Τη μεγαλύτερη συμπίεση των εξόδων τους, σε σχέση με τα έσοδα σε όλη την ευρωζώνη έχουν πετύχει οι ελληνικές τράπεζες, ύστερα από τα... αιματηρά προγράμματα πολλών ετών που είχαν στόχο τη μείωση των δικτύων και του αριθμού των εργαζομένων.
Όπως φαίνεται από τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός της ΕΚΤ και καλύπτουν το πρώτο εξάμηνο του 2024,
- Η σχέση εξόδων προς έσοδα έπεσε για τις ελληνικές τράπεζες σε ποσοστό χαμηλότερο από το 33% -για την ακρίβεια, στο 32,44%. Η μείωση αυτή, βέβαια, δεν είναι μόνο το αποτέλεσμα της συμπίεσης των εξόδων, αλλά και της αύξησης των εσόδων. Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για ένα εξαιρετικά χαμηλό ποσοστό, που καθιστά τις ελληνικές τράπεζες τις πιο «λιτές» σε όλη την ευρωζώνη.
- Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο οι τράπεζες της Πορτογαλίας πλησιάζουν τις ελληνικές, με δείκτη εξόδων προς έσοδα 34,39%. Στα δύο μεγαλύτερα τραπεζικά συστήματα της ευρωζώνης, οι δείκτες είναι ασύγκριτα υψηλότεροι. Στη Γαλλία το ποσοστό είναι 68,4% και στη Γερμανία σχεδόν 60%.
Πώς έφθασαν οι ελληνικές τράπεζες να περιορίσουν σε τέτοιο βαθμό τα έξοδά τους; Η μεγάλη οικονομική κρίση αποδεκάτισε τα τα τραπεζικά δίκτυα και τους τραπεζοϋπαλλήλους, αλλά οι τράπεζες δεν σταμάτησαν τις περικοπές, αντίθετα βρήκαν ευκαιρία από την κρίση της πανδημίας, που ενίσχυση τις ηλεκτρονικές συναλλαγές, να περιορίσουν ακόμη περισσότερο καταστήματα και προσωπικό.
Μέσα σε τέσσερα χρόνια (2020 - 2023), στις τέσσερις συστημικές τράπεζες χάθηκαν περισσότερες από 9.000 θέσεις εργασίας και έκλεισαν περισσότερα από 400 καταστήματα, σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών.
Συνολικά στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, η περίοδος της οικονομικής κρίσης (2009 - 2019) έφερε δραματική μείωση προσωπικού και καταστημάτων των τραπεζών, κατά 43% και 56% αντίστοιχα. Στα τέσσερα χρόνια που συνέπεσαν με την πανδημία και την αλλαγή της τραπεζικής εξυπηρέτησης, με στροφή στις ηλεκτρονικές υπηρεσίες, οι συστημικές τράπεζες μείωσαν περαιτέρω, κατά 25% περίπου, το προσωπικό τους και τα καταστήματα.
Τα υγειονομικά μέτρα έδωσαν την ευκαιρία στις διοικήσεις να επιταχύνουν τον ψηφιακό μετασχηματισμό, με τους πελάτες, θέλοντας και μη, να περνούν στις ψηφιακές υπηρεσίες, οι οποίες πλέον κυριαρχούν συντριπτικά στις περισσότερες καθημερινές συναλλαγές. Έτσι, οι τράπεζες περνούν σε ένα νέο οργανωτικό μοντέλο, όπου η πυκνότητα του δικτύου είναι αισθητά μειωμένη και τα καταστήματα γίνεται προσπάθεια να αξιοποιηθούν για την παροχή υπηρεσιών με μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία.
Στοιχεία της Ένωσης Τραπεζών αποκαλύπτουν ότι:
- Το 2023 χάθηκαν στις τέσσερις συστημικές τράπεζες 883 θέσεις εργασίας, μέσω προγραμμάτων εθελουσίας εξόδου. Ο συνολικός αριθμός των υπαλλήλων μειώθηκε σε 25.675 από 26558 το 2022. Ο αριθμός των καταστημάτων μειώθηκε κατά 54 και περιορίσθηκαν σε 1.224 από 1.278 το 2022.
- Την περίοδο 2020 - 2023, όπου έγινε και η γρήγορη μετάβαση στις ψηφιακές συναλλαγές, η συρρίκνωση προσωπικού και καταστημάτων ήταν δραματική. Ο αριθμός των υπαλλήλων μειώθηκε από 35.033 στο τέλος του 2019 σε 25.675 στο τέλος του 2023, δηλαδή χάθηκαν 9.358 θέσεις εργασίας, μια μείωση κατά 26,7%. Την ίδια περίοδο, έκλεισαν 424 καταστήματα, καθώς ο συνολικός αριθμός τους μειώθηκε από 1.648 σε 1.224.
- Από τις επιμέρους τράπεζες, η μεγαλύτερη συρρίκνωση δικτύου καταστημάτων και προσωπικού καταγράφεται στην Πειραιώς. Είναι χαρακτηριστικό ότι από το τέλος του 2019 έως το τέλος του 2023 η τράπεζα έκλεισε 149 καταστήματα και μείωσε το προσωπικό της κατά 3.385 υπαλλήλους.