Ασφυκτική πίεση από τις Βρυξέλλες θα δεχθεί το επόμενο διάστημα η ελληνική κυβέρνηση για να ανοίξει πόλεμο -και να τον κερδίσει...- στην κινεζική μαφία που έχει μετατρέψει τον Πειραιά σε κύρια πύλη λαθρεμπορίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, "ξαφρίζοντας" εισαγωγικούς δασμούς από τα ευρωπαϊκά ταμεία, οι οποίοι υπολογίζεται ότι ξεπερνούν τα 200 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με πόρισμα της ευρωπαϊκής υπηρεσίας καταπολέμησης της απάτης (OLAF).
Σύμφωνα με πληροφορίες, από το περασμένο καλοκαίρι άρχισε η πρώτη κινητοποίηση των ελληνικών αρχών για τις εισαγωγές μέσω Πειραιά φθηνών ρούχων και παπουτσιών (πολλά από αυτά με "μαϊμού" σήματα), τα οποία μπαίνουν σε κοντέινερ και δηλώνονται πλασματικά χαμηλές αξίες στις τελωνειακές αρχές, ώστε να κλέβονται οι δασμοί που ανήκουν στην Ευρωπαϊκοί Ένωση, αλλά και τα πολλαπλάσια ποσά ΦΠΑ, που θα έπρεπε να πάνε στα ταμεία του ελληνικού κράτους και άλλων κρατών της Ευρώπης.
Τα αποτελέσματα, όμως, είναι ως τώρα πενιχρά και η Κομισιόν, σύμφωνα με πληροφορίες, είναι έτοιμη να ζητήσει από την κυβέρνηση πλήρες σχέδιο πάταξης του λαθρεμπορίου, πίσω από το οποίο κρύβεται η κινεζική μαφία, καθώς επεξεργάζεται τα ευρήματα έρευνας της OLAF, που έχουν προκαλέσει δέος στους κοινοτικούς αξιωματούχους. Μάλιστα, ευρωπαϊκές πηγές αναφέρουν ότι στις Βρυξέλλες είναι διάχυτη η υποψία ότι η πλήρης αδράνεια των ελληνικών αρχών, τα τελευταία χρόνια, δεν μπορεί να είναι άσχετη με φαινόμενα διαφθοράς και "διάβρωσης" των υπηρεσιών από τα λαθρεμπορικά κυκλώματα, που κάνουν τζίρους πολλών -και "μαύρων"- δισεκατομμυρίων στην ευρωπαϊκή αγορά.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του politico, η έρευνα που διενήργησε η OLAF για τη λαθρεμπορία μέσω Πειραιά κατέληξε ότι η συστηματική υποτιμολόγηση ρούχων και παπουτσιών από Κινέζους διακινητές στέρησε δασμούς άνω των 200 εκατ. ευρώ από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το ποσό αυτό θα πρέπει να ανακτήσει η ελληνική κυβέρνηση, που κατηγορείται για πλημμελείς ελέγχους των τελωνειακών αρχών.
Συνολικά, το κινεζικό κύκλωμα φέρεται να έχει "ροκανίσει" δασμούς άνω των 2,5 δισ. ευρώ, ενώ τα... πλοκάμια του απλώνονται σε έξι ευρωπαϊκές χώρες, όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές της OLAF. Πολύ μεγαλύτερα είναι τα ποσά που έχουν χάσει οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, ανάμεσά τους και η ελληνική, από την αποφυγή πληρωμής ΦΠΑ.
Σε δήλωσή της στο politico, η OLAF επιβεβαίωσε ότι έχει ολοκληρώσει την έρευνα της για την απάτη με τις υποτιμημένες εισαγωγές ρούχων και παπουτσιών στην Ελλάδα, την περίοδο μεταξύ 1ης Ιανουαρίου 2015 και 31 Μαϊου 2018 και, με βάση τα ευρήματα της έρευνας, ζητήθηκε από τα ελληνικά τελωνεία να ανακτήσουν δασμούς 202,3 εκατ. ευρώ».
Τα κινεζικά δίκτυα στέλνουν σε κοντέινερ τεράστιες ποσότητες φθηνών ρούχων και παπουτσιών και υποβάλλουν ψευδείς δηλώσεις της αξίας τους, ώστε να αποφεύγουν την πληρωμή δασμών και φόρων. Σύμφωνα με έγγραφα της OLAF από την έρευνά της, τα οποία επικαλείται το politico, δεκάδες εκατομμύρια κιλά φτηνών ρούχων και παπουτσιών εισάγονταν από το κύκλωμα μέσω βρετανικών λιμανιών ως το 2018, αλλά όταν εντάθηκαν οι έλεγχοι από τις βρετανικές αρχές τα δίκτυα χρησιμοποίησαν άλλες χώρες σαν πύλες εισόδου, με πρώτη την Ελλάδα.
Ο επικεφαλής της ιταλικής υπηρεσίας για την καταπολέμηση του οικονομικού εγκλήματος έχει δηλώσει από το καλοκαίρι στο Reuters ότι υπάρχουν αποδείξεις ότι η κινεζική μαφία βρίσκεται πίσω από την μεγάλης έκτασης οικονομική απάτη με εισαγωγές προϊόντων στην Ευρώπη μέσω του λιμανιού του Πειραιά.
Σύμφωνα με τον Φάμπιο Μπότο, το μεγάλο κόλπο των κινεζικών εγκληματικών δικτύων είναι η εισαγωγή τεράστιων ποσοτήτων ενδυμάτων και άλλων προϊόντων, πολλά εκ των οποίων είναι απομιμήσεις γνωστών σημάτων («μαϊμού»), τα οποία φθάνουν στον Πειραιά και ψευδώς δηλώνεται ότι θα παραληφθούν από ιταλικές εταιρείες – φαντάσματα, αλλά καταλήγουν σε άλλες χώρες Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι ελληνικές αρχές, όμως, όπως ανέφερε τότε το δημοσίευμα του πρακτορείου, ήταν αξιοπερίεργο ότι δεν είχαν ενημερωθεί για την έρευνα από τις ιταλικές και ευρωπαϊκές αρχές, όπως είχε δηλώσει στο Reuters στέλεχος του ΣΔΟΕ. Το ΣΔΟΕ διενεργούσε ως τότε τις δικές του έρευνες για ανάλογες υποθέσεις και είχε προχωρήσει σε κάποιες κατασχέσεις προϊόντων «μαϊμού», καθώς και σε συλλήψεις υπόπτων, στους έχουν ασκηθεί ποινικές διώξεις σε βαθμό κακουργήματος.