Αβάσταχτες αποδεικνύονται για τα ελληνικά νοικοκυριά οι στεγαστικές δαπάνες είτε αυτές αφορούν την πληρωμή ενοικίων είτε την καταβολή των μηναίων δόσεων στεγαστικών δανείων. Οι Έλληνες πληρώνουν τα περισσότερα στην Ευρώπη για τη στέγαση και αυτό αποτελεί απόρροια της εκτόξευσης των τιμών ακινήτων και ενοικίων, της ακρίβειας που έχει αποδυναμώσει τους πραγματικούς μισθούς αλλά και της ραγδαίας αύξησης των επιτοκίων που αφορούν τα στεγαστικά δάνεια.
Η στεγαστική κρίση δεν αποτελεί ελληνικό φαινόμενο, καθώς έχει εξαπλωθεί σ’ όλη την Ευρώπη, ωστόσο στη χώρα μας οι επιπτώσεις είναι πιο «βαθιές» και επώδυνες. Τα συμπεράσματα πρόσφατων ερευνών για τη στέγαση, που τέθηκαν επί τάπητος στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, καταδεικνύουν το μέγεθος του προβλήματος που αντιμετωπίζουν τα ελληνικά νοικοκυριά.
- Το 47,8% των νοικοκυριών παραδέχονται ότι δυσκολεύεται ή αδυνατεί να πληρώσει το ενοίκιο,
- Το 42,3% έχει δει αυξήσεις την τελευταία διετία
- Το 77% δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα κάθε μήνα αφού πληρώσει το ενοίκιο.
Τα εν λόγω στοιχεία προέκυψαν από μελέτη του Ινστιτούτου Έρευνας και Κοινωνικής Αλλαγής Eteron. Σημαντικός παράγοντας στην διαμόρφωση της συγκριμένης εικόνας διαδραματίζει η εισροή ξένων επενδύσεων και η βραχυχρόνια μίσθωση που έχουν εκτός από οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Ιδίως η βραχυχρόνια μίσθωση έχει παίξει καταλυτικό ρόλο στο κομμάτι που σχετίζεται με την αύξηση των τιμών κατοικιών και ενοικίων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι τιμές πώλησης ακινήτων αυξήθηκαν κατά 10% και κατά 13% στις νέες κατοικίες, ενώ ακόμα περισσότερο αυξήθηκαν και τα ενοίκια. Το εξόχως ανησυχητικό, όπως προκύπτει, μάλιστα από τα επίσημα στοιχεία της Εurostat, είναι ότι το 37% του εισοδήματος κάθε ελληνικού νοικοκυριού, πηγαίνει στη στέγαση. Οι στεγαστικές ανάγκες-δαπάνες, δηλαδή, απορροφούν ένα πολύ μεγάλο κομμάτι των οικογενειακών προϋπολογισμών.
Απαιτείται ρύθμιση της αγοράς ακινήτων
«Είμαστε πρωταθλητές στην επιβάρυνση των στεγαστικών δαπανών στα νοικοκυριά και έχουμε πλήρη απουσία στεγαστικών πολιτικών προνοιακού χαρακτήρα», επισήμανε ο Θωμάς Μαλούτας, Ομότιμος Καθηγητής στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, μιλώντας στο Οικονομικό Φόρου των Δελφών. Πρόσθεσε ότι για την κατάσταση αυτή ευθύνονται επίσης η οικονομική κρίση, η άνοδος τουρισμού και η καθήλωση εισοδημάτων. Αναφορικά με τις λύσεις, τόνισε ότι χρειάζεται ρύθμιση της αγοράς και πολιτικές συνολικές και όχι αποσπασματικές, καθώς τα επιδόματα όχι μόνο αναιρούνται γρήγορα από την αγορά αλλά συχνά μεταφράζονται και σε αύξηση τιμών.
Παράλληλα, δίπλα στο εμπορευματικό κομμάτι, χρειάζεται ένα κομμάτι στεγαστικού αποθέματος που να λειτουργεί με άλλο τρόπο και να επηρεάζει και το εμπορικό, ενώ πρέπει να κάθε κίνηση πρέπει να έχει ένα ειδικό βάτος για να επηρεάσει την αγορά.
Ο Νικόλαος Τριανταφυλλόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας απέρριψε ως λύση τα οριζόντια μέτρα όπως τα επιδόματα ή τα χαμηλότοκα δάνεια, καθώς δεν αποτελούν βιώσιμες ούτε αποτελεσματικές προτάσεις. «Η στεγαστική πολιτική συνδέεται άμεσα με το κόστος της ενέργειας», σημείωσε, επισημαίνοντας ότι το πρόβλημα της στέγασης δεν αφορά όλα τα κοινωνικά στρώματα, αλλά συγκεκριμένα που κατοικούν σε συγκεκριμένες περιοχές, γιαυτό και απαιτούνται μέτρα εστιασμένα και με χωρικά κριτήρια.
«Υπάρχουν πόροι από την ΕΕ που δυστυχώς μέχρι τώρα τους ξοδεύουμε αλλού», είπε, προσθέτοντας ότι για τον ίδιο στόχο μπορούν να χρησιμοποιηθούν και τα μεγάλα κονδύλια για την ενεργειακή μετάβαση και τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης που μπορούν να είναι εστιασμένα χωρικά για να αλλάξουν τη στεγαστική πολιτική. «Τα χρήματα υπάρχουν, χρειαζόμαστε ενεργοποίηση της πολιτείας και θεσμικά πλαίσια», τόνισε συμπληρώνοντας ότι χρειάζεται συνολικά μία αστική και πολεοδομική πολιτική που δεν είχαμε ποτέ στην Ελλάδα και που περιλαμβάνει περιβαλλοντικά, κοινωνικά και οικονομικά θέματα.