Οικονομία

Πιέρ Μοσκοβισί: «Η επένδυση στην Ελλάδα δεν είναι πια ρίσκο, είναι ευκαιρία»


«Η επένδυση στην Ελλάδα δεν είναι πια ρίσκο, είναι ευκαιρία», τονίζει ο Γάλλος πρώην επίτροπος Οικονομικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων, την περίοδο 2015-2019, Πιέρ Μοσκοβισί, στη συνέντευξη που παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ κατά την επίσκεψή του στη χώρα μας την προηγούμενη εβδομάδα.

Ο κ. Μοσκοβισί, από τους λίγους που γνώρισαν εκ των έσω την τότε οικονομική κατάσταση της χώρας, επισκέφτηκε την Ελλάδα με τη νέα πλέον ιδιότητά του, του πρώτου προέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου της Γαλλίας, προκειμένου να υπογραφεί διμερής συμφωνία με το σκοπό την ενίσχυση της συνεργασίας με το ελληνικό Ελεγκτικό Συνέδριο.

Άλλωστε, όπως εξηγεί και ο ίδιος, υποστηρίζοντας τη συνεργασία, «είμαστε ανεξάρτητοι δικαστές με δικαιοδοτικά καθήκοντα» και «στη Γαλλία, όπως και στην Ελλάδα και σε περισσότερες από 40 άλλες χώρες που διαθέτουν ήδη Ελεγκτικό Συνέδριο με τέτοιες εξουσίες, είναι ευκολότερο να επιβληθούν κυρώσεις ή να παραπέμψουν σε πολιτικά ή ποινικά δικαστήρια παραβιάσεις της ορθής διαχείρισης των δημοσίων πόρων. Αυτό ενισχύει τη χρηστή διακυβέρνηση και διευκολύνει την καταπολέμηση της διαφθορά».

Ο κ. Μοσκοβισί, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης και έπειτα από σχετική ερώτηση, αναπολεί και θυμάται ότι έχει δουλέψει «σκληρά για να βοηθήσει την Ελλάδα να βγει από τις δυσκολίες της», και, σήμερα, συμπερασματικά, δηλώνει: «Είμαι περήφανος που βλέπω ότι δεν ήταν κάτι μάταιο».

Αναγνωρίζει ότι «η Ελλάδα και οι πολίτες της πέρασαν δύσκολες στιγμές για να ανακάμψουν», αλλά, όπως σημειώνει, «επιστρέφοντας λίγα χρόνια μετά, βλέπω ότι η τάση πηγαίνει προς τη σωστή κατεύθυνση τώρα, με τους περισσότερους βασικούς δείκτες να βρίσκονται στην "πράσινη" ζώνη και θα πρέπει να επιτρέψουν την ενίσχυση της ανάπτυξης, την εξισορρόπηση των δημόσιων οικονομικών και την εξυγίανση του τραπεζικού τομέα να συνεχιστεί».

Ωστόσο, όπως τονίζει, «η πρόκληση παραμένει να ξεπεραστούν τα επακόλουθα της κρίσης και να μοιραστούν τα οφέλη της ανάκαμψης».

«Η Ευρώπη πρέπει να προάγει το κράτος δικαίου και την ελευθερία, μαθαίνοντας παράλληλα τη γλώσσα της εξουσίας σε έναν κόσμο πολωμένο μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας»

Σχετικά με τους κινδύνους που εντοπίζει για την Ευρώπη, αλλά και την Ελλάδα, σε ένα δύσκολο και αβέβαιο οικονομικό περιβάλλον παγκοσμίως, ο κ. Μοσκοβισί εκτιμά ότι «η Ευρώπη βρίσκεται περισσότερο από ποτέ στο επίκεντρο μεγάλων γεωπολιτικών και στρατηγικών ζητημάτων».

Και εξηγώντας την προσέγγισή του, τονίζει ότι «το μοντέλο της φιλελεύθερης δημοκρατίας, που επικράτησε από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, αμφισβητείται τώρα από ανελεύθερες δημοκρατίες, λαϊκιστικά και ακόμη και αυταρχικά καθεστώτα», και «ο πόλεμος στην Ουκρανία φέρνει μια παραδειγματική αλλαγή που κλονίζει την Ευρώπη».

