Στη διαμάχη της κυβέρνησης με τις τράπεζες για το όριο προστασίας της πρώτης κατοικίας, που θα ισχύσει στην εφαρμογή του κυπριακού μοντέλου, παρεμβαίνουν οι δανειστές, ζητώντας από τις τράπεζες αναλυτικά στοιχεία για τα κόκκινα στεγαστικά, πριν ληφθούν οι αποφάσεις για το νέο όριο.
Στη χθεσινή συνάντηση του οικονομικού επιτελείου με τους δανειστές κυρίαρχο θέμα συζήτησης ήταν οι προτάσεις της ελληνικής πλευράς για την καθιέρωση ενός εξωδικαστικού συστήματος προστασίας της πρώτης κατοικίας, που θα αντικαταστήσει τη σχετική διάταξη του νόμου Κατσέλη.
Η κυβέρνηση παρουσίασε συνοπτικά τις ιδέες της για εφαρμογή του κυπριακού μοντέλου «Εστία» στην Ελλάδα, δηλαδή για το κούρεμα δανείων με βάση την εμπορική αξία των ακινήτων και τη μακροχρόνια ρύθμισή τους, με το Δημόσιο να παρέχει επιδότηση του 1/3 της δόσης. Σύμφωνα με τους κυβερνητικούς υπολογισμούς, το δημοσιονομικό κόστος αυτής της επιδότησης εκτιμάται ότι θα ανέλθει σε 200 εκατ. ευρώ ετησίως.
Η κυβέρνηση επιμένει ότι το όριο προστασίας για την υπαγωγή ενός δανειολήπτη στο νέο πλαίσιο θα πρέπει να τεθεί στα 150.000 ευρώ για τον άγαμο, έναντι 180.000 ευρώ που προβλέπει ο νόμος Κατσέλη.
Όμως, οι τράπεζες έχουν υποστηρίξει, στις επαφές που είχαν με τους εκπροσώπους των δανειστών, ότι αυτό το όριο είναι υπερβολικά υψηλό και αφήνει μεγάλα περιθώρια καταχρηστικής αξιοποίησης των προστατευτικών διατάξεων από στρατηγικούς κακοπληρωτές.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι εκπρόσωποι των δανειστών παρεμβαίνουν σε ρόλο… διαιτητή σε αυτή τη διαμάχη. Στη χθεσινή συνάντηση με τα κυβερνητικά στελέχη ζήτησαν να λάβει η κυβέρνηση αναλυτικά στοιχεία για τα κόκκινα στεγαστικά δάνεια από τις τράπεζες, οι οποίες έχουν αναθέσει πριν τρεις εβδομάδες αυτό το έργο στην PWC, ώστε να βγουν συμπεράσματα για το αν χρειάζεται να τεθεί το όριο προστασίας στα 150.000 ευρώ ή θα πρέπει να είναι πολύ χαμηλότερο, όπως έχουν ζητήσει οι τράπεζες.
Σε κάθε περίπτωση, οι δανειστές ξεκαθάρισαν ότι θα πρέπει να διασφαλισθεί ότι δεν θα ζημιωθούν οι τράπεζες από καταχρηστική αξιοποίηση του προστατευτικού πλαισίου από στρατηγικούς κακοπληρωτές. Επίσης, ότι οι υπολογισμοί της κυβέρνησης για τη δημοσιονομική επιβάρυνση από την επιδότηση δόσεων βασίζονται σε σοβαρή μελέτη της πραγματικότητας των κόκκινων στεγαστικών δανείων, ώστε να μην υπάρξουν στο μέλλον εκπλήξεις και ανατροπές.
Σύμφωνα με πληροφορίες, τα στοιχεία των τραπεζών ζητήθηκε από τους δανειστές να έχουν παραδοθεί στις αρχές Φεβρουαρίου, ώστε να διαμορφωθεί αμέσως μετά η νομοθετική ρύθμιση και να τεθεί σε εφαρμογή από την 1η Μαρτίου, χωρίς να υπάρξει ανάγκη νέας παράτασης του νόμου Κατσέλη.