Μείζον ζήτημα οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής σημασίας καθίσταται πλέον η διάσωση της αλυσίδας σουπερμάρκετ «Μαρινόπουλος», καθώς από την τύχη της εξαρτώνται η επιβίωση εκατοντάδων επιχειρήσεων, η απασχόληση περίπου 12.000 εργαζομένων και η γενικότερη διαμόρφωση κλίματος στην αγορά. Αφήνοντας προς το παρόν κατά μέρος την αναζήτηση - υπαρκτών – ευθυνών για τη δημιουργία και τη μεγιστοποίηση του προβλήματος, κυβέρνηση και τράπεζες καταβάλλουν αγωνιώδεις προσπάθειες για να αποτραπεί σε πρώτη φάση η πτώχευση-διακοπή λειτουργίας της εταιρείας, που θα προκαλούσε ντόμινο στην αγορά, με λουκέτα, χρεοκοπίες και απολύσεις.
Όμως οποιαδήποτε λύση προϋποθέτει κεφαλαιακές ενέσεις προς τις παραπαίουσες εταιρείες του ομίλου Μαρινόπουλου, αναδιάρθρωση των υποχρεώσεων τους και διευθέτηση με εν μέρει αποπληρωμή υποχρεώσεων 728 εκατ. ευρώ προς προμηθευτές. Οι προσπάθειες στρέφονται λοιπόν στην αναζήτηση στρατηγικών επενδυτών, που θα ήταν διατεθειμένοι να διαθέσουν κεφάλαια για να αποκτήσουν τον έλεγχο της αλυσίδας σουπερμάρκετ, ή να αγοράσουν «κομμάτια» της.
Παράλληλα, πιέσεις ασκούνται προς την πλευρά των ιδιοκτητών, προκειμένου να εισφέρουν κεφάλαια, επωμιζόμενοι εν μέρει το κόστος και το ρίσκο μιάς προσπάθειας διάσωσης-εξυγίανσης. Στην αίτηση της εταιρείας για υπαγωγή στο άρθρο 99 αναφέρεται βέβαια ότι οι μέτοχοι-ιδιοκτήτες (οικογένειες Μαρινόπουλου) «δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα» να συνεχίσουν τη χρηματοδότηση. Όμως τα «πεπραγμένα» στη διαχείριση της εταιρείας και οι προκύπτουσες ευθύνες για την οικονομική κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει, φαίνεται ότι θα τους αναγκάσουν τελικά να «βάλουν το χέρι στην τσέπη».
Η σανίδα σωτηρίας
Αυτός είναι ένας από τους όρους που θέτει και ο όμιλος Σκλαβενίτη ως προϋπόθεση, προκειμένου να διαπραγματευθεί περαιτέρω το ενδεχόμενο συμμετοχής του στο εγχείρημα διάσωσης. Οι άλλοι όροι συναρτώνται με αναδιάρθρωση δανείων, περαιτέρω χρηματοδότηση του «Μαρινόπουλου» από τις τράπεζες και διευθέτηση των υποχρεώσεων προς προμηθευτές.
Οι τράπεζες συναινούν και υπόσχονται ότι θα διευκολύνουν με κάθε τρόπο, προσφέροντας χαμηλότοκη χρηματοδότηση. Πρωτοβουλίες αναλαμβάνονται και από κυβερνητικής πλευράς, καθώς η υπόθεση «Μαρινόπουλου» δεν είναι πλέον ένα επιχειρηματικό πρόβλημα, αλλά ανάγεται σε ζήτημα μείζονος σημασίας για την ελληνική αγορά και την οικονομία γενικότερα.
Κυβερνητικοί παράγοντες είχαν τις προηγούμενες μέρες επαφές με εκπροσώπους ξένων equity funds, που εξέφρασαν ενδιαφέρον εξαγοράς του «Μαρινόπουλου» υπό όρους - όπως η θέσπιση ειδικού φορολογικού και ασφαλιστικού καθεστώτος για την εταιρεία, ώσπου να ολοκληρωθεί η εξυγίανση της.
Εκτιμώντας ότι οι όροι αυτοί είναι δύσκολο να ικανοποιηθούν, η κυβέρνηση συνεργάζεται με τις πιστώτριες τράπεζες προς αναζήτηση άμεσων λύσεων, προκειμένου να συνεχισθεί η λειτουργία της αλυσίδας «Μαρινόπουλος» και των άλλων δύο μικρότερων («Ξυνός» και «Express M»), ώστε να κερδηθεί τουλάχιστον χρόνος. Ο υπουργός Επικρατείας Αλέκος Φλαμπουράρης ανέλαβε ρόλο συντονιστή στις διαπραγματεύσεις μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών. Από πλευράς υπουργείου Εργασίας συμμετέχει ο γγ Ανδρέας Νεφελούδης, προς διευθέτηση ζητημάτων που ανακύπτουν με τους εργαζόμενους του ομίλου.
Επιπτώσεις στην αγορά
Το Πρωτοδικείο όπου συζητούνται αύριο οι αιτήσεις 4 εταιρειών του ομίλου Μαρινόπουλου, αναμένεται ότι θα τις κάνει αποδεκτές και θα εκδώσει προσωρινή διαταγή προστασίας τους από τους πιστωτές, ώσπου να συζητηθούν οι κύριες αιτήσεις για υπαγωγή στο άρθρο 99 – τον Σεπτέμβριο ή τον Οκτώβριο.
Όμως το πρόβλημα δεν πρόκειται να κλείσει με την απόφαση αυτή και η αβεβαιότητα θα συνεχισθεί. Οι επιπτώσεις είναι ήδη εμφανείς στην αγορά: Οι χονδρεμπορικές συναλλαγές έχουν περιορισθεί, οι προμηθευτές των αλυσίδων σουπερμάρκετ εμφανίζονται επιφυλακτικοί και προσπαθούν να κρατήσουν πίσω την εκτέλεση παραγγελιών, οι πιστώσεις περιορίζονται, εισαγωγικές επιχειρήσεις ζητούν μετρητά ή επαρκείς διασφαλίσεις.
Εχασε πελατεία
Το κλίμα επιδεινώνεται λόγω των πληροφοριών-εκτιμήσεων που διαρρέουν ότι ο «Μαρινόπουλος» είναι εξαιρετικά δύσκολο έως αδύνατο να «αναστηθεί». Σχεδιο εξυγίανσης ουσιαστικά δεν υπάρχει, ενώ η αλυσίδα σουπερμάρκετ χρειάζεται κατεπειγόντως «ζεστό χρήμα» για να ξαναγεμίσει τα ράφια της και να λειτουργήσει τους επόμενους μήνες.
Ακόμη κι αν δοθεί τώρα χρηματοδότηση ή εισφερθούν κεφάλαια από τους ιδιοκτήτες ή από επίδοξο στρατηγικό επενδυτή, το «στοίχημα» θα είναι η επαναπροσέλκυση της χαμένης πελατείας και η ανάκτηση του τζίρου. Η φήμη και η εικόνα της αλυσίδας έχουν ήδη πληγεί σοβαρά. Για να αποκατασταθούν, θα χρειασθούν ίσως πολλών ετών και πολυδάπανες καμπάνιες.