Για διάφορα πιθανά σενάρια προετοιμάζονται οι Βρυξέλλες ενόψει των πολυσυζητημένων αμερικανικών εκλογών της Τρίτης, εν μέσω ασταθούς διεθνούς πολιτικής κατάστασης.
Στις Βρυξέλλες γνωρίζουν πως είναι ανάγκη, ανεξαρτήτως του αποτελέσματος των προεδρικών εκλογών, να προετοιμαστούν για βαθιές και διαρκείς αλλαγές στις σχέσεις τους με τις ΗΠΑ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ήδη από το καλοκαίρι έχει αρχίσει να προετοιμάζεται για διάφορες εναλλακτικές που θα μπορούσαν να προκύψουν με την ή τον νέο ένοικο του Λευκού Οίκου. Ομάδα εμπειρογνωμόνων (Task Force), αποτελούμενη από στελέχη της Κομισιόν, ανέλαβε να προβλέψει την αντιμετώπιση πιθανών δυσκολιών σε τομείς όπως το εμπόριο, η ενέργεια, η άμυνα και η τεχνητή νοημοσύνη, είτε εκλεγεί ο Ντόναλντ Τραμπ, είτε η Κάμαλα Χάρις.
ΝΑΤΟ και Ουκρανία
Κανένας ευρωπαίος ηγέτης (πλην Βίκτορ Όρμπαν), ή αξιωματούχος της ΕΕ δεν έχει εκφραστεί, τουλάχιστον ανοιχτά, υπέρ κάποιου εκ των δύο υποψήφιων για την προεδρία, αλλά δεν είναι μυστικό ότι στους κόλπους της ΕΕ, η πιθανή επιστροφή του Ρεπουμπλικάνου Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο προκαλεί ανησυχία.
Πρώτα απ' όλα, ως προς τον αντίκτυπο που θα είχε η επανεκλογή του στην ατλαντική συμμαχία, η οποία μπήκε και πάλι στο στόχαστρο του πρώην προέδρου τον Φεβρουάριο, όταν απείλησε τους Ευρωπαίους ότι αν δεν πληρώσουν περισσότερα για την άμυνα. θα χρειαστεί να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους απέναντι στη ρωσική απειλή
Το πιο ανησυχητικό σενάριο για την Ευρώπη θα ήταν το τέλος της αμερικανικής στρατιωτικής και οικονομικής βοήθειας στην Ουκρανία. Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ έχει απειλήσει επανειλημμένα ότι θα σταματήσει την αμερικανική βοήθεια προς το Κίεβο, ενώ έχει δηλώσει ότι θα τερματίσει τον πόλεμο μέσα σε 24 ώρες – χωρίς να εξηγήσει τον τρόπο.
Τη δύσκολη αποστολή να αποφευχθούν τα χειρότερα σε αυτό το μέτωπο έχει αναλάβει ο νέος Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε, ο οποίος όταν ρωτήθηκε πριν από περίπου ένα μήνα αν ανησυχεί για το αποτέλεσμα των επερχόμενων εκλογών στις ΗΠΑ, απάντησε αρνητικά, λέγοντας ότι θα μπορέσει να συνεργαστεί με όποιον κι αν κερδίσει: είτε με την αντιπρόεδρο Κάμαλα Χάρις, είτε με τον πρώην πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ.
Μάλιστα, όταν ανέλαβε τα καθήκοντά του την 1η Οκτωβρίου, ο Μαρκ Ρούτε «χάιδεψε» τα αυτιά του πρώην προέδρου, λέγοντας ότι «χάρη στον Ντόναλντ Τραμπ, οι (ευρωπαϊκές) αμυντικές δαπάνες έχουν αυξηθεί». Ήδη οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες του ΝΑΤΟ έχουν αυξήσει τις αμυντικές τους δαπάνες στο 2% του ΑΕΠ τους, όμως γνωρίζουν ότι θα χρειαστεί να κάνουν περισσότερα, ανεξαρτήτως του ποιος θα κερδίσει στις εκλογές στις ΗΠΑ.
Εμπόριο και δασμοί
Σε ό,τι αφορά το εμπόριο, ο Ντόναλντ Τραμπ έχει ήδη δηλώσει την επιθυμία του να επιβάλει πρόσθετους τελωνειακούς δασμούς σε προϊόντα από την ΕΕ – μια συγκρουσιακή τάση την οποία είχε δείξει και κατά την προεδρία του.
Ο Τραμπ απειλεί με δασμούς ως και 20%, γεγονός που θα μπορούσε να μειώσει τις ευρωπαϊκές εξαγωγές, κατά πολλά δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. Σε αυτή την περίπτωση η ΕΕ έχει κατά νου ανάλογα αντίμετρα, αλλά μόνο ως έσχατη λύση.
Άλλο ζήτημα που τίθεται μακροπρόθεσμα, ανεξάρτητα από το ποιος θα εκλεγεί πρόεδρος των ΗΠΑ, είναι οι σχέσεις με την Κίνα.
Οι ΗΠΑ θα ήθελαν να δουν την ΕΕ να απομακρύνεται οικονομικά από το Πεκίνο. Οι ευρωπαίοι αντιλαμβάνονται ότι αρχίζει να δημιουργείται μακροπρόθεσμα προστατευτισμός από τις ΗΠΑ, ο οποίος αντιστρατεύεται τα συμφέροντα της ελεύθερης ευρωπαϊκής αγοράς.
Πρόσφατα ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, είχε εκφράσει την εκτίμηση, σε συνέντευξή του στο European Newsroom (ευρωπαϊκά πρακτορεία ειδήσεων), ότι όσον αφορά την οικονομική εταιρική σχέση ΕΕ-ΗΠΑ, τα πράγματα δεν θα είναι πολύ διαφορετικά στο μακροπρόθεσμο προσανατολισμό των ΗΠΑ, με ή χωρίς τον Ντόναλντ Τραμπ, ή με ή χωρίς την Κάμαλα Χάρις. Οι ΗΠΑ «είναι μια χώρα προστατευτισμού και λυπάμαι για αυτήν την κατάσταση», είχε δηλώσει ο Σαρλ Μισέλ, προσθέτοντας ότι οι Ευρωπαίοι δεν πρέπει «να σκέφτονται με φόβο ποιος θα είναι ο επόμενος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών», ούτε να εξαρτώνται από το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών.
Ενιαίο μέτωπο της ΕΕ
Στις Βρυξέλλες ελπίζουν ότι οι 27 ευρωπαίοι ηγέτες θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν συντονισμένα και με ενότητα όλα αυτά τα θέματα, παρά το γεγονός ότι ο γαλλογερμανικός άξονας είναι αποδυναμωμένος και τα κράτη-μέλη πλέον σπάνια μιλούν με μια ενιαία φωνή, ιδίως σε θέματα εμπορικής πολιτικής.
Οι αμερικανικές εκλογές θα βρεθούν στο επίκεντρο των συζητήσεων των 27 αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ, κατά τη διάρκεια δείπνου την 7η Νοεμβρίου στη Βουδαπέστη, αμέσως μετά τη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας που θα πραγματοποιηθεί την ίδια ημέρα στην Ουγγρική πρωτεύουσα.
Οικοδεσπότης αυτής της Συνόδου θα είναι ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν, του οποίου η χώρα ασκεί την εκ περιτροπής προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ. Ένθερμος υποστηρικτής του Ντόναλντ Τραμπ, ο Βίκτορ Όρμπαν είχε δηλώσει στις αρχές του Οκτωβρίου, σε συνέντευξη Τύπου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ότι «θα άνοιγα σαμπάνιες εάν ο Ντόναλντ Τραμπ κέρδιζε τις εκλογές».
Όπως ανακοίνωσε μάλιστα ο Ούγγρος πρωθυπουργός μέσω Χ, επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ για να του ευχηθεί «καλή τύχη» μεθαύριο Τρίτη.
Ενδεχόμενη επικράτηση του Τραμπ προκαλεί ανησυχία στην Γαλλία
Στην Γαλλία ο Ντόναλντ Τραμπ δεν έχει πολλές συμπάθειες. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις το ποσοστό των Γάλλων που θα ήθελαν να τον δουν νικητή στις επικείμενες αμερικανικές εκλογές μετά βίας προσεγγίζει το 15%, κάτι που φυσικά δεν αφήνει αδιάφορο το εγχώριο πολιτικό προσωπικό. Έτσι, ελάχιστα είναι τα πολιτικά πρόσωπα που έχουν δημοσίως ταχθεί υπέρ του Τραμπ, εκτός από κάποιες μεμονωμένες περιπτώσεις παραγόντων, προσκείμενων κυρίως στον χώρο της ακροδεξιάς, όπως για παράδειγμα ο πρόεδρος του κόμματος της Μαρίν Λεπέν Τζορντάν Μπαρντελά, ο οποίος δήλωσε πως εκτιμά τον Τραμπ «για τον πατριωτισμό του». Η ίδια η Μαρίν Λεπέν που κατά το παρελθόν είχε ταχθεί υπέρ του Τραμπ, προς το παρόν παραμένει σιωπηρή, λαμβάνοντας ίσως υπόψιν ότι ενώ του είχε ζητήσει να τον επισκεφθεί, ουδέποτε έλαβε την σχετική πρόσκληση.
Από την άλλη, βεβαίως, η τετραετία Μπάιντεν κάθε άλλο παρά ήταν μία ειδυλλιακή περίοδος στις σχέσεις της Γαλλίας με τις ΗΠΑ. Στο πολιτικό επίπεδο σημαδεύτηκε από την αιφνίδια αποχώρηση των ΗΠΑ από το Αφγανισταν, ενώ στο οικονομικό επίπεδο o αμερικανικός νόμος για τη μείωση του πληθωρισμού (Inflation Reduction Act), που επιδοτεί με δισεκατομμύρια δολάρια τις αμερικανικές επιχειρήσεις, έχει δημιουργήσει οξυμένα προβλήματα ανταγωνιστικότητας στις γαλλικές και τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις.
Αυτό που πρωτίστως όμως ανησυχεί τους Γάλλους, ενόψει μίας πιθανής νίκης του Τραμπ στις εκλογές, είναι το τι μέλλει γενέσθαι με το ουκρανικό ζήτημα, το οποίο ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων έχει δηλώσει πως αν εκλεγεί Πρόεδρος θα το λύσει «μέσα σε 24 ώρες». Αν αυτό σημαίνει ότι θα το «λύσει» ο ίδιος σε συνεργασία με τον Πούτιν, ερήμην ενδεχομένως των Ευρωπαίων, ίσως δε ακόμη και των Ουκρανών, τότε η Γαλλία, που είναι η σημαντικότερη στρατιωτική δύναμη στην ΕΕ, και μαζί της όλη η Ευρώπη, θα βρεθούν ενώπιον πελώριων διλημμάτων. Ο κίνδυνος διχασμού εν προκειμένω της ΕΕ, αλλά και του ΝΑΤΟ, είναι απολύτως υπαρκτός, αφού τα κράτη μέλη τους θα πρέπει επί της ουσίας να αποφασίσουν «με ποιους θα πάνε και ποιους θα αφήσουν».
Τέλος, δεν είναι λίγοι αυτοί που διατυπώνουν ανησυχίες στην Γαλλία ως προς τις επιπτώσεις που θα μπορούσαν να υπάρξουν στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή μετά τις αμερικανικές εκλογές. Στα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ τα ακροδεξιά κόμματα βρίσκονται σε άνοδο, σε αρκετές χώρες είτε κυβερνούν, είτε συμμετέχουν σε κυβερνήσεις συνεργασίας, και σε περίπτωση επικράτησης του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ οι τάσεις αυτές θα ενισχυθούν, προς μεγάλη ικανοποίηση πρωθυπουργών, όπως η Μελόνι στην Ιταλία και ο Όρμπαν στην Ουγγαρία.
Οι μόνοι που, ωστόσο, δεν φαίνεται να συμμερίζονται τις ανησυχίες αυτές είναι οι θαμώνες του Harry’s Bar στο Παρίσι, στην περιοχή της Όπερας. Ένα αμερικανικό μπαρ που φέτος συμπληρώνει 100 χρόνια ζωής, το άνοιξε ένας αμερικανός στρατιώτης, ονόματι Harry Mac Elhone που πολέμησε στον Α' Παγκόσμιο πόλεμο και το οποίο και αυτή την φορά, όπως κάνει εδώ και έναν αιώνα, διοργανώνει τη δική του εκλογική δοκιμασία. Στήνει κάλπη ένα μήνα πριν την επίσημη ημερομηνία των αμερικανικών εκλογών και όσοι πελάτες του έχουν αμερικανικό διαβατήριο έχουν και δικαίωμα ψήφου. Η καταμέτρηση των ψηφοδελτίων γίνεται στο τέλος κάθε εβδομάδας από τον μπάρμαν και προς το παρόν η Κάμαλα Χάρις, λαμβάνοντας 302 ψήφους προηγειται του Ντόναλντ Τραμπ που έχει 265 ψήφους. Όπως βεβαιώνει ο σημερινός ιδιοκτήτης, δισέγγονος του πρώτου ιδιοκτήτη, τα εκλογικά αποτέλεσμα του Harry’s Bar πάντα επιβεβαιώνονται, με εξαίρεση τις αναμετρήσεις Κάρτερ - Φορντ το 1976 και Μπους - Κέρι το 2004.
Ιταλία: Ποιές είναι οι προτιμήσεις των κομμάτων, τι θα ψήφιζαν οι Ιταλοί πολίτες
Η Ιταλία παρακολούθησε με μεγ’αλο ενδιαφέρον την αμερικανική προεκλογική εκστρατεία και, έστω και αν δεν υπήρξαν οξυμένες αντιπαραθέσεις, κάποια από τα μεγαλύτερα κόμματα -άμεσα ή έμμεσα- αποφάσισαν να πάρουν θέση. Σε ό,τι αφορά τον συντηρητικό συνασπισμό που κυβερνά την χώρα, μπορεί η πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι να προσπάθησε να τηρήσει ίσες αποστάσεις, αλλά είναι σαφές ότι τα περισσότερα οργανωμένα μέλη του κόμματός της, Αδέλφια της Ιταλίας, «κλίνουν» προς τον ρεπουμπλικανό υποψήφιο. Το κύριο ισχυρό, κοινό σημείο που εντοπίζουν, όπως προκύπτει, είναι, πρώτα απ΄όλα, η στρατηγική για την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού. Σε περίπτωση εκλογής του Τραμπ, βέβαια, θα πρέπει να δούμε αν η Μελόνι θα αποφασίσει να αναθεωρήσει την στάση της στο Ουκρανικό. Ως γνωστόν, έως τώρα ενέκρινε όλους τους χειρισμούς της κυβέρνησης Μπάιντεν και εξέφρασε πλήρη στήριξη στο Κίεβο, με αποστολή στρατιωτικής βοήθειας.
Όσο για την Λέγκα, ο γραμματέας της και υπουργός Μεταφορών, Ματέο Σαλβίνι, είναι σίγουρα ο φανατικότερος υποστηρικτής του Ντόναλντ Τραμπ, σε όλη την ιταλική πολιτική σκηνή. «Ελπίζω να κερδίσει, αντιπροσωπεύει το μέλλον και θα προστατέψει τα δικαιώματα και την ελευθερία», δήλωσε ο Σαλβίνι. Τα κοινά σημεία του κόμματός του με την ατζέντα των ρεπουμπλικανών, όπως τονίζει, είναι κύριας πολιτικής σημασίας: «από την προστασία της οικογένειας, μέχρι την ασφάλεια, την καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης και των θρησκευτικών φανατισμών». Ο Σαλβίνι, μάλιστα, παρομοίασε τις δικαστικές περιπέτειες του Τραμπ με εκείνες του Ιταλού μεγιστάνα και πρώην πρωθυπουργού, Σίλβιο Μπερλουσκόνι.
Κάποιοι άλλοι, πάντως, προτίμησαν να τηρήσουν στάση αναμονής. Είναι η περίπτωση του κόμματος Φόρτσα Ιτάλια, δημιούργημα του ίδιου του «Καβαλιέρε». «Δεν θελήσαμε να παρέμβουμε στην αμερικανική εκλογική κούρσα. Είμαστε φίλοι των Ηνωμένων Πολιτειών και θα εργαστούμε αποδοτικά μαζί τους, ανεξάρτητα από το ποιός θα εκλεγεί» επανέλαβε, κατά την διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων, ο Ιταλός υπουργός Εξωτερικών και νυν αρχηγός της Φόρτσα Ιτάλια, Αντόνιο Ταγιάνι.
Όσο για την αντιπολίτευση και το κίνημα Πέντε Αστέρων αποφάσισε να μην εκφράσει σαφή προτίμηση. «Όποιος και αν κερδίσει, θα πρέπει να επιδιώξουμε την διατήρηση καλών σχέσεων, με στόχο την προστασία των εθνικών μας συμφερόντων. Όταν πρόκειται για υποψήφιους ξένων χωρών, δεν θέλω να εκφέρω γνώμη», είναι η θέση του αρχηγού των «πεντάστερων» και πρώην πρωθυπουργού, Τζουζέπε Κόντε.
Σε ό,τι αφορά, τέλος, το κεντροαριστερό Δημοκρατικό Κόμμα, η στήριξη της Κάμαλα Χάρις είναι σαφέστατη. Η γραμματέας των Ιταλών «Δημοκρατικών», Έλι Σλάιν, υπογράμμισε ότι η αντιπρόεδρος της αμερικανικής κυβέρνησης έδειξε θάρρος και έδωσε έμφαση σε βασικά θέματα, όπως στο δικαίωμα στην στέγη, στην περίθαλψη, στην εργασία και στο ότι όλοι οι πολίτες πρέπει να πληρώνονται αξιοπρεπώς.
Πέρα από τον χώρο της πολιτικής υπάρχουν, βέβαια, ενδιαφέρουσες τοποθετήσεις έμπειρων σχολιαστών. Όπως, για παράδειγμα, του Τζιάνι Ριότα, πρώην διευθυντή ειδήσεων του πρώτου τηλεοπτικού καναλιού της Rai και της εφημερίδας La Stampa. Ο Ριότα, ο οποίος γνωρίζει καλά τις Ηνωμένες Πολιτείες, εκτιμά ότι στο τελικό αποτέλεσμα θα βαρύνουν -όσο ποτέ άλλοτε- τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και, ειδικότερα, το TikTok. Mε πολλές νέες γυναίκες, tiktokers, οι οποίες κινητοποιήθηκαν υπέρ της Κάμαλα Χάρις και, αντίστοιχα, άνδρες ηλικίας μέχρι τριάντα ετών οι οποίοι, με τα σύντομα βίντεο, στήριξαν ανεπιφύλακτα τον Τραμπ.
Ένας άλλος έμπειρος αναλυτής, ο Αμερικανός δημοσιογράφος 'Αλαν Φρίντμαν, ο οποίος ζει εδώ και πολλά χρόνια στην Ιταλία και εξέδωσε βιογραφία του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, προχώρησε σε σαφέστερη πρόβλεψη: « έχω την αίσθηση ότι ο Τραμπ μπορεί να τα καταφέρει, διότι και στο παρελθόν διαπιστώσαμε ότι έλαβε περισσότερες ψήφους απ΄ότι μας έλεγαν τα διάφορα γκάλοπ». Σύμφωνα με τον Φρίντμαν «πολλοί Αμερικανοί ντρέπονται να πουν ότι σκοπεύουν να επιλέξουν τον υποψήφιο των ρεπουμπλικανών και, για τον λόγο αυτό, δεν απαντούν στους δημοσκόπους»
Ποιόν θα στήριζαν, όμως, οι Ιταλοί, αν είχαν δικαίωμα ψήφου στις αμερικανικές εκλογές; Σύμφωνα με γκάλοπ της εταιρίας Youtrend, το 78% των ερωτηθέντων θα εμπιστευόταν την Κάμαλα Χάρις, και μόνον το 22% τον Τραμπ.
Μοιάζει σχεδόν αυτονόητο ότι το 95% των ψηφοφόρων του Ιταλικού, κεντροαριστερού Δημοκρατικού Κόμματος στηρίζει δυναμικά την Αμερικανίδα αντιπρόεδρο. Αυτό που προκαλεί έκπληξη, όμως, είναι ότι και το 49% των πολιτών που, σύμφωνα με το συγκεκριμένο στατιστικό δείγμα, πριν δυο χρόνια επέλεξαν το κόμμα της Μελόνι, θα «σταύρωνε» επίσης, την υποψήφια των «Democrats». Όσο για τους οπαδούς των Ιταλών «πεντάστερων», ο μεγιστάνας που έλαβε το χρίσμα των ρεπουμπλικανών και έβαλε και πάλι στο μάτι την πολυθρόνα του οβάλ γραφείου, επιλέγεται μόνο από το 15% των ερωτηθέντων. Βάσει της ανάλυσης του Άλαν Φρίντμαν, πάντως, θα είχε ενδιαφέρον να καταλάβει, κανείς αν -και εδώ στην Ιταλία- κάποιοι μπορεί να αποφεύγουν να δηλώσουν ανοικτά ότι συμπαθούν και θα στήριζαν, ως νέο πλανητάρχη, τον Ντόναλντ Τραμπ.
ΑΠΕ-ΜΠΕ