Οικονομία

Ρέγκλινγκ: Εφικτοί οι στόχοι για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας


Η πρόβλεψη για ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας 3,6% φέτος είναι ρεαλιστική, δήλωσε o υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, μιλώντας στο συνέδριο του Economist για την ελληνική οικονομία.

Ο υπουργός είπε ότι η Ελλάδα έχει τις προϋποθέσεις για να επιτύχει τον στόχο της για μία ισχυρή και βιώσιμη ανάπτυξη από το 2022, μετά τη φετινή ανάκαμψη, η οποία θα βασισθεί στις επενδύσεις και τις εξαγωγές. Αναφέρθηκε στις χθεσινές εαρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σύμφωνα με τις οποίες το ελληνικό ΑΕΠ θα αυξηθεί 4,3% φέτος και στις προβλέψεις τραπεζών και ινστιτούτων που θέτουν ακόμη υψηλότερα τον πήχη, κατά μέσο όρο στο 5%. Συνεπώς, είπε, η πρόβλεψή μας είναι συντηρητική, λαμβάνοντας υπόψη την πανδημία.

Ο υπουργός τόνισε, επίσης την πρόβλεψη της Κομισιόν για ανάπτυξη 6% στην Ελλάδα το 2022, πολύ υψηλότερη από ότι για την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και για πολύ υψηλότερη αύξηση των εξαγωγών και των επενδύσεων στην Ελλάδα σε σχέση με την ΕΕ το ίδιο έτος (8% και 15% έναντι 0% και 5%, αντίστοιχα).

Όλοι συμφωνούμε, είπε, ο υπουργός, ότι η Ελλάδα αντιμετώπισε την υγειονομική κρίση και την επίπτωσή της στην οικονομία με ικανοποιητικό τρόπο. Η ελληνική οικονομία, πρόσθεσε, έδειξε αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα και έχει διαμορφωθεί το έδαφος για την ισχυρή ανάκαμψή της, όπως δείχνουν και μία σειρά από δείκτες, όπως η σταθερή αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής, η μεγάλη αύξηση των δεικτών PMI και οικονομικού κλίματος, η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ο δανεισμός της Ελλάδας με αρνητικό επιτόκιο από τις αγορές χρήματος και με ιστορικά χαμηλό επιτόκιο από τις κεφαλαιαγορές, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και η αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου μέσα στην πανδημία.

Εκτός από την επίτευξη υψηλών και διατηρήσιμων ρυθμών ανάπτυξη, ο υπουργός Οικονομικών αναφέρθηκε και στους άλλους βασικούς στόχους που έχει θέσει η κυβέρνηση, όπως την έξοδο από την ενισχυμένη εποπτεία από το 2022, τη μείωση των κόκκινων δανείων των τραπεζών σε μονοψήφιο ποσοστό από το 2022, τη δημοσιονομική ισορροπία από το 2022 και την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων από το 2023 καθώς και την επίτευξη της επενδυτική διαβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου από το πρώτο εξάμηνο του 2023.

Αναφερόμενος στους πυλώνες της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης, ο υπουργός αναφέρθηκε:

- Στη στοχευμένη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων κατά τη σταδιακή μετάβαση στην επανεκκίνηση της οικονομίας

- Στην εφαρμογή συνετής δημοσιονομικής πολιτικής με περαιτέρω μείωση των φορολογικών συντελεστών

- Στη διατήρηση του ισχυρού ταμειακού μαξιλαριού

- Στην επίτευξη μίας βιώσιμης πιστωτικής επέκτασης με την περαιτέρω ενίσχυση του τραπεζικού τομέα,

- Στην ορθολογική χρήση των πόρων των ευρωπαϊκών πόρων και

- Στη δημιουργία ενός πιο ευέλικτου δημοσιονομικού πλαισίου στην ΕΕ.

Ρέγκλινγκ: Εφικτοί οι στόχοι

Ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, Κλάους Ρέγκλινγκ, ο οποίος συμμετείχε στη συζήτηση, επεσήμανε ότι είναι εφικτοί οι στόχοι για ρυθμό ανάπτυξης 3,5% φέτος και 6% το 2022 και αποτελούν το βασικό σενάριο του ESM. Πρόσθεσε ότι παραμένουν οι κίνδυνοι, καθώς η νέα μετάλλαξη του κορονοϊού μπορεί να έχει αρνητικό αντίκτυπο, για παράδειγμα στον τουρισμό. Σε κάθε περίπτωση, σημείωσε, πρέπει να συνεχισθούν οι προσπάθειες για την ενίσχυση του αναπτυξιακού δυναμικού της ελληνικής οικονομίας και χρειάζονται πιο στοχευμένα μέτρα, εστιάζοντας στη στήριξη της απασχόλησης και των επιχειρηματικών επενδύσεων.

Η ελληνική οικονομία, είπε, ήταν πολύ πιο ανθεκτική στην αρχή της πανδημίας, καθώς είχε προηγηθεί την περασμένη δεκαετία μία συνολική και επώδυνη, αλλά αναγκαία προσαρμογή της, με την οποία ανέκτησε την ανταγωνιστικότητα και την πρόσβασή της στις αγορές, εξάλειψε το δημοσιονομικό έλλειμμα και το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και είχε υγιή ανάπτυξη.

Εν συνεχεία, ανέφερε ότι η Ελλάδα είχε τη δυνατότητα να στηρίξει με μέτρα την οικονομία σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας, αλλά σημείωσε ότι τα μέτρα αυτά είχαν κόστος πάνω από 15% του ΑΕΠ τη διετία 2020-21.

Ο ίδιος σημείωσε ότι η Ελλάδα θα ωφεληθεί από τα 31 δισ. ευρώ που είναι διαθέσιμα από το Ταμείο Ανάκαμψης, ενώ έδωσε συγχαρητήρια στον κ. Σταϊκούρα και την κυβέρνηση για το σχέδιο ανάκαμψης, λέγοντας ότι είναι ένα πολύ καλό σχέδιο. Στο σημείο αυτό είπε ότι θα πρέπει να έχουμε κατά νου κάποιους μακροχρόνιους περιορισμούς για τις προοπτικές ανάπτυξης που είναι σημαντικοί, όπως το μάνατζμεντ των δημόσιων επιχειρήσεων, τη δυνατότητα του τραπεζικού τομέα να χορηγεί δάνεια στην οικονομία, το επίπεδο του μη μισθολογικού κόστους και τις ακαμψίες στην αγορά εργασίας. Δεν περιλαμβάνονται όλες αυτές οι μεταρρυθμίσεις, είπε, στο σχέδιο ανάκαμψης. Πρόσθεσε ότι υπάρχουν και κάποια ζητήματα σχετικά με την υλοποίηση του σχεδίου, σημειώνοντας ότι υπάρχουν κάποιοι κίνδυνοι λόγω αδυναμιών της διοίκησης και του μεγάλου αριθμού των ορόσημων που πρέπει να επιτευχθούν.

Ο κ. Ρέγκλινγκ είπε ακόμη ότι πρέπει να έχουμε το νου μας στη βιωσιμότητα του χρέους. Τα χαμηλά επιτόκια, είπε, αμβλύνουν τώρα τις ανησυχίες, αλλά αυτά μπορεί να αυξηθούν όταν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ολοκληρώσει το πρόγραμμά της. Αυτό, τόνισε, δεν σημαίνει ότι κινούμαστε σε μία νέα κρίση χρέους. Ωστόσο, το βάρος από τα μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας έχουν αυξήσει σημαντικά το χρέος και, μόλις σταθεροποιηθεί η ανάκαμψη, η Ελλάδα θα πρέπει να ακολουθήσει έναν αξιόπιστο δημοσιονομικά δρόμο. Αν αυτός συνδυασθεί με τη δέσμευση για τις μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν το αναπτυξιακό δυναμικό, το ελληνικό χρέος μπορεί να παραμείνει βιώσιμο, είπε.