Ζοφερή είναι η κατάσταση στην αγορά εργασίας, με τον μέσο μηνιαίο μισθό να μειώνεται κατά περίπου 10% το β΄τρίμηνο του 2020, τους μη ενεργούς οικονομικά να αυξάνονται έως και κατά 180.000 άτομα το ίδιο διάστημα και την ανεργία να εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει φέτος το 21%.
Αυτά είναι κάποια χαρακτηριστικά στοιχεία της ετήσιας έκθεσης του Ινστιτούτου Εργασίας (INE) ΓΣΕΕ, που δόθηκε χθες (22/10) στη δημοσιότητα και αποτυπώνει τις σοβαρές επιπτώσεις της κρίσης του κορονοϊού τόσο στις αμοιβές των εργαζομένων, όσο και στην απασχόληση.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το ΙΝΕ της ΓΣΕΕ το β’ τρίμηνο του 2020, οι μισθολογικές εξελίξεις ήταν δραματικές. Ο μέσος μηνιαίος μισθός μειώθηκε από 885 ευρώ το β’ τρίμηνο του 2019 σε 802 ευρώ το β’ τρίμηνο του 2020, δηλαδή μειώθηκε περίπου 10%. Ωστόσο, ακόμα πιο ανησυχητική ήταν η υπέρμετρη αύξηση του αριθμού των ατόμων που έλαβαν ως αμοιβή λιγότερα από 200 ευρώ τον μήνα.
Συγκεκριμένα, το β’ τρίμηνο του 2019 το 1% των μισθωτών είχε καθαρές αποδοχές μικρότερες των 200 ευρώ. Αυτό το ποσοστό αυξήθηκε το β’ τρίμηνο του 2020 κατά 11,2 ποσοστιαίες μονάδες, ξεπερνώντας οριακά το 12% του συνόλου των μισθωτών.
Ταυτόχρονα, για το ίδιο διάστημα αναφοράς, τα άτομα που λάμβαναν αποδοχές μεταξύ 200 και 1.200 ευρώ μειώθηκαν κατά 11,3 ποσοστιαίες μονάδες. Η μεγαλύτερη μείωση σημειώθηκε στα άτομα που είχαν καθαρές αποδοχές μεταξύ 400 και 600 ευρώ, αφού από 16,3% το β’ τρίμηνο του 2019 το ποσοστό των ατόμων μειώθηκε σε 12,3% το ίδιο τρίμηνο του τρέχοντος έτους. Το ποσοστό των ατόμων που λάμβαναν από 601 έως 800 ευρώ μειώθηκε από 24,8% σε 23,5%, ενώ αυτών που λάμβαναν από 801 έως 1.000 ευρώ μειώθηκε από 21,8% σε 18,3% αντίστοιχα. Αξιοσημείωτο είναι ότι το β’ τρίμηνο του 2020 το 72,9% των μισθωτών είχε καθαρές αποδοχές μικρότερες των 1.000 ευρώ.
Μπορεί, να επηρεάστηκαν αρνητικά σχεδόν όλες οι μισθολογικές κλίμακες, όμως το κύριο βάρος της συμπίεσης των μισθών το επωμίστηκαν οι χαμηλά αμειβόμενοι.
Όπως αναφέρει το ΙΝΕ της ΓΣΕΕ ένα πολύ μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού είτε βρίσκεται εκτός αγοράς εργασίας (σε αναστολή που διαρκεί πάνω από 3 μήνες) είτε καταγράφεται ως άνεργο είτε εργάζεται λαμβάνοντας μισθούς οι οποίοι βρίσκονται χαμηλότερα, έως πολύ χαμηλότερα, του ορίου της φτώχειας.
«Ο υψηλός κίνδυνος της μακροχρόνιας ανεργίας σε συνδυασμό με το αναποτελεσματικό δίχτυ κοινωνικής προστασίας στη χώρα μας οδηγούν στην επισήμανση ότι, αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα τα οποία να βελτιώνουν το βιοτικό επίπεδο των νοικοκυριών, η φτωχοποίηση ενός τεράστιου μέρους του πληθυσμού θα έχει πάγιο χαρακτήρα, η κοινωνική συνοχή θα διαρραγεί, ενώ το πλήγμα της πανδημικής κρίσης στην οικονομία θα έχει μεγαλύτερη χρονική διάρκεια και δυσμενέστερες συνέπειες», τονίζεται στην έκθεση.
Έκρηξη της ανεργίας
Με την έναρξη του lockdown το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου και μέχρι τον Ιούνιο παρατηρείται εντυπωσιακή αύξηση του αριθμού των οικονομικά μη ενεργών. Συγκεκριμένα, μεταξύ Μαρτίου και Ιουνίου του 2020 η αύξηση των οικονομικά μη ενεργών ξεπερνούσε σταθερά τις 100 χιλιάδες άτομα σε σχέση με τους αντίστοιχους μήνες του 2019.
Ειδικότερα τον Μάρτιο και τον Μάιο η διαφορά ήταν ίση με 166 χιλιάδες άτομα και 180 χιλιάδες άτομα αντίστοιχα.
Συγκρίνοντας ωστόσο τις μεταβολές με τις αντίστοιχες του προηγούμενου έτους, εξάγεται το συμπέρασμα ότι η συντριπτική πλειονότητα των καταγεγραμμένων οικονομικά μη ενεργών ατόμων στην υπό εξέταση περίοδο πιθανότατα βρίσκεται σε καθεστώς αναστολής σύμβασης εργασίας.
«Καθώς οι αμοιβές και τα εισοδήματα των εργαζομένων που θα βρεθούν σε αναστολή εργασίας θα καταρρεύσουν για μακρά χρονική περίοδο, η πιθανότητα φτωχοποίησής τους αυξάνεται δραματικά. Αν δεν υπάρξουν ουσιαστικές και αποτελεσματικές παρεμβάσεις προστασίας της απασχόλησης και των αμοιβών, οι προοπτικές της αγοράς εργασίας θα γίνουν ακόμα πιο αρνητικές με σοβαρές κοινωνικές και αναπτυξιακές επιπτώσεις», επισημαίνει το ΙΝΕ της ΓΣΕΕ.
Η παραπάνω ανάλυση καθιστά υψηλού ρίσκου κάθε εκτίμηση σχετικά με την εξέλιξη του επίσημου ποσοστού ανεργίας. Παρ’ όλα αυτά, κάνοντας τη μάλλον αυστηρή υπόθεση ότι η εξέλιξη των οικονομικά μη ενεργών θα παραμείνει σταθερή και υποθέτοντας ότι το βάθος της ύφεσης δεν θα ξεπεράσει το 9%, η εκτίμηση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ είναι ότι το επίσημο ποσοστό ανεργίας θα ανέλθει στο 21,2%, παρουσιάζοντας αύξηση σχεδόν 4 ποσοστιαίων από το 2019 (σχετικός πίνακας).