Μία ακόμη χαμένη ευκαιρία για την ελληνική οικονομία και για δεκάδες χιλιάδες επιχειρήσεις ενδέχεται να αποδειχθεί το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε πλήρη επιβεβαίωση του δαρβίνειου νόμου ότι στην κρίση οι ισχυροί γίνονται ισχυρότεροι, ενώ οι αδύναμοι εξουθενώνονται ή πεθαίνουν.
Τα πρώτα στοιχεία και οι ενδείξεις στα πρώτα βήματα υλοποίησης του Σχεδίου δείχνουν ότι λίγοι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι θα πάρουν τελικά τη μερίδα του λέοντος από τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης που θα δοθούν υπό μορφή επιχορηγήσεων για υλοποίηση επενδυτικών σχεδίων.
Ενα μικρό κομμάτι θα καταλήξει σε ΜμΕ και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις, ενώ ελάχιστες μικρές επιχειρήσεις θα μπορέσουν να επωφεληθούν - κυρίως λόγω οργανωτικών αδυναμιών και έλλειψης ρευστότητας.
Πολύ μικρό θα είναι επίσης το ποσοστό των ΜμΕ που θα μπορέσουν να εξασφαλίσουν φθηνή χρηματοδότηση από τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης που θα διοχετευθούν σε επιχειρήσεις μέσω του τραπεζικού συστήματος.
Ανιση κατανομή
Σε επιχορηγήσεις επενδυτικών σχεδίων υπολογίζεται ότι θα δοθούν περίπου 4 δισ. ευρώ από τα κονδύλια του Ταμείου.
Σύμφωνα με στοιχεία των τραπεζών και εκτιμήσεις αναλυτών, περίπου το 75% με 80% αυτού του ποσού θα μοιραστεί σε λιγότερες από 50 επιχειρήσεις ομίλων που δραστηριοποιούνται στην ενέργεια, την πληροφορική, τις τηλεπικοινωνίες, τις κατασκευές και τις υποδομές, τον τουρισμό και την αξιοποίηση ακινήτων.
Το υπόλοιπο 20% με 25% (800 εκατ. με 1 δισ. ευρώ) θα κατανεμηθεί σε μικροποσά επιχορηγήσεων που θα δοθούν σε μικρομεσαίες και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις.
Ομως, παρά την προφανή δυσαναλογία στην κατανομή (1 προς 3 ή 1 προς 4 υπέρ των μεγάλων), εκτιμάται ότι οι μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι αυτές που θα δημιουργήσουν περισσότερες θέσεις εργασίας – αναλογικά και σε απόλυτους αριθμούς).
Μόνο για λίγους τα "φθηνά" δάνεια
Οσον αφορά τα “φθηνά” δάνεια που θα χορηγηθούν από κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης, οικονομικοί αναλυτές επισημαίνουν ότι ο χαρακτηρισμός αφορά μόνον τα δάνεια που θα πάρουν οι επιχειρήσεις με υψηλή δανειοληπτική αξιολόγηση – δηλαδή όποιες είναι ήδη χρηματοοικονομικά ισχυρές και έχουν εύκολη πρόσβαση σε τραπεζική χρηματοδότηση.
Το ελάχιστο επιτόκιο των δανείων από το Ταμείο Ανάκαμψης έχει οριστεί σε 0,35%. Ομως καμία εταιρεία δεν μπορέσει να εξασφαλίσει χρηματοδότηση με τόσο χαμηλό κόστος: Οι τράπεζες θα επιβάλουν «καπέλα» στα επιτόκια, ανάλογα με την οικονομική κατάσταση κάθε δανειοδοτούμενης επιχείρησης και με τις εξασφαλίσεις που θα προσφέρει.
Το “καπέλο” στο επιτόκιο μπορεί να είναι από 1% έως και 10%! Το μεγαλύτερο θα το χρεωθούν βέβαια οι επιχειρήσεις με ασθενή οικονομικά στοιχεία, που δεν εμπνέουν εμπιστοσύνη στις τράπεζες.
Στην πραγματικότητα, δεκάδες χιλιάδες επιχειρήσεις κάθε μεγέθους και κλάδου όχι μόνον θα αναγκαστούν να πληρώσουν υψηλά επιτόκια, αλλά δεν θα μπορέσουν καν να δανειστούν από τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης, προκειμένου να πραγματοποιήσουν επενδύσεις για εκσυγχρονισμό και επέκταση της παραγωγικής τους βάσης.