Σοβαρούς κινδύνους να... πλημμυρίσει με ελλείμματα ο κρατικός προϋπολογισμός και αυξηθεί το δημόσιο χρέος εγκυμονεί το τεράστιο κόστος των φυσικών καταστροφών, επισημαίνει στην τριμηνιαία έκθεσή του το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή.
Συγχρόνως τονίζει, πως είναι αδύνατο να καλυφθεί το κόστος των μελλοντικών φυσικών καταστροφών από τον ιδιωτικό τομέα και συγκεκριμένα από τις ασφαλιστικές εταιρείες, όπου θα ασφαλιστούν, αρχικά, υποχρεωτικά οι επιχειρήσεις και σε δεύτερη φάση και οι ιδιωτικές κατοικίες.
Αναλυτικότερα, το ΓΠΚΒ αφού σημειώνει τις θετικές δημοσιονομικές εξελίξεις, που οδήγησαν σε πρωτογενές αποτέλεσμα του πρώτου επταμήνου του τρέχοντος έτους βελτιωμένο κατά περίπου 1,3 δισ. σε σχέση με πέρυσι ενώ οι αποδόσεις των δεκαετών τίτλων του ελληνικού δημοσίου παρουσιάζουν σχετική σταθεροποίηση μειώνοντας τις διαφορές (spread) από τους αντίστοιχους τίτλους άλλων χωρών της Ευρωζώνης.
Παράλληλα σημειώνει την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας του ελληνικού δημόσιου χρέους από τον οίκο αξιολόγησης DBRS που κατέστησε τα ελληνικά ομόλογα επιλέξιμα για τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ χωρίς την ανάγκη της εξαίρεσης (waiver) και ταυτόχρονα αυξάνει την ρευστότητα που μπορούν να αντλήσουν οι ελληνικές τράπεζες χρησιμοποιώντας ως ενέχυρο τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου.
Παρόλα αυτά, προσθέτει ότι, οι οικονομικές εξελίξεις χαρακτηρίζονται από αβεβαιότητα, λαμβάνοντας υπόψη τις καταστροφικές επιπτώσεις των καλοκαιρινών πυρκαγιών και των ακραίων βροχοπτώσεων στην Θεσσαλία που ανέδειξαν αδυναμίες του κρατικού μηχανισμού να ανταπεξέλθει σε σοβαρές προκλήσεις.
Στην τελική αποτίμηση των επιπτώσεων για την οικονομία, πέρα από τις αποζημιώσεις και τα μέτρα στήριξης για τις πληγείσες περιοχές που περιλαμβάνονται στον συμπληρωματικό προϋπολογισμό, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη το ευρύτερο κόστος σε όρους καταστροφής παραγωγικών συντελεστών, το οποίο σε συνδυασμό με το ενδεχόμενο εγκατάλειψης ορισμένων περιοχών θα προκαλέσει μακροχρόνιες απώλειες παραγωγικής δυναμικότητας.
Τονίζει δε, ότι, από δημοσιονομική άποψη, οι κρίσιμες προϋποθέσεις ώστε να μην υπονομευτεί η δημοσιονομική σταθερότητα είναι αφενός η μέγιστη δυνατή κάλυψη της ανοικοδόμησης από ευρωπαϊκούς πόρους και αφετέρου η χρονική κατανομή των αποζημιώσεων ώστε να μην συγκεντρωθούν εξ ολοκλήρου σε ένα μόνο.
Διαφορετικά, θα πρέπει να αναζητηθούν πρόσθετες πηγές εσόδων, τακτικές ή έκτακτες, ώστε να καλυφθεί το σχετικό κόστος χωρίς απόκλιση από τον δημοσιονομικό στόχο και επιβάρυνση του δημόσιου χρέους.
Κλιματική κρίση
Οι δημοσιονομικές και ευρύτερες οικονομικές προκλήσεις των φυσικών καταστροφών αποτελούν επιμέρους πλευρές της ευρύτερης υπαρξιακής πρόκλησης που θέτει η κλιματική κρίση, υπογραμμίζει το ΓΠΚΒ και η αναμενόμενη αυξημένη ένταση και συχνότητα ακραίων καιρικών φαινομένων απαιτεί ενίσχυση του ρόλου του κράτους καθώς η προστασία της ζωής και της περιουσίας των πολιτών είναι θεμελιώδης υποχρέωσή του.
Επιπρόσθετα, τονίζει, πως, είναι αμφίβολο πώς ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρίες, παρά το σημαντικά θετικό τους ρόλο στην κάλυψη και αντιμετώπιση κινδύνων, θα μπορούσαν να καλύψουν στο σύνολό τους καταστροφές τέτοιας κλίμακας. Και το ζήτημα δεν είναι μόνο το ύψος των δαπανών που θα απαιτηθούν για τις απαραίτητες δημόσιες επενδύσεις και υποδομές αλλά και η αποτελεσματική αξιοποίηση, διαχείριση και οργάνωσή τους.
Η χώρα μας δεν υστερεί ούτε σε εξοπλισμό, ούτε σε προσωπικό, ούτε και σε εν γένει δαπάνες για την πολιτική προστασία, φαίνεται όμως ότι υπάρχουν πολλά περιθώρια βελτίωσης της αποτελεσματικότητάς τους.
Σημειώνεται ότι ο ρόλος του κράτους δεν εξαντλείται στις αποζημιώσεις και την αποκατάσταση των δημόσιων υποδομών αλλά αφορά τον ευρύτερο προγραμματισμό και, τελικά, τη χρηματοδότηση ενός προτύπου ανάπτυξης που θα είναι πιο ανθεκτικό στις φυσικές καταστροφές.
Συνεπώς, είναι απαραίτητο να ληφθεί πρόνοια ώστε το νέο ευρωπαϊκό δημοσιονομικό πλαίσιο να προβλέπει ειδική μεταχείριση για τις δημόσιες επενδύσεις, αλλά και συνολικά τις δαπάνες για την αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών και του κόστους μετάβασης εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής.
Τέλος, δεδομένου ότι η περιοχή της Μεσογείου βρίσκεται στο επίκεντρο της κλιματικής κρίσης, απαιτούνται πρόσθετοι κοινοί ευρωπαϊκοί πόροι για τη χρηματοδότηση των αναγκαίων δαπανών στις περιοχές που επηρεάζονται περισσότερο.