Πολιτική

Ράβουν το κοστούμι νέας επιτροπείας!


Κόντρα στις προσδοκίες της κυβέρνησης για απελευθέρωση της οικονομικής πολιτικής από τα δεσμά της διεθνούς επιτροπείας, από το φθινόπωρο του 2018, κινούνται οι Βρυξέλλες και καθιστούν σαφές ότι θα επιδιωχθεί η διαμόρφωση ενός νέου καθεστώτος εποπτείας, η οποία δεν θα συνδέεται πλέον με τις εκταμιεύσεις δόσεων των δανείων, αλλά με την ενεργοποίηση των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους.

Όπως ανέφερε Ευρωπαίος αξιωματούχος σε άτυπη ενημέρωση των δημοσιογράφων, τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης θα αποφασιστούν μόνο μετά την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος, στα τέλη του 2018. Όμως, διευκρίνισε, δεν θα τελειώσουν όλα τα 2018, γιατί ακόμη και με επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος χρειάζονται 3 έως 5 χρόνια έως ότου αποδώσουν οι μεταρρυθμίσεις και αυτό απαιτεί εποπτεία.

Η δήλωση αυτή φέρνει στην επιφάνεια ένα θέμα που αποτελεί εδώ και αρκετό καιρό σημείο τριβής μεταξύ Ευρωπαίων και ΔΝΤ. Το Ταμείο, από το καλοκαίρι του 2015, όταν έθεσε επίσημα το αίτημα για ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, θεωρούσε ότι τα σχετικά μέτρα θα έπρεπε να αποφασισθούν και να τεθούν το συντομότερο σε εφαρμογή, χωρίς να συνδέεται η υλοποίησή τους με την εφαρμογή του προγράμματος από πλευράς της Αθήνας. Με τον τρόπο αυτό, σύμφωνα με το Ταμείο, θα ήταν δυνατή η γρήγορη αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των επενδυτών στην Ελλάδα, ώστε να ενισχυθούν οι ροές επενδύσεων και να επιταχυνθεί η ανάπτυξη.

Αντίθετα, το Βερολίνο επέμενε -και τελικά η απαίτησή του έγινε δεκτή- να εφαρμοσθούν τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους στη λήξη του προγράμματος, μόνο υπό τον όρο ότι θα έχει διαπιστωθεί, ως τότε, η πλήρης εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων από την ελληνική πλευρά. Δηλαδή, η ελάφρυνση του χρέους μετατράπηκε σε ένα ισχυρό μοχλό πίεσης προς την Αθήνα, προκειμένου να αποφευχθούν παρεκκλίσεις και καθυστερήσεις στο πρόγραμμα, αλλά και για να είναι βέβαιη η γερμανική κυβέρνηση ότι δεν θα εφαρμοσθούν μέτρα για το χρέος πριν τις εκλογές του φθινοπώρου.

Το σενάριο που εμμέσως πλην σαφώς περιέγραψε σήμερα ο Ευρωπαίος αξιωματούχος προβλέπει ότι τα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα που θα συμφωνηθούν από τους δανειστές θα εφαρμόζονται σταδιακά από το φθινόπωρο του 2018 και η εφαρμογή τους θα «συρθεί» ως το 2021 ή ακόμη και ως το 2023.

Στην περίοδο αυτή, η σημερινή και η επόμενη ελληνική κυβέρνηση θα βρεθούν σε ένα νέο καθεστώς εξωτερικής εποπτείας, που προς το παρόν δεν έχει συμφωνηθεί μεταξύ των δανειστών. Πάντως, τα μέτρα ελάφρυνσης χρέους υπάρχει πρόθεση να συνδεθούν με ένα νέο πλαίσιο ελέγχου της εφαρμοζόμενης οικονομικής πολιτικής, που θα είναι αρκετά αυστηρότερο από το προβλεπόμενο για τα άλλα κράτη μέλη, βάσει του Συμφώνου Σταθερότητας.

Ένα σενάριο που είχε εξετασθεί στο παρελθόν, από την εποχή Σαμαρά, προέβλεπε την ένταξη της Ελλάδας μετά το μνημόνιο στο μηχανισμό Enhanced Conditions Credit Line (ECCL) του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, ο οποίος θα λειτουργούσε συμπληρωματικά, σε κάθε περίπτωση που η ελληνική κυβέρνηση διαπίστωνε ότι δεν θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί από την αγορά, ή ότι το κόστος δανεισμού θα ήταν ασύμφορο. Σε αυτή την περίπτωση, η Ελλάδα θα ήταν υποχρεωμένη να συνομολογήσει ένα νέο μνημόνιο, όπως προβλέπεται από το καταστατικό του ESM.

Το εν λόγω σχήμα επιτήρησης είναι πολιτικά επαχθές και δεν είναι τυχαίο ότι καμιά από τις χώρες που βγήκε από το μνημόνιο δεν το αποδέχθηκε. Σε κάθε περίπτωση, στις προσεχείς συνομιλίες Ευρωπαίων - ΔΝΤ, πάντως, θα πρέπει από κοινού οι δανειστές να... ράψουν ένα νέο κοστούμι επιτήρησης της Ελλάδας μετά το μνημόνιο, που θα συνοδεύεται όχι από το «μαστίγιο» του «παγώματος» εκταμίευσης δόσεων, αλλά από το «καρότο» της ενεργοποίησης μέτρων για το χρέος...