Πρόσθετα πόδια, τα οποία έχουν αισθητήρες, συμβάλλουν στην αποφυγή εμποδίων τα οποία βρίσκονται στο πάτωμα και δεν φαίνονται. Άνθρωποι αντιλαμβάνονται το νέο αυτό πρόσθετο πόδι τους ως μέρος του σώματός τους και μπορούσαν να ανέβουν τις σκάλες γρηγορότερα συγκριτικά με ένα συμβατικό πρόσθετο πόδι.
Το νέο αυτό επιστημονικό εγχείρημα δημοσιεύθηκε στην επιστημονική επιθεώρηση «Science Translation Medicine».
Μέχρι σήμερα, η χρήση των πρόσθετων άκρων ήταν ιδιαίτερα περιορισμένη. Στην πραγματικότητα, οι φορείς τους τα εγκατέλειπαν πολύ γρήγορα καθώς αυτά δεν είχαν ιδιαίτερη επίδραση στη βελτίωση της κινητικότητάς τους και δεν επανέφεραν την ικανότητα της αίσθησης.
Πρόσφατα όμως, η Στανίσα Ρασπόποβικ του Ελβετικού Ομοσπονδιακού Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Ζυρίχης, σε συνεργασία με άλλους συναδέλφους της, μεταποίησε ένα πρόσθετο πόδι που ήδη κυκλοφορούσε στην αγορά προσθέτοντάς του αισθητήρες στον πάτο και στο γόνατο. Ηλεκτρικά σήματα από αυτές τις περιοχές φτάνουν, μέσω μικροσκοπικών ηλεκτροδίων που εγκαταστάθηκαν στα νεύρα, στους μηρούς των συμμετεχόντων.
Η Ρασπόποβικ τονίζει ότι δημιούργησαν το πρώτο πρόσθετο πόδι με αισθητήρες που επιτρέπουν στα άτομα να προσπεράσουν δυνητικά εμπόδια ή να ανέβουν τις σκάλες γρηγορότερα, δραστηριότητες εξαιρετικά δύσκολες αν όχι αδύνατες για τους χρήστες συμβατικών πρόσθετων.
Το νέο πρόσθετο πόδι που δημιούργησαν οι ερευνητές βοήθησε ανθρώπους ώστε αυτοί να αισθάνονται λιγότερη κούραση και να βιώνουν λιγότερο τον χαρακτηριστικό στα ακρωτηριασμένα άκρα «πόνο του μέλους φαντάσματος».
Επιπλέον μπορούσαν να εκτελέσουν δραστηριότητες πιο γρήγορα συγκριτικά με την περίοδο που είχαν το συμβατικό πρόσθετο πόδι. Συγκεκριμένα, τα άτομα στα οποία χρησιμοποιήθηκε το πρόσθετο πόδι με αισθητήρες μπορούσαν να ανεβαίνουν τις σκάλες 30% πιο γρήγορα απ’ ό,τι όταν δεν συμπεριλαμβάνονταν αισθητήρες.
Αυτό το νέο είδος πρόσθετου ποδιού μείωνε κατά επτά φορές τις πιθανότητες οι συμμετέχοντες να πέσουν λόγω του ότι δεν είχαν δει και ούτε αισθανθεί κάποιο αντικείμενο στο πάτωμα.
Πλήθος μετρήσεων εγκεφαλικής δραστηριότητας και τεστ ψυχοφυσιολογικών λειτουργιών έδειξαν πως οι συμμετέχοντες αισθάνονταν πλέον το πρόσθετο πόδι ως προέκταση του σώματός τους. Αυτοί μπορούσαν, έχοντας κλειστά μάτια, να πουν με 90% ακρίβεια ποιο σημείο του πρόσθετου ποδιού τους άγγιζαν οι ερευνητές. Η σύνδεση του πρόσθετου ποδιού με τα νεύρα ήταν ουσιώδης για την επίτευξη αυτού του σκοπού.
Η Ντιούρικα Ρεσανόβικ, μια από τους εθελοντές που έλαβαν μέρος στη συγκεκριμένη ερευνητική προσπάθεια, έχασε το πόδι της σε ένα τροχαίο και είχε αναγκαστεί να ακρωτηριάσει το πόδι της από το γόνατο και κάτω. Χάρη σε αυτή τη νέα τεχνολογία νευροπροσθετικής αυτή κατάφερε να αισθανθεί το νέο της άκρο.
«Νιώθω το πόδι μου και το πέλμα μου. Αναγνωρίζω πλέον αν με ακουμπούν στη φτέρνα, στα δάχτυλα ή οπουδήποτε αλλού στο πόδι», εξηγεί η ίδια και προσθέτει: «Μπορούμε να περπατάμε χωρίς να σκεφτόμαστε το κάθε μας βήμα και να κοιτάμε μπροστά δίχως να χρειάζεται να βλέπουμε πού ακριβώς είναι το πρόσθετο πόδι για να μην πέσουμε».
Η Ρασπόποβικ εξηγεί ότι η σύνδεση του πρόσθετου αυτού με τα νεύρα επιτρέπει στον εγκέφαλο να το αντιληφθεί ως φυσικό πόδι και ανοίγει νέους δρόμους εμπιστοσύνης στους χρήστες πρόσθετων άκρων και εξάπλωσης αυτών των νέων τεχνολογιών.
Τα τελευταία χρόνια, αυτές οι τεχνολογίες εξελίσσονται με ραγδαίους ρυθμούς. Στη Βρετανία, για παράδειγμα, δημιουργήθηκε ένα βιονικό χέρι το οποίο με τη χρήση τεχνητής νοημοσύνης μπορεί να κάνει αυτόματες κινήσεις για να πιάσει αντικείμενα, αυξάνοντας, μάλιστα, την ταχύτητα με την οποία οι φορείς πρόσθετων άκρων μαθαίνουν να τα ελέγχουν.
Τέτοιες προσπάθειες είναι ιδιαίτερα σημαντικές καθώς μπορεί να βελτιώσουν τη ζωή 4 εκατομμυρίων ατόμων σε Ευρώπη και ΗΠΑ που έχουν σοβαρές αντίστοιχες δυσκολίες.
Πηγή: Ecole Polytechnique Fédérale de Lausanne, ETH Zurich, New Scientist