Να αποφύγει η ελληνική κυβέρνηση αποκλίσεις από την ακολουθούμενη δημοσιονομική στρατηγική, οι οποίες θα μπορούσαν να υπονομεύσουν τα οφέλη από την αύξηση της δημοσιονομικής αξιοπιστίας, συνιστά ο ΟΟΣΑ, που είναι και ο πρώτος διεθνής οικονομικός οργανισμός, ο οποίος προχωρά σε μια πρώτη αξιολόγηση των πρόσφατων παροχών και ελαφρύνσεων που έχουν ήδη τεθεί σε ισχύ από την κυβέρνηση.
Στην ετήσια έκθεση με τις προβλέψεις του για την πορεία των οικονομιών των μελών του (Economic Outlook), ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης σημειώνει ότι το 2018 υπήρξε δημοσιονομική υπεραπόδοση, με το πρωτογενές πλεόνασμα να φθάνει το 4,2% του ΑΕΠ, χάρη στην αύξηση των εσόδων ΦΠΑ λόγω της τουριστικής κίνησης και της υποεκτέλεσης του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων.
Το 2019, σημειώνει ο ΟΟΣΑ, ο στόχος του 3,5% για το πρωτογενές πλεόνασμα διατηρείται, αλλά υπάρχουν ρίσκα, λόγω των καθυστερούμενων οφειλών του Δημοσίου και πιθανών δικαστικών αποφάσεων, που θα μπορούσαν να διογκώσουν τις δαπάνες για μισθούς. Η κυβέρνηση ανακοίνωσε μέτρα που θα μειώσουν τα έσοδα και θα αυξήσουν τις δαπάνες και, μετά τις ανακοινώσεις αυτές, δήλωσε ότι έχει πρόθεση να μειώσει το στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα από 3,5% σε 2,5% και να χρησιμοποιήσει τα μεγάλα ταμειακά διαθέσιμα για να χρηματοδοτήσει τη διαφορά, επισημαίνεται στην έκθεση.
Ο ΟΟΣΑ δεν επικροτεί αυτή την αλλαγή πορείας στη δημοσιονομική πολιτική, αλλά επιμένει στην ανάγκη να διατηρηθεί η υπάρχουσα δημοσιονομική στρατηγική και τα μελλοντικά δημοσιονομικά μέτρα να δώσουν προτεραιότητα στη χρηματοδότηση υποδομών και δεξιοτήτων των εργαζομένων, την αντιμετώπιση της φτώχειας και τη βελτίωση της δημόσιας διοίκησης και του ελέγχου δαπανών.
Προτεραιότητα, επίσης, θα πρέπει να δοθεί στην ενίσχυση της δημόσιας διοίκησης, στην ανάπτυξη εξωδικαστικών μηχανισμών διαμεσολάβησης για τη διευθέτηση χρεών, στις ιδιωτικοποιήσεις στην ενέργεια, στη μείωση των εμποδίων στην ανάπτυξη των επιχειρήσεων, ενώ, παράλληλα, θα εφαρμόζονται οι ισχύοντες μεσοπρόθεσμοι στόχοι για το πλεόνασμα του προϋπολογισμού.
Ο ΟΟΣΑ προβλέπει συγκρατημένους ρυθμούς ανάπτυξης πέριξ του 2% φέτος και το 2020. Η ανάπτυξη αα υποστηριχθεί κυρίως από την εσωτερική ζήτηση, καθώς η κατανάλωση του Δημοσίου για πρώτη φορά μετά από αρκετά χρόνια θα παρουσιάσει αύξηση και μάλιστα σημαντική. Αντίθετα, οι επενδύσεις δεν αυξάνονται αρκετά και η ανάκαμψή τους αποτελεί, κατά τον ΟΟΣΑ, απαραίτητο στοιχείων για να διατηρηθεί η αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας, καθώς η ώθηση από τις εξαγωγές προϊόντων και τον τουρισμό θα αρχίσει να εξασθενεί.
Σύμφωνα με την έκθεση, καθυστερήσεις στις μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, για την ανταγωνιστικότητα και την εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος, θα μπορούσαν να δημιουργήσουν κινδύνους για την προβλεπόμενη ανάκαμψη των επενδύσεων. Για τον τουρισμό, ο ΟΟΣΑ εκφράζει φόβους ότι θα δεχθεί πλήγμα από ένα άτακτο Brexit και από τον ισχυρότερο ανταγωνισμό από γειτονικές χώρες.
Ο ΟΟΣΑ εκφράζει ανησυχίες για τη μεγάλη αύξηση του κατώτατου μισθού, που μπορεί να περιορίζει τα ποσοστά φτώχειας στους εργαζόμενους αλλά ανεβάζει τον κίνδυνο της αδήλωτης εργασίας και της μικρότερης απασχόλησης. Για τις ιδιωτικοποιήσεις, οι οποίες έχουν κρίσιμο ρόλο στην προσέλκυση επενδυτικών κεφαλαίων, ο Οργανισμός σημειώνει ότι προχωρούν με πιο αργούς ρυθμούς από το προσδοκώμενο.