«Δεν πρέπει να ξεχνάμε», συνεχίζει, αναλύοντας τη σκέψη του, ότι «η Ευρώπη δεν είναι δεδομένη, ούτε θα είναι ποτέ» και «πρέπει να προάγει το κράτος δικαίου και την ελευθερία, μαθαίνοντας παράλληλα τη γλώσσα της εξουσίας σε έναν κόσμο πολωμένο μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας». Και αμέσως προσθέτει: «Μοιραζόμαστε τις ίδιες δημοκρατικές αξίες με τις Ηνωμένες Πολιτείες, ανήκουμε σε μια ουσιαστική στρατιωτική συμμαχία μαζί τους, συμμετέχουμε στα ίδια διεθνή φόρουμ. Η Ευρώπη πρέπει να κάνει τη δική της φωνή να ακουστεί εκεί».

Ειδικότερα, για τους κινδύνους για την Ελλάδα, και, όπως λέει, και «για τους στενότερους φίλους της», μεταξύ αυτών και για τη Γαλλία, που έχει εξέχουσα θέση μεταξύ των στενότερων φίλων (της Ελλάδας), υποστηρίζει ότι «η εξέλιξη της Τουρκίας είναι ένα θέμα που προκαλεί ανησυχία», καθώς όταν τέθηκε το ερώτημα το 1999, είχε δει την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ «ως εγγύηση προσκόλλησης σε κοινές αξίες, καθώς και υποστήριξης για την ελληνοτουρκική προσέγγιση».

Όμως, «μέσα σε 20 χρόνια, η κατάσταση άλλαξε και σημειώθηκε επιδείνωση όσον αφορά τα θεμελιώδη δικαιώματα, την ελευθερία της έκφρασης, την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και τη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών στην Τουρκία» τονίζει και με νόημα προσθέτει: «Ας ελπίσουμε ότι αυτό είναι αναστρέψιμο», διευκρινίζοντας ότι «αυτό δεν πρέπει να μας εμποδίσει να αισθανόμαστε ενσυναίσθηση για την Τουρκία και να βοηθήσουμε τη χώρα να ανακάμψει από τον πρόσφατο και τραγικό σεισμό».

Συνεχίζοντας ο κ. Μοσκοβισί, εκτιμά, επίσης, ότι όσον αφορά «τα εσωτερικά ζητήματα» στην Ελλάδα «η εξέλιξη της αγοραστικής δύναμης και ο πληθωρισμός είναι μείζον θέμα» και «για να αντιμετωπιστεί αυτό, είναι απαραίτητη μία πολίτική αναδιανομής και σημαντικών δημόσιων επενδύσεων με ισχυρή έμφαση στις δημόσιες υπηρεσίες».

Τέλος, σχετικά με την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, υπεραμύνεται των απόψεών του για «μια φιλόδοξη μεταρρύθμισή του» με «κανόνες που δεν πρέπει να είναι πλέον προκυκλικοί» και «θα πρέπει να επικεντρωθούν περισσότερο στη βιωσιμότητα του χρέους, να ενθαρρύνουν μακροπρόθεσμες πολιτικές και επενδύσεις για τις μελλοντικές γενιές και να καθορίσουν έναν ισχυρό ρόλο για ανεξάρτητους δημοσιονομικούς θεσμούς» (σ.σ.: όπως το Γαλλικό Ανώτατο Συμβούλιο Δημόσιων Οικονομικών του οποίου προεδρεύει με την ιδιότητα του προέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου).

Για το ίδιο θέμα, και σχολιάζοντας το σχετικό σχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την αναθεώρησης του Συμφώνου, υποστηρίζει ότι «κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, λαμβάνοντας καλύτερα υπόψη τις μακροπρόθεσμες δημοσιονομικές προσαρμογές». Ωστόσο, σπεύδει να διευκρινίσει ότι «χρειαζόμαστε πιο ρεαλιστικούς και λιγότερο κοντόφθαλμους κανόνες» και ότι το Σύμφωνο Σταθερότητας θα πρέπει να επιτύχει «μια πραγματική ισορροπία μεταξύ της ανάγκης για καλή διαχείριση του χρέους μακροπρόθεσμα, και της ανάγκης για επενδύσεις για τη μείωσή του».

«Προσοχή όμως», προσθέτει με νόημα, «αυτό δεν σημαίνει ότι θα ήταν μια πολιτική ανοιχτών φραγμών προς την ανεκτικότητα».

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης του Πιέρ Μοσκοβισί στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων και στον Χρυσόστομο Μπίκατζικ

Ερ.: Βρεθήκατε για μία ακόμα φορά στην Ελλάδα. Πλέον, όμως, με νέα ιδιότητα. Αυτή του προέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου της Γαλλίας…

Απ.: Ανταποκρίθηκα στην πρόσκληση του συναδέλφου μου Ιωάννη Σαρμά, προέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο οποίος έχει ξεκινήσει μια διαδικασία ενίσχυσης των αρμοδιοτήτων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, όπως ακριβώς και η μεταρρύθμιση που ξεκίνησα το 2020 στο γαλλικό Ελεγκτικό Συνέδριο.

Τα δύο θεσμικά μας όργανα έχουν ισχυρούς δεσμούς, με το ελληνικό Ελεγκτικό Συνέδριο να βασίζεται στο γαλλικό, και η επίσκεψή μου το ενίσχυσε αυτό. Έχει συναφθεί διμερής συμφωνία συνεργασίας μεταξύ των δύο ανώτατων ελεγκτικών οργάνων μας (SAIs) σχετικά με την ανταλλαγή εμπειριών και βέλτιστων πρακτικών, τη διοργάνωση εκπαιδευτικών επισκέψεων, σεμιναρίων και πρακτικής άσκησης και τη φιλοξενία γαλλόφωνων Ελλήνων ελεγκτών στο γαλλικό Ελεγκτικό Συνέδριο, ως μέρος ενός προγράμματος ανταλλαγών.

Η ενίσχυση της συνεργασίας μας θα επιτρέψει στα Ελεγκτικά Συνέδρια μας να είναι ολοένα πιο αποτελεσματικά και χρήσιμα στην αποστολή τους, στην υπηρεσία των χωρών μας και των πολιτών μας. Είμαστε ανεξάρτητοι δικαστές με δικαιοδοτικά καθήκοντα. Στη Γαλλία, όπως και στην Ελλάδα και σε περισσότερες από 40 άλλες χώρες που διαθέτουν ήδη Ελεγκτικό Συνέδριο με τέτοιες εξουσίες, είναι ευκολότερο να επιβληθούν κυρώσεις ή να παραπέμψουν σε πολιτικά ή ποινικά δικαστήρια παραβιάσεις της ορθής διαχείρισης των δημοσίων πόρων. Αυτό ενισχύει τη χρηστή διακυβέρνηση και διευκολύνει την καταπολέμηση της διαφθοράς. Έχω επίσης προσκαλέσει το ελληνικό Ελεγκτικό Συνέδριο να συμμετάσχει στην ένωση γαλλόφωνων Ελεγκτικών Συνεδρίων.

Ερ.: Περάσατε ατελείωτες ώρες μελετώντας την οικονομική κατάσταση της Ελλάδας, ως Ευρωπαίος επίτροπος Οικονομικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων, Φορολογίας και Τελωνείων σε μια δύσκολη περίοδο (2015-2019) και γνωρίζετε πολλά εκ των έσω. Σήμερα, πώς κρίνετε την κατάσταση στη χώρα;

Απ.: Είναι αλήθεια ότι έχω δουλέψει σκληρά για να βοηθήσω την Ελλάδα να βγει από τις δυσκολίες της. Αφιέρωσα την ενέργειά μου και είμαι περήφανος που βλέπω ότι δεν ήταν κάτι μάταιο. Τότε, είπα ότι η λιτότητα δεν είναι ποτέ έγκυρη λύση και πάλεψα για να μπορέσει η Ελλάδα να βγει σταδιακά από την εποχή των προγραμμάτων χωρίς να καταφεύγει σε αυτά.

Η Ελλάδα και οι πολίτες της πέρασαν δύσκολες στιγμές για να ανακάμψουν. Επιστρέφοντας λίγα χρόνια μετά, βλέπω ότι η τάση πηγαίνει προς τη σωστή κατεύθυνση τώρα με τους περισσότερους βασικούς δείκτες να βρίσκονται στην "πράσινη" ζώνη και θα πρέπει να επιτρέψουν την ενίσχυση της ανάπτυξης, την εξισορρόπηση των δημόσιων οικονομικών και την εξυγίανση του τραπεζικού τομέα να συνεχιστεί. Η πρόκληση παραμένει να ξεπεραστούν τα επακόλουθα της κρίσης και να μοιραστούν τα οφέλη της ανάκαμψης.

Ερ.: Ποιους κινδύνους εντοπίζετε, σήμερα, για την Ελλάδα και την Ευρώπη γενικότερα, σε ένα δύσκολο και αβέβαιο οικονομικό περιβάλλον παγκοσμίως; Τι θα προτείνατε;

Απ.: Η Ευρώπη βρίσκεται περισσότερο από ποτέ στο επίκεντρο μεγάλων γεωπολιτικών και στρατηγικών ζητημάτων. Το μοντέλο της φιλελεύθερης δημοκρατίας, που επικράτησε από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, αμφισβητείται τώρα από ανελεύθερες δημοκρατίες, λαϊκιστικά και ακόμη και αυταρχικά καθεστώτα. Ο πόλεμος στην Ουκρανία φέρνει μια παραδειγματική αλλαγή που κλονίζει την Ευρώπη.

Σε αυτό το νέο παράδειγμα, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Ευρώπη δεν είναι δεδομένη, ούτε θα είναι ποτέ. Πρέπει να προάγει το κράτος δικαίου και την ελευθερία, μαθαίνοντας παράλληλα τη γλώσσα της εξουσίας σε έναν κόσμο πολωμένο μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας. Μοιραζόμαστε τις ίδιες δημοκρατικές αξίες με τις Ηνωμένες Πολιτείες, ανήκουμε σε μια ουσιαστική στρατιωτική συμμαχία μαζί τους, συμμετέχουμε στα ίδια διεθνή φόρουμ. Η Ευρώπη πρέπει να κάνει τη δική της φωνή να ακουστεί εκεί.

Για την Ελλάδα ειδικότερα, και για τους στενότερους φίλους της -ανάμεσά τους η Γαλλία έχει εξέχουσα θέση- η εξέλιξη της Τουρκίας είναι ένα θέμα που προκαλεί ανησυχία. Όταν τέθηκε το ερώτημα το 1999, είδα την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση ως εγγύηση προσκόλλησης σε κοινές αξίες, καθώς και υποστήριξης για την ελληνοτουρκική προσέγγιση. Μέσα σε 20 χρόνια, η κατάσταση άλλαξε και σημειώθηκε επιδείνωση όσον αφορά τα θεμελιώδη δικαιώματα, την ελευθερία της έκφρασης, την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και τη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών στην Τουρκία. Ας ελπίσουμε ότι αυτό είναι αναστρέψιμο. Αυτό δεν πρέπει να μας εμποδίσει να αισθανόμαστε ενσυναίσθηση για την Τουρκία και να βοηθήσουμε τη χώρα να ανακάμψει από τον πρόσφατο και τραγικό σεισμό.

Όσον αφορά τα εσωτερικά ζητήματα στην Ελλάδα, νομίζω ότι η εξέλιξη της αγοραστικής δύναμης και ο πληθωρισμός είναι ένα μείζον θέμα. Για να αντιμετωπιστεί αυτό, είναι απαραίτητη μία πολιτική αναδιανομής και σημαντικών δημόσιων επενδύσεων με ισχυρή έμφαση στις δημόσιες υπηρεσίες.

Ερ.: Πόσο απαραίτητη είναι η μεταρρύθμιση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και προς ποια κατεύθυνση πρέπει να γίνει; Πώς σχολιάζετε τις σχετικές προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής;

Έχω υποστηρίξει εδώ και καιρό μια φιλόδοξη μεταρρύθμιση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Οι κανόνες δεν πρέπει να είναι πλέον προκυκλικοί. Θα πρέπει να επικεντρωθούν περισσότερο στη βιωσιμότητα του χρέους, να ενθαρρύνουν μακροπρόθεσμες πολιτικές και επενδύσεις για τις μελλοντικές γενιές και να καθορίσουν έναν ισχυρό ρόλο για ανεξάρτητους δημοσιονομικούς θεσμούς, όπως το Γαλλικό Ανώτατο Συμβούλιο Δημόσιων Οικονομικών του οποίου προεδρεύω με την ιδιότητά μου ως προέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

Το σχέδιο της (Ευρωπαϊκής) Επιτροπής κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση λαμβάνοντας καλύτερα υπόψη τις μακροπρόθεσμες δημοσιονομικές προσαρμογές. Χρειαζόμαστε πιο ρεαλιστικούς και λιγότερο κοντόφθαλμους κανόνες. Θεωρώ ότι το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (SGP) θα πρέπει να επιτύχει μια πραγματική ισορροπία μεταξύ της ανάγκης για καλή διαχείριση του χρέους, μακροπρόθεσμα, και της ανάγκης για επενδύσεις για τη μείωσή του. Προσοχή όμως. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα ήταν μια πολιτική ανοιχτών φραγμών προς την ανεκτικότητα.

Ερ.: Με την εμπειρία που έχετε, θα καλούσατε επιχειρηματίες από τη Γαλλία και γενικότερα από όλο τον κόσμο, να επενδύσουν στην Ελλάδα;

Απ.: Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι η Ελλάδα, η οποία είναι δεσμευμένη από την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία (European Green Deal), πρέπει να επενδύσει ευρέως στην οικολογική της μετάