Σε γενναία αναβάθμιση-έκπληξη κατά δύο βαθμίδες του αξιόχρεου του ελληνικού δημοσίου κατά δύο βαθμίδες, σε Β1 από Β3, προχώρησε ο οίκος αξιολόγησης Moody’s.
Ταυτόχρονα μετέβαλε την προοπτική της χώρας από θετική σε σταθερή, κάτι που σημαίνει ότι δεν προβλέπει μεταβολή του το αμέσως προσεχές διάστημα.
Η αναβάθμιση κατά δύο βαθμίδες της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας, αποτελεί ψήφο εμπιστοσύνης προς την οικονομία σε μια μεταβατική περίοδο που ψάχνει τα μεταμνημονιακά της βήματα.
Η κίνηση της Moody’s αναβαθμίζει παράλληλα την εικόνα της ελληνικής οικονομίας στα «μάτια» των ξένων επενδυτών.
Σύμφωνα με τη Moody’s οι λόγοι για την αναβάθμιση του κρατικού αξιόχρεου της Ελλάδας είναι οι ακόλουθοι:
- Το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων δείχνει εδραιωμένο και οι ήδη υλοποιημένες μεταρρυθμίσεις έχουν αρχίσει να αποδίδουν. Η ενίσχυση της οικονομίας σε συνδυασμό με την επιτήρηση από τους δανειστές θα μειώσει περαιτέρω το ρίσκο ανατροπής των μεταρρυθμίσεων.
- Πλέον υπάρχει ιστορικό δημοσιονομικής υπεραπόδοσης, κάτι που αναμένεται να συνεχιστεί καθώς το μεγαλύτερο μέρος της δημοσιονομικής βελτίωσης οφείλεται σε δομικά μέτρα.
- Εχει βελτιωθεί σημαντικά η βιωσιμότητα του χρέους από το πακέτο ελάφρυνσης του περασμένου Ιουνίου.
Ο οίκος θεωρεί επίσης ότι ένας από τους βασικούς λόγους βελτίωσης του πιστωτικού προφίλ της Ελλάδας τα τελευταία χρόνια είναι η πρόοδος στο πρόγραμμα προσαρμογής που συμφωνήθηκε με τους πιστωτές. Ενώ η πρόοδος διακόπηκε κάποιες φορές, με τους στόχους να καθυστερούν ή να χάνονται, η δυναμική δείχνει να είναι εδραιωμένη με καλές προοπτικές περαιτέρω προόδου και χαμηλό ρίσκο ανατροπής των πολιτικών.
Κατά την άποψη της Moodys, η συνεχιζόμενη μεταρρυθμιστική προσπάθεια έχει αρχίσει να αποδίδει. Η οικονομία έχει γίνει πιο «ανοιχτή» τα τελευταία χρόνια, με τις εξαγωγές να αντιστοιχούν στο 37% του ονομαστικού ΑΕΠ σε σχέση με 22% το 2010.
Η ανταγωνιστικότητα έχει βελτιωθεί λόγω της σημαντικής μείωσης του εργασιακού κόστους, και οι εξαγωγές προϊόντων και υπηρεσιών επιτάχυναν την βελτίωσή τους το 2018.
Οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας έχουν αρχίσει να αντανακλάται σε ισχυρή αύξηση της εργασίας, με άνοδο πλέον του 2% ετησίως την τελευταία τριετία, περισσότερο από την άνοδο του ΑΕΠ. Η ενίσχυση της ευελιξίας στην αγορά εργασίας, η στροφή προς αποκεντρωμένες εργασιακές διαπραγματεύσεις και ο περιορισμός της παραδοσιακά ισχυρής προστασίας της εργασίας που λειτουργούσε σαν εμπόδιο στις προσλήψεις ήταν βασικοί στόχοι των μεταρρυθμίσεων που εφαρμόστηκαν στα προγράμματα προσαρμογής.
Οι ιδιωτικοποιήσεις έχουν αρχίσει να επιταχύνονται πρόσφατα και αποτελούν θετικό βήμα προς την προσέλκυση διεθνούς εμπειρίας, κεφαλαίων και επενδύσεων.
Το ρίσκο ανατροπών
Η θετική εκτίμηση της Moody's λαμβάνει χώρα παρά κάποιες πρόσφατες κυβερνητικές αποφάσεις που δεν ευθυγραμμίζονται με τις δεσμεύσεις. Ειδικότερα, η απόφαση αύξησης του κατώτατου μισθού κατά 11% ξεπερνά τις συστάσεις για αύξηση κατά 5-10% και θα μειώσει την ανταγωνιστικότητα αν μεταφραστεί σε γενικευμένη μεγάλη αύξηση των μισθών.
Επίσης, η πρόσφατη δεύτερη έκθεση μεταμνημονιακής εποπτείας της Κομισιόν σημειώνει ότι παρά την καλή πρόοδο, η Ελλάδα έχει μείνει πίσω στην υλοποίηση συγκεκριμένων δεσμεύσεων ενώ συνεχίζεται η συζήτηση για τη σημαντική αλλαγή στην προστασία της πρώτης κατοικίας (νόμος Κατσέλη). Η συνέχιση των καθυστερήσεων θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την υπεσχημένη επιστροφή σχεδόν 1 δισ. ευρώ από την ευρωζώνη.
Ωστόσο, ο οίκος σημειώνει ότι το ρίσκο σημαντικής ανατροπής ήδη εφαρμοσμένων μεταρρυθμίσεων είναι περιορισμένο, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των εκλογών που αναμένεται να πραγματοποιηθούν τον Οκτώβριο ή και νωρίτερα.
Τα πιο πολιτικά επίπονα μέτρα έχουν ήδη εφαρμοστεί με την οικονομία να δείχνει σημάδια ανάκαμψης, μειώνοντας το κίνητρο οποιασδήποτε κυβέρνησης να θέσει σε κίνδυνο τα σκληρά κερδισμένα οφέλη. Η συνεχιζόμενη επιτήρηση από τους πιστωτές περιορίζει περαιτέρω το ρίσκο ανατροπών.
Οι τράπεζες
Το ΤΧΣ και η Τράπεζα της Ελλάδος παρουσίασαν νέες προτάσεις για την επιτάχυνση της μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων των τραπεζών, κάτι που -αν εφαρμοστεί- θα μπορούσε να αποτελέσει βασικό στοιχείο μιας πιο επιθετικής αντιμετώπισης της βασικής αδυναμίας των τραπεζών.