Η κίνηση στην αγορά, την πρόσφατη εορταστική περίοδο, μοιάζει να ομαλοποιείται μετά από μια μακρά περίοδο επάλληλων κρίσεων (οικονομικής, υγειονομικής, ενεργειακής) και το μερίδιο των επιχειρήσεων με υψηλότερες πωλήσεις κατά τη φετινή εορταστική περίοδο υπερβαίνει το αντίστοιχο περσινό.
Αυτό προκύπτει από πανελλαδική έρευνα της ΕΣΕΕ για την κίνηση των εμπορικών καταστημάτων κατά τη διάρκεια της εορταστικής περιόδου 2023-2024, σύμφωνα με την οποία η επισκεψιμότητα κυμάνθηκε σε ικανοποιητικά επίπεδα με έμφαση στα φθηνότερα προϊόντα.
Τα αποτελέσματα της έρευνας περιλαμβάνουν τα εξής:
1. Κατά τη φετινή εορταστική περίοδο, σχεδόν τρεις στις 10 επιχειρήσεις (29%) σημείωσαν υψηλότερες πωλήσεις συγκριτικά με πέρυσι ενώ το 41% των επιχειρήσεων παρέμεινε στα περυσινά επίπεδα. Ωστόσο, ποσοστό (30%) των επιχειρήσεων κατέγραψε χαμηλότερες πωλήσεις.
2. Στις μισές (48%) επιχειρήσεις με βελτιωμένες πωλήσεις, η εν λόγω αύξηση ήταν μέχρι 10%. Στις επιχειρήσεις με μειωμένες πωλήσεις σε σχέση με πέρυσι, το 55% αυτών εμφανίζει υποχώρηση πωλήσεων έως 20%.
3. Καλύτερες επιδόσεις κατέγραψαν οι επιχειρήσεις τροφίμων και άλλου λιανικού (βιβλία, παιχνίδια, κοσμήματα, αθλητικά, καλλυντικά και ανθοπωλεία), δηλαδή οικονομικές δραστηριότητες που σχετίζονται με το εορταστικό τραπέζι και τα δώρα. Στο ίδιο πλαίσιο, οι πωλήσεις σε ένδυση και υπόδηση κινήθηκαν κοντά στον μέσο όρο ενώ η άνοδος σε οικιακό εξοπλισμό ήταν η πιο ασθενής.
4. Παρά τις πιέσεις που έχει ασκήσει σωρευτικά ο πληθωρισμός στις τιμές και κατ' επέκταση στο διαθέσιμο εισόδημα τον τελευταίο χρόνο, το 34% των επιχειρήσεων εμφανίζει πολύ υψηλό πολύ/πάρα πολύ υψηλό βαθμό ικανοποίησης αναφορικά με τις πωλήσεις κατά την εορταστική περίοδο. Σχεδόν μία στις τέσσερις εμφανίζεται μέτρια ικανοποιημένη ενώ το 29% λίγο μέχρι καθόλου.
5. Μία στις τρεις επιχειρήσεις (33%) φαίνεται πολύ/πάρα πολύ ικανοποιημένη από την επισκεψιμότητα στα καταστήματα, εξέλιξη που οφείλεται και στις ευνοϊκές καιρικές συνθήκες. Ποσοστό 22% ήταν καθόλου έως λίγο ικανοποιημένο με την επισκεψιμότητα, αποτέλεσμα που σχετίζεται και με την πορεία των πωλήσεων.
6. Παραδοσιακά, η καλύτερη περίοδος για την αγοραστική κίνηση ήταν πριν από τα Χριστούγεννα (52,%), εύρημα που συνδέεται με την καταβολή του δώρου των Χριστουγέννων στους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα έως την 21η Δεκεμβρίου.
7. Οι επιπτώσεις του πληθωρισμού στις τιμές και το αυξημένο λειτουργικό κόστος οδήγησε σχεδόν τέσσερις στις 10 επιχειρήσεις (38%) να πραγματοποιήσουν προσφορές/εκπτώσεις ακόμα και κατά την εορταστική περίοδο. Ειδικότερα, το 72% των επιχειρήσεων που προχώρησαν σε εκπτώσεις υιοθέτησαν ποσοστό που κυμάνθηκε από 11% έως 30%.
8. Το εύρημα αυτό εξηγεί, εν μέρει, ότι στις μισές (51%) κινήθηκαν περισσότερο τα πιο φθηνά εμπορεύματα. Μια δεύτερη εξήγηση μπορεί να δοθεί και από το γεγονός ότι αυτή η επιλογή υπαγορεύτηκε και από τις πληθωριστικές πιέσεις, σε συνδυασμό με την ανάγκη για ανταλλαγή συμβολικών δώρων.
9. Για το 2022 συνολικά, η αγορά παρουσιάζει μια μεικτή εικόνα συγκριτικά με το 2021, με τις θετικές αποκρίσεις να αντισταθμίζουν τις αρνητικές.
10. Οι προκλήσεις και η ρευστότητα στην αγορά καθιστά τις επιχειρήσεις επιφυλακτικές σχετικά με τις προβλέψεις των πωλήσεων για τις χειμερινές εκπτώσεις του 2024. Οι μισές επιχειρήσεις εκτιμούν πως οι εν λόγω πωλήσεις θα κινηθούν σε μέτρια επίπεδα, ενώ μία στις τέσσερις (24%) αναμένει επιδείνωση.
11. Στα θετικά συγκαταλέγεται το γεγονός πως περισσότερες από τις μισές επιχειρήσεις του δείγματος (53%) έχουν πλέον τη δυνατότητα απομακρυσμένων πωλήσεων, εξέλιξη που σηματοδοτεί πως η ψηφιακή μετάβαση προχωρά.
12. Βασικοί παράγοντες τροφοδότησης της αβεβαιότητας είναι αφενός οι πληθωριστικές πιέσεις στα εισοδήματα και κυρίως το αυξημένο κόστος προμηθευτών και αφετέρου η συμπίεση του περιθωρίου κέρδους ώστε να μην περάσουν οι ανατιμήσεις εξολοκλήρου στην τελική τιμή. Ενδεικτικά, αναφέρεται πως για δύο στις τρεις επιχειρήσεις (64%) το κόστος εμπορευμάτων αυξήθηκε από 11% έως 30%.
13. Στις πιο κρίσιμες προκλήσεις/προβλήματα για τις επιχειρήσεις το 2023 περιλαμβάνονται κατά σειρά σημαντικότητας το αυξημένο λειτουργικό κόστος, η φορολόγηση και η διαχείριση των ανατιμήσεων.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε τηλεφωνικά σε 300 επιχειρήσεις στο διάστημα από 3 έως 5 Ιανουαρίου.