Πολιτική

Πολιτικό θρίλερ στα τραπεζικά τεστ!


Στα χέρια της ευρωπαϊκής βρίσκονται από χθες οι τύχες των ελληνικών τραπεζών, καθώς ολοκληρώθηκε η αποστολή στοιχείων για τα τεστ αντοχής. Πίσω από αυτούς τους ελέγχους, όμως, βρίσκεται σε παράλληλη εξέλιξη ένα πολιτικό θρίλερ, καθώς το αποτέλεσμά τους είναι πολύ πιθανό να μεγιστοποιήσει την πίεση των δανειστών προς την κυβέρνηση, δίνοντας όπλα σε όσους προτιμούν  προληπτική γραμμή χρηματοδοτικής στήριξης αντί "καθαρής" εξόδου από το μνημόνιο.

Τη σύνδεση μεταξύ τραπεζικών ελέγχων και προληπτικής γραμμής χρηματοδότησης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας κάνει με αρκετά σαφή τρόπο ο επικεφαλής του ευρωπαϊκού τομέα του οίκου Moody’s, Κόλιν Έλλις, παρότι μόλις πρόσφατα ο οίκος, αναβαθμίζοντας την αξιολόγηση της Ελλάδας, εκτίμησε ότι η «καθαρή» έξοδος είναι εφικτή.

Μιλώντας στην «Ναυτεμπορική», ο κ. Έλλις δηλώνει: «Μια προληπτική πιστωτική γραμμή δεν σημαίνει ότι το τρίτο ελληνικό πρόγραμμα βοήθειας δεν θα έχει εφαρμοσθεί με επιτυχία. Άλλωστε, υπάρχουν σαφή ζητήματα στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, που θα πάρει καιρό για να αντιμετωπισθούν».

Η αναφορά αυτή από το ανώτερο στέλεχος της Moody’s είναι σαφές ότι «φωτογραφίζει» πρωτίστως το θέμα της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών, το οποίο περνά στην πρώτη γραμμή ενδιαφέροντος με τα τεστ αντοχής που μόλις άρχισαν:

  • Οι τράπεζες έστειλαν χθες στοιχεία που διαμορφώνουν μια αισιόδοξη εικόνα για την κεφαλαιακή τους επάρκεια στο δυσμενές σενάριο, δηλαδή περνούν με αρκετή ευκολία το τεστ, που άλλωστε δεν έχει προκαθορισμένο όριο κεφαλαιακής επάρκειας για να «κοπούν» τράπεζες.
  •  Αυτά τα στοιχεία θα μπουν στο μικροσκόπιο της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής, για να βγει ένας διαφορετικός τελικός «λογαριασμός», που δεν θα είναι εξίσου καλώς με τους αρχικούς υπολογισμούς από τις ίδιες τις τράπεζες.
  •  Το τελικό αποτέλεσμα αυτή της άσκησης θα είναι το ακόλουθο: οι τράπεζες θα κριθεί ότι δεν χρειάζονται άμεση κεφαλαιακή ενίσχυση, αλλά θα κληθούν να καταρτίσουν capital plan, δηλαδή ένα μεσοπρόθεσμο σχέδιο κεφαλαιακής ενίσχυσης, πιθανότατα εντός του 2019.
  • Έτσι, ανοίγουν δύο δρόμοι για την τελική έκβαση της υπόθεσης: αν οι αρχές είναι αρκετά αυστηρές στην αξιολόγηση των στοιχείων, θα βγει ένας υψηλός λογαριασμός για τις επόμενες αυξήσεις κεφαλαίων, άνω των 5 δισ. ευρώ, αν είναι πιο επιεικείς, ο λογαριασμός θα είναι μικρότερος και οι τράπεζες θα είναι σε θέση, εκτός πολύ σοβαρού απροόπτου, να τον καλύψουν με ιδιωτικά κεφάλαια.

Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, όμως, ο μεσοπρόθεσμος «λογαριασμός» για τις κεφαλαιακές ανάγκες δεν θα είναι μικρός, κάτι που εξηγεί και την επιμονή του Μάριο Ντράγκι να φέρνει στη συζήτηση το θέμα της προληπτικής χρηματοδοτικής γραμμής.

Η ελληνική κυβέρνηση θα βρεθεί, πιθανότατα, μπροστά σε ένα πολύ σοβαρό δίλημμα: αν αποδεχθεί την προληπτική γραμμή, την οποία ως τώρα απορρίπτει, θα υπάρχει η «ομπρέλα» του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, για να καλυφθούν με σιγουριά οι επόμενες αυξήσεις κεφαλαίου, χωρίς να υπάρξει κίνδυνος εφαρμογής του ευρωπαϊκού θεσμικού πλαισίου για το bail-in (εμπλοκή πιστωτών και, ίσως, καταθετών σε περίπτωση αδυναμίας κάλυψης των αυξήσεων κεφαλαίου).

Αν επιμείνει η κυβέρνηση στην «καθαρή» έξοδο, αυτό θα σημαίνει ότι θα πρέπει να αντιμετωπίσει με τα δικά της μέσα τον κίνδυνο να μείνουν ακάλυπτες κάποιες αυξήσεις κεφαλαίου των τραπεζών, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει.

Ουσιαστικά, το μήνυμα που λαμβάνει από πολλές πλευρές η κυβέρνηση είναι ότι δεν είναι αρκετός για την «καθαρή» έξοδο ο σχεδιασμός που γίνεται για δανεισμό από τις αγορές με ένα «μαξιλάρι» αποθεματικών, αν δεν διασφαλισθεί προηγουμένως ότι θα είναι και οι τράπεζες επαρκώς καλυμμένες έναντι μελλοντικών κινδύνων.

Στην πραγματικότητα, η συζήτηση για την «καθαρή» έξοδο δεν έχει αρχίσει: η ουσία του θέματος θα εξετασθεί από τον Ιούνιο, όταν θα γνωρίζουμε ποιες είναι οι μεσοπρόθεσμες κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών.