Σε πεδίο σκληρής μάχης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Γερμανίας για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους αναμένεται να μετατραπεί η κρίσιμη συνεδρίαση του Washington Group, που, εκτός σοβαρού απροόπτου, θα συγκληθεί στο περιθώριο των εργασιών της εαρινής συνόδου του Ταμείου, στις 21-23 Απριλίου.
Αυτό το άτυπο όργανο, στο οποίο μετέχουν κορυφαίοι πολιτικοί εκπρόσωποι και τεχνοκράτες όλων των δανειστών της Ελλάδας, θα λάβει τις αποφάσεις για τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, τις οποίες θα κληθεί να επικυρώσει αργότερα (τον Μάιο ή τον Ιούνιο) το Eurogroup.
Στο γερμανικό υπουργείο Οικονομικών είναι φανερό ότι επικρατεί έντονη νευρικότητα ενόψει αυτών των συνομιλιών, καθώς η ελληνική κυβέρνηση απέχει πλέον ελάχιστα από μια συμφωνία για το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης, αλλά και για τα μέτρα που έχει ζητήσει το Ταμείο για την περίοδο μετά το τέλος αυτού του προγράμματος.
Έτσι, αν δεν υπάρξει κάποια απρόβλεπτη εξέλιξη, όπως θα ήταν κάποια από τις συνήθεις... τρικλοποδιές από τη γερμανική πλευρά, ο Β. Σόιμπλε θα είναι πολύ σύντομα αντιμέτωπος με... τη λυπητερή, που προσπαθεί σταθερά να αποφύγει: τον προσδιορισμό των μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, με όση ευκρίνεια ζητήσει το ΔΝΤ, προκειμένου να καταρτίσει αναθεωρημένη ανάλυση βιωσιμότητας χρέους, ώστε να επανέλθει στο χρηματοδοτικό σκέλος του ελληνικού προγράμματος.
"Διαρροή" με σκοπιμότητα
Σε αυτό το πλαίσιο, δεν είναι καθόλου τυχαίος ο χρόνος της «διαρροής» εγγράφου του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών στην “Handelsblatt”, όπου γίνονται, όπως είπε ο εκπρόσωπος του υπουργείου, «αριθμητικοί υπολογισμοί» του κόστους που θα είχε για τους Ευρωπαίους δανειστές μια εφαρμογή της πρότασης του ΔΝΤ για ένα «πλαφόν» (“capping”) στο επιτόκιο δανεισμού της Ελλάδας.
Ούτε είναι, βεβαίως, συμπτωματικό ότι τη σκυτάλη από το υπουργείο Οικονομικών της Γερμανίας έσπευσε να πάρει εκπρόσωπος του... γερμανοκρατούμενου Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, δηλώνοντας ότι στα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους δεν θα περιλαμβάνεται το «πλαφόν» στο κόστος δανεισμού.
Επανάληψη γνωστών θέσεων
Η θέση της Γερμανίας, σύμφωνα με την οποία στο μείγμα μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους δεν θα πρέπει να περιληφθεί το «κλείδωμα» των επιτοκίων, είναι γνωστή από καιρό και έχει εκφρασθεί και από την καγκελάριο Μέρκελ. Η επιχειρηματολογία του Βερολίνου κινείται σε δύο άξονες:
- Από οικονομική άποψη, θεωρούν ότι το κόστος της σταθεροποίησης του επιτοκίου θα είναι δυσβάστακτο για τους Ευρωπαίους δανειστές. Η απώλεια θα ξεπεράσει τα 100 δισ. ευρώ, δηλαδή θα πρόκειται για ένα «καμουφλαρισμένο», νέο δανειακό πρόγραμμα για την Ελλάδα.
- Από νομική σκοπιά, η γερμανική κυβέρνηση υποστηρίζει ότι δεν είναι επιτρεπτό να δανείζει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας την Ελλάδα με επιτόκιο χαμηλότερο από αυτό που ο ίδιος θα δανείζεται από την αγορά. Αυτό, ισχυρίζεται το Βερολίνο, θα προκαλέσει ζημιές στον ΕΜΣ, προς όφελος της Ελλάδας, άρα θα πρόκειται για ένα μέτρο ισοδύναμο της ανάληψης ελληνικών χρεών από άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και θεσμούς, κάτι που απαγορεύεται ρητά από την ευρωπαϊκή συνθήκη.
ΔΝΤ: Επιτόκιο 1,5% για 30 χρόνια!
Το ΔΝΤ, όμως, έχει προ πολλού απορρίψει αυτή την επιχειρηματολογία του Βερολίνου, η οποία ήταν ήδη γνωστή τον περασμένο μήνα, όταν το προσωπικό του Ταμείου έδινε στη δημοσιότητα, στο πλαίσιο της διαβούλευσης του άρθρου IV, τη νεότερη ανάλυση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.
Σε αυτή την ανάλυση, το Ταμείο προχωρούσε σε υπολογισμούς για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους με ένα σενάριο αναδιάρθρωσης, στο οποίο περιλαμβάνονται δραστικά μέτρα για τη σταθεροποίηση του κόστους δανεισμού.
Το Ταμείο πρότεινε το «κλείδωμα» των επιτοκίων όλων των δανείων που έχει πάρει η Ελλάδα από τον ESM και το EFSF (δεύτερο μνημόνιο), τα οποία είναι της τάξεως των 200 δισ. ευρώ και αποτελούν τον κύριο όγκο του χρέους, σε επίπεδα που δεν θα ξεπερνούν το 1,5% για 30 (!) χρόνια.
Πρόκειται για ανώτερο επιτόκιο συνταρακτικά χαμηλότερο από το μακροπρόθεσμο επιτόκιο της ευρωζώνης, που υπολογίζεται σε 3,8% από το Ταμείο. Δηλαδή, το ΔΝΤ επιμένει ότι η Ελλάδα θα πρέπει να δανείζεται με κόστος περίπου 2% χαμηλότερο από το κόστος δανεισμού του ίδιου του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας.
Θα επιμείνουν...
Μάλιστα, το Ταμείο σημείωνε στην έκθεση ότι το Eurogroup έχει ήδη συμφωνήσει στο «κλείδωμα» κάποιων επιτοκίων δανείων προς την Ελλάδα, αλλά το εύρος των μέτρων που έχουν συμφωνηθεί ήδη είναι πολύ μικρότερο από όσο απαιτείται για να διασφαλισθεί η βιωσιμότητα του χρέους, σύμφωνα με το βασικό σενάριο του ΔΝΤ.
Αυτές οι θέσεις του ΔΝΤ είναι εξίσου ισχυρές με τις θέσεις που πήρε για τα μέτρα που θα πρέπει να εφαρμόσει η Ελλάδα μετά το 2018. Με άλλα λόγια, αποτελούν βασικό όρο για να μπει το Ταμείο σε ένα νέο χρηματοδοτικό πρόγραμμα για την Ελλάδα και δεν είναι πιθανό να «νερωθούν», για να εξυπηρετηθούν οι πολιτικές σκοπιμότητες της γερμανικής κυβέρνησης.
Έτσι, όλα δείχνουν ότι οι διαπραγματεύσεις του Απριλίου μεταξύ των πιστωτών της χώρας θα είναι δραματικές, καθώς ο Β. Σόιμπλε θα βρεθεί, εάν δεν ικανοποιήσει τις απαιτήσεις του Ταμείου, αντιμέτωπος με το «μαύρο», για τον ίδιο, σενάριο: να εγκαταλείψει το ΔΝΤ το ελληνικό πρόγραμμα, χωρίς, αυτή την φορά, να μπορεί να χρεωθεί η ευθύνη στους «Έλληνες που δεν προχωρούν τις μεταρρυθμίσεις».