Οικονομία

PwC: Το 2020 χρονιά της επιβράδυνσης για την παγκόσμια οικονομία


Κατά το 2020, η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη αναμένεται να αυξηθεί κατά 3,4% σε σύγκριση με τον μακροπρόθεσμο μέσο όρο του 3,8% ανά έτος που σημειώνεται από την αρχή του 21ου αιώνα, σύμφωνα με τις νέες εκτιμήσεις της μελέτης Global Economy Watch της PwC.

Η PwC προβλέπει ότι το 2020 θα είναι η χρονιά του «slowbalisation», της επιβράδυνσης δηλαδή της παγκόσμιας οικονομίας, με τις εμπορικές εντάσεις να συνεχίζουν να δημιουργούν εμπόδια στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες και την περαιτέρω ολοκλήρωση της παγκόσμιας οικονομίας.

Ωστόσο, βάσει των σχετικών εκτιμήσεων που αποτυπώνονται στη μελέτη, οι υπηρεσίες θα συνεχίσουν να αποτελούν το ισχυρό σημείο για το παγκόσμιο εμπόριο, με τη συνολική παγκόσμια αξία εξαγωγής υπηρεσιών να εκτιμάται στο ρεκόρ των 7 τρισ. δολαρίων το 2020. Οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο προβλέπεται να παραμείνουν οι κορυφαίοι εξαγωγείς υπηρεσιών, αν και η Κίνα αναμένεται να ξεπεράσει τη Γαλλία, καταλαμβάνοντας την τέταρτη θέση κατά τη διάρκεια του έτους.

Σύμφωνα με τη γενική εικόνα για το 2020, η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη θα συνεχίσει με ήπιους ρυθμούς. Η στήριξη και η ανάπτυξη των μεγάλων οικονομιών θα βασιστεί στις ευνοϊκές οικονομικές συνθήκες και την  αυξημένη εξάρτηση από την καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών, αντί των καθαρών εξαγωγών και επενδύσεων.

Όπως επισημαίνει ο Barret Kupelian, επικεφαλής οικονομολόγος της PwC στο Ηνωμένο Βασίλειο: «Η παγκοσμιοποίηση έχει αποτελέσει καθοριστικό χαρακτηριστικό της παγκόσμιας οικονομίας από τη δεκαετία του 1970. Ωστόσο, ο όγκος των εμπορευματικών συναλλαγών επιβραδύνθηκε δραματικά, φτάνοντας στο σημείο να αντιστραφεί το 2019. Σε συνδυασμό με την ουσιαστική κατάργηση του μηχανισμού επίλυσης διαφορών του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, αναμένουμε ακόμα μεγαλύτερες προκλήσεις για το παγκόσμιο εμπόριο.

Αξίζει να σημειωθεί ότι πρόκειται για μια περίοδο επιβράδυνσης της παγκοσμιοποίησης (slowbalisation) — με τις ροές του εμπορίου να συνεχίζουν να αυξάνονται, αλλά σε πιο αργό ρυθμό. Δεδομένης της σύνδεσης μεταξύ των εμπορευματικών συναλλαγών με την οικονομική ανάπτυξη, αναμένουμε να δούμε μια παρόμοια επίδραση στην παγκόσμια οικονομία το 2020 με ανάπτυξη κάτω του μέσου όρου».

Με βάση τα ευρήματα της μελέτης εκτιμάται η συνέχιση της δημιουργίας θέσεων στις χώρες G7, αγγίζοντας τα 2 εκατομμύρια, εκ των οποίων τέσσερις στις πέντε αφορούν στις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιαπωνία. Καθώς η δεξαμενή εργατικού δυναμικού στις G7 σταδιακά περιορίζεται, τα έσοδα θα συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία. Χωρίς όμως βελτιώσεις σε επίπεδο παραγωγικότητας, τα περιθώρια επιχειρηματικού κέρδους ενδέχεται να περιοριστούν.

Αντίστοιχα, η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας (ΔΟΕ) εκτιμά ότι στις επτά μεγαλύτερες αναδυόμενες οικονομίες, τις αποκαλούμενες Ε7, θα δημιουργηθούν περίπου 8 εκατομμύρια θέσεις εργασίας. Σύμφωνα με τις προβλέψεις για την απασχόληση του ΔΟΕ στις χώρες G7, οι θέσεις εργασίας θα καταληφθούν ισότιμα από άνδρες και γυναίκες. Εντός των χωρών Ε7 ωστόσο, η ΔΟΕ αναμένει ότι η κατανομή των θέσεων εργασίας θα είναι λιγότερο ισότιμη μεταξύ των δύο φύλων.

Στην 5η θέση των μεγαλύτερων οικονομιών η Ινδία

Σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, το 2019 ήταν η χρονιά κατά την οποία η Ινδία ανέβηκε στην πέμπτη θέση των μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου, ξεπερνώντας το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γαλλία. Πρόκειται για μια συνεχή διαδικασία, με την Ινδία να θεωρείται πιθανόν (σύμφωνα με τις τρέχουσες τάσεις) να ξεπεράσει τη Γερμανία πριν το 2025 και την Ιαπωνία πριν το 2030, κατακτώντας τη θέση της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας στον κόσμο μετά την Κίνα και τις ΗΠΑ. Η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο πλέον θα ανταγωνίζονται για την έκτη θέση, με την κατάταξη τους να εξαρτάται από την αξία της λίρας έναντι του ευρώ, το οποίο ενδεχομένως να παραμείνει ευμετάβλητο το 2020.

Η ανανεώσιμη ενέργεια και η κατανάλωση πυρηνικής ενέργειας παγκοσμίως θα ανέλθει στο υψηλότερο επίπεδο που έχει φτάσει ποτέ και συγκεκριμένα, θα υπερβεί το 20% της παγκόσμιας κατανάλωσης ενέργειας. Η άνοδος της ανανεώσιμης ενέργειας αντανακλά τον τρόπο με τον οποίο οι επιχειρήσεις, τα νοικοκυριά και οι κυβερνήσεις προσαρμόζονται και αλλάζουν τη στάση τους.

Η Κίνα αναμένεται να αποτελέσει το μεγαλύτερο καταναλωτή αυτού του είδους ενέργειας, με την Ευρώπη να ακολουθεί στη δεύτερη θέση. Το πετρέλαιο, ωστόσο, αναμένεται να συνεχίσει να αποτελεί την κύρια πηγή ενέργειας το 2020 για την παγκόσμια οικονομία, με το κάρβουνο και το φυσικό αέριο να έπονται. Οι ΗΠΑ και η Κίνα θα παραμείνουν ο μεγαλύτερος καταναλωτής πετρελαίου στον κόσμο και το 2020.

Το 2020, ο παγκόσμιος πληθυσμός αναμένεται να αγγίξει τα 7,7 δισεκατομμύρια, καταγράφοντας περίπου 10% αύξηση εντός της τελευταίας δεκαετίας. Περίπου το μισό της ετήσιας αύξησης πληθυσμού παγκοσμίως αναμένεται να προέλθει από την Κίνα, την Ινδία και την Υποσαχάρια Αφρική. Ταυτόχρονα, ο αριθμός του πληθυσμού  άνω των 60 ετών παγκοσμίως αναμένεται να υπερβεί το όριο του ενός δισεκατομμυρίου. Η Κίνα αναμένεται να έχει αριθμό ανθρώπων άνω των 65 ετών μεγαλύτερο και από τις υπόλοιπες 6 μεγαλύτερες αναδυόμενες οικονομίες μαζί.