, η οποία ήταν η εντονότερη από τον Φεβρουάριο του 2014. Σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτα στοιχεία, η αύξηση ήταν αποτέλεσμα του συνδυασμού μείωσης των τιμών πώλησης με σκοπό την προσέλκυση πελατών και του κλίματος ενισχυμένης ζήτησης γενικότερα. Η αύξηση παρατηρήθηκε σε ευρεία βάση, τόσο στις εγχώριες αγορές όσο και στις αγορές του εξωτερικού, γεγονός το οποίο απέδειξε η δεύτερη συνεχής αύξηση των νέων παραγγελιών εξαγωγών.

Οι εταιρείες προσέλαβαν πρόσθετο αριθμό εργαζομένων με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί στο διάστημα των δεκαοκτώμισι ετών που διεξάγεται η έρευνα, καθώς ορισμένοι ερωτηθέντες στην έρευνα ανέφεραν ότι οι στόχοι υψηλότερων επιπέδων παραγωγής ήταν ο κύριος λόγος της αύξησης προσωπικού. Ως εκ τούτου, οι εταιρείες εξακολούθησαν να μειώνουν τον όγκο ανεκτέλεστων εργασιών.

Οι εταιρείες αύξησαν επίσης την αγοραστική τους δραστηριότητα τον Νοέμβριο, για πέμπτη φορά σε ισάριθμους μήνες. Ωστόσο, ο ρυθμός ανάπτυξης ήταν ασθενέστερος από τον Οκτώβριο και πολύ χαμηλός.

Παρά την αύξηση της αγοραστικής δραστηριότητας, τα αποθέματα αγορών εξακολούθησαν να υποχωρούν.

Ως αποτέλεσμα της υψηλότερης ζήτησης και της ενισχυμένης παραγωγικής ικανότητας, οι εταιρείες αύξησαν τα επίπεδα παραγωγής τον Νοέμβριο, επεκτείνοντας με αυτόν τον τρόπο την τρέχουσα περίοδο ανάπτυξης σε έξι μήνες. Ωστόσο, σε αντίθεση με τις νέες παραγγελίες και την απασχόληση, ο ρυθμός αύξησης της παραγωγής εξασθένησε από την προηγούμενη περίοδο της έρευνας. Εν τω μεταξύ, τα αποθέματα ετοίμων προϊόντων υποχώρησαν με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο, καθώς οι εταιρείες χρησιμοποίησαν τα υπάρχοντα αποθέματα για να καλύψουν τις συμφωνίες νέων παραγγελιών.

Οι εταιρείες συνέχισαν να αντιμετωπίζουν δριμεία αύξηση των τιμών εισροών, λαμβάνοντας υπόψη τις αναφορές για αύξηση του κόστους πρώτων υλών. Ως εκ τούτου, ο ρυθμός αύξησης εξασθένησε, καταγράφοντας χαμηλό τριών μηνών. Η επιβράδυνση συνέβαλε στη στασιμότητα των μέσων τιμών πώλησης.

Οι εταιρείες παρέμειναν αισιόδοξες ως προς τις προοπτικές σχετικά με την ανάπτυξη μέσα στους επόμενους 12 μήνες, καθώς η διαθεσιμότητα των πιστώσεων ήταν ανάμεσα στους λόγους που αναφέρθηκαν ότι υποστήριξαν τα επίπεδα αισιοδοξίας. Τέλος, ο μέσος χρόνος παράδοσης προμηθειών εξακολούθησε να επιμηκύνεται λόγω της βελτίωσης των συνθηκών ζήτησης.

Ο Alex Gill, οικονομολόγος της IHS Markit, ο οποίος καταρτίζει την έρευνα του ελληνικού Δείκτη Υπευθύνων Προμηθειών PMI, είπε: «Οι επιχειρηματικές συνθήκες των Ελλήνων κατασκευαστών εξακολούθησαν να βελτιώνονται τον Νοέμβριο. Η ανάπτυξη ήταν αποτέλεσμα της ισχυρότερης αύξησης των νέων παραγγελιών που έχει καταγραφεί από τον Φεβρουάριο του 2014, η οποία, με τη σειρά της, συνέβαλε στην εντονότερη δημιουργία θέσεων εργασίας που έχει καταγραφεί σε διάστημα 18 ετών. Οι ενδείξεις αυτές είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικές για την ελληνική οικονομία, η οποία έχει καταπονηθεί τόσο από τη χρόνια έλλειψη ζήτησης όσο και από τα υπερβολικά υψηλά ποσοστά ανεργίας».