Διεθνή

Διαφθορά και οργανωμένο έγκλημα ταλανίζουν την Αλβανία


Πρώην υπουργός Εσωτερικών δικάζεται αύριο για εμπόριο ναρκωτικών, ηγέτης της αντιπολίτευσης θεωρείται ύποπτος για ξέπλυμα χρήματος, παρά τις προσπάθειές της, η Αλβανία αγωνίζεται να σκοτώσει τους παλιούς δαίμονες που απειλούν το ευρωπαϊκό της μέλλον.

Οι Αλβανοί αξιωματούχοι επιμένουν ότι καμία χώρα δεν έχει κάνει περισσότερα κατά της διαφθοράς και του οργανωμένου εγκλήματος, δύο σημαντικές προτεραιότητες για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ελπίζουν ότι τα κράτη μέλη της ΕΕ θα επιδείξουν αυτόν τον βολονταρισμό που χρειάζεται για την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων εντός του έτους.

Στην τελευταία αξιολόγησή της του Μαΐου, η Κομισιόν καταγράφει πρόοδο, όμως επισημαίνει ότι «η διαφθορά είναι διαδεδομένη ... και παραμένει σημείο ανησυχίας».

Αν και οι φυτείες κάνναβης έχουν σχεδόν εξαφανισθεί από τα αλβανικά βουνά, «οι προσπάθειες πρέπει να συνεχισθούν για την αντιμετώπιση του ξεπλύματος χρήματος και για την κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων που έχουν αποκτηθεί παρανόμως ή προέρχονται από μη δικαιολογημένες δραστηριότητες», αναφέρεται στην έκθεση της ΕΕ.

Χρειάζεται να συσταθεί μία εισαγγελία κατά της διαφθοράς, όπως και μία υπηρεσία που θα ερευνά πολιτικούς και υψηλόβαθμους αξιωματούχους.

Μία δικαστική μεταρρύθμιση που ξεκίνησε με την ενθάρρυνση της Ένωσης, προβλέπει την εξέταση του παρελθόντος, των διασυνδέσεων και των περιουσιακών στοιχείων δικαστών, αλλά και αιρετών αρχόντων και υψηλόβαθμων δημοσίων λειτουργών.

Πολιτική δίκη

Από τους 800 δικαστές, περισσότεροι από 140 έχουν ήδη περάσει από την βάσανο της ad hoc επιτροπής: περί τους 90 απηλλάγησαν των καθηκόντων τους ή προτίμησαν να παραιτηθούν από το να υποστούν την έρευνα. Σε βαθμό που ένας θεσμός όπως είναι το Συνταγματικό Δικαστήριο δεν μπορεί πλέον να λειτουργήσει, αφού μόνο ένας από τους εννέα δικαστές παραμένει στην θέση του...

Τα περιουσιακά στοιχεία του ανθρώπου που υπήρξε ο πλέον υψηλόβαθμος δικαστικός της Αλβανίας, του πρώην γενικού εισαγγελέα Αντριάτικ Λάλα, έχουν κατασχεθεί στο πλαίσιο έρευνας για ξέπλυμα χρήματος.

Ο Σαΐμιρ Ταχίρι, 39 ετών, υπήρξε κομβικό πρόσωπο της κυβέρνησης μέχρι την παραίτησή του από το πόστο του υπουργού Εσωτερικών το 2017, λόγω υποψιών για συνεργασία με εμπόρους ναρκωτικών.

Αύριο, αρχίζει η δίκη του στα Τίρανα. Το όνομα αυτού του πολιτικού συμμάχου του πρωθυπουργού Εντι Ράμα εμφανίσθηκε στις υποκλαπείσες συνομιλίες εμπόρου ναρκωτικών και μακρινού του εξαδέλφου. «Ενα βουνό λάσπης ρίχτηκε επάνω του με βάση τις συκοφαντίες κάποιων εγκληματιών», σχολίαζε πριν από λίγους μήνες ο Εντι Ράμα.

Σύμφωνα με τον δικηγόρο του Μακς Χατζία, εντελλόμενοι την δίκη κατά του Σαΐμιρ Ταχίρι, «οι εισαγγελείς δεν κάνουν κάτι άλλο από το να υπερασπίζονται τις πολιτικές τους θέσεις».

Ο ηγέτης της κεντροδεξιάς αντιπολίτευσης Λουλζίμ Μπάσα έχει υιοθετήσει την ίδια υπερασπιστική γραμμή, καταγγέλλοντας «πολιτική δίκη» και «απόπειρα εκφοβισμού», όταν εκλήθη χθες από την δικαιοσύνη ως ύποπτος για ξέπλυμα χρήματος και παράνομη πολιτική χρηματοδότηση.

Κάνοντας χρήση μίας βίαιης ρητορικής, αριστερά και δεξιά αλληλοκατηγορούνται για σχέσεις με το πανίσχυρο οργανωμένο έγκλημα.

Η δεξιά επιτίθεται στον Εντι Ράμα κατηγορώντας τον ότι «έχει κάνει την Αλβανία Κολομβία της Ευρώπης» και ότι «χρησιμοποίησε το χρήμα αυτό για να αγοράσει τα αποτελέσματα των εκλογών», πράγμα που ο ίδιος διαψεύδει και απαντά ότι όταν η δεξιά ήταν στην εξουσία δεν στράφηκε ποτέ κατά των εμπόρων του Λαζαράτι (Λαζαράτες) που θεωρείτο «ο παράδεισος της κάνναβης», μέχρι το 2014, όταν, ένα χρόνο μετά την ανάληψη της εξουσίας από τον Εντι Ράμα πραγματοποιήθηκε εκεί θεαματική αστυνομική επιχείρηση.

Κατά την διάρκεια άλλης μεγάλης κλίμακας επιχείρησης το 2018, η αστυνομία συνέλαβε πολλούς «νονούς», προεξάρχοντος του Κλέμεντ Μπαλίλι, του επονομαζόμενου «Πάμπλο Εσκομπάρ των Βαλκανίων».

«Τα αποτελέσματα είναι εντυπωσιακά», δήλωσε τον Μάιο η επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Φεντερίκα Μογκερίνι.

«Αλλά οι αλληλοκατηγορίες παγιδεύουν την χώρα σε έναν φαύλο κύκλο, δημιουργώντας την εντύπωση ότι κάθε κόμμα έχει τους δικούς του εγκληματίες», δηλώνει ο Αφρίμ Κρασνίτσι, καθηγητής του Δικαίου και διευθυντής του Ινστιτούτου Πολιτικών Σπουδών των Τιράνων.

Ωστόσο, ο ίδιος πιστεύει ότι η πρόοδος που έχει καταγραφεί είναι πραγματική: «Από το 2015 έως το 2018, ένας δήμαρχος και έξι βουλευτές υποχρεώθηκαν να παραιτηθούν διότι απέκρυψαν το εγκληματικό τους παρελθόν. Επίσης περί τους 30 τοπικοί αιρετοί άρχοντες και 265 δημόσιοι λειτουργοί αναγκάσθηκαν να παραιτηθούν».

Αλλά πρέπει να προχωρήσουμε περισσότερο, λέει ο πανεπιστημιακός, με «έναν νόμο για την οικονομική διαφάνεια των πολιτικών κομμάτων» για να διαπιστώνεται η προέλευση των οικονομικών τους πόρων.

ΑΠΕ-ΜΠΕ