Διεθνή

Πυρά Ερντογάν κατά Ισραήλ πριν από την αναχώρησή του για τη Νέα Υόρκη


Για τη Νέα Υόρκη, όπου θα συμμετάσχει στην 79η συνεδρίαση της Γενικής Συνέλευσης του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) και θα έχει σειρά επαφών με επικεφαλής κρατών και κυβερνήσεων, αναχώρησε ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Σε δηλώσεις του πριν από την αναχώρησή του από την Κωνσταντινούπολη, ο Τούρκος πρόεδρος εξαπέλυσε νέα επίθεση κατά του Ισραήλ, λέγοντας ότι συμπεριφέρεται σαν τρομοκρατική οργάνωση. «Δυστυχώς, το Ισραήλ κάνει και πάλι επιθέσεις όχι ως κράτος, αλλά σαν τρομοκρατική οργάνωση. Ιδιαίτερα τώρα, οι ψηφιακές επιθέσεις που έκανε είναι μια πολύ σαφής απόδειξη του γεγονότος αυτού. Με αυτή την επίθεση, το Ισραήλ έδειξε ανοικτά και ξεκάθαρα ότι δεν έχει ευαισθησίες έναντι των πολιτών και ότι μπορεί να χρησιμοποιήσει κάθε μέσο για να πετύχει τις μισητές του φιλοδοξίες» δήλωσε.

Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν διευκρίνισε ότι κατά την ομιλία του στη Γενική Συνέλευση που ΟΗΕ, στις 24 Σεπτεμβρίου, θα αναφερθεί ειδικότερα «στα βήματα που μπορούν να γίνουν από κοινού ενάντια στη γενοκτονία στη Γάζα και στις επιθετικές πολιτικές του Ισραήλ».

Σημείωσε δε ότι «η χειμερινή περίοδος που πλησιάζει θα επιδεινώσει περαιτέρω τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι αδελφοί μας στη Γάζα. Η πείνα, η δίψα, η έλλειψη βασικών τροφίμων και ιατρικών προμηθειών επιδεινώνουν την κατάσταση στο πεδίο. Η ισραηλινή κυβέρνηση σκοτώνει περισσότερους από δύο εκατομμύρια ανθρώπους στη Γάζα, την οποία έχει μετατρέψει σε ένα είδος ναζιστικού στρατοπέδου εξόντωσης, είτε με τις βόμβες, είτε με την πείνα και τη δίψα». O Τούρκος πρόεδρος ζήτησε επίσης από τη διεθνή κοινότητα, και ιδιαίτερα τις δυτικές χώρες, «να σταματήσουν να παρακολουθούν τις δολοφονικές πράξεις του Ισραήλ και να λάβουν αποτρεπτικά μέτρα»

Ο ίδιος προανήγγειλε ότι στην ομιλία του στη Γενική Συνέλευση θα επιστήσει την προσοχή στην ανάγκη μεταρρύθμισης, ιδίως του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος. «Θα υπογραμμίσω την ανάγκη για μια πιο περιεκτική και αποτελεσματική δομή. Θα δηλώσω την υποστήριξη της Τουρκίας στο θέμα αυτό» τόνισε ο ο Ταγίπ Ερντογάν.

Για την εξομάλυνση των σχέσεων της Τουρκίας με τη Συρία και το ενδεχόμενο συνάντησης με τον Σύρο πρόεδρο Μπασάρ αλ 'Ασαντ, ο κ. Ερντογάν παρατήρησε ότι η κυβέρνηση της Δαμασκού και η αντιπολίτευση «διατηρούν μια στάση μη σύγκρουσης στη Συρία» εδώ και αρκετό καιρό. Όπως ανέφερε, «η κατάσταση αυτή παρέχει ένα ευνοϊκό περιβάλλον για να ανοίξει μια αποτελεσματική πόρτα για μια μόνιμη λύση. Εκατομμύρια άνθρωποι εκτός Συρίας περιμένουν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Έχουμε απευθύνει έκκληση για το θέμα αυτό και έχουμε εκφράσει την προθυμία μας να συναντηθούμε με τον Μπασάρ αλ 'Ασαντ για την εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ Τουρκίας και Συρίας. Τώρα περιμένουμε απάντηση από την άλλη πλευρά. Είμαστε έτοιμοι γι' αυτό. Ως δύο μουσουλμανικές χώρες, θέλουμε να αποκαταστήσουμε αυτή την ενότητα και τη σύμπνοια το συντομότερο δυνατό. Πιστεύω ότι μια νέα περίοδος στις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών θα ξεκινήσει ελπίζω ως αποτέλεσμα μιας τέτοιας συνάντησης (σ.σ. μεταξύ Ερντογάν και 'Ασαντ)».

Τέλος, ο Τούρκος πρόεδρος προσέθεσε ότι θα έχει στη Νέα Υόρκη σειρά επαφών με ηγέτες από διάφορες χώρες, ενώ ειδικότερα για το ενδεχόμενο συνάντησής του με τον Αμερικανό πρόεδρο, Τζο Μπάιντεν, διευκρίνισε ότι δεν έχει προγραμματιστεί ακόμη διμερής συνάντηση ωστόσο, όπως είπε, «μπορούμε και θα συναντηθούμε σε διάφορες περιστάσεις».

Τα σημερινά δημοσιεύματα του τουρκικού Τύπου αναφέρονται με παρόμοιες διατυπώσεις στη μετάβαση του κ. Ερντογάν στη Νέα Υόρκη. Οι τίτλοι υπογραμμίζουν πως η ομιλία του στη Γενική Συνέλευση την Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου θα είναι «η φωνή της Γάζας».

Στα δημοσιεύματα επισημαίνεται πως ο Τούρκος πρόεδρος έχει επίσης προγραμματίσει διμερή συνάντηση με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, στο πλαίσιο προγράμματος συναντήσεών του με αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων στο περιθώριο της συνόδου. Σε σχετικό δημοσίευμα της αγγλόγλωσσης Daily Sabah αναφέρεται επίσης, μεταξύ άλλων, ότι ο Ταγίπ Ερντογάν θα ζητήσει από τη διεθνή κοινότητα να αναγνωρίσει την αυτοαποκαλούμενη «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου» εγκαθιδρύοντας διπλωματικές, πολιτικές και οικονομικές σχέσεις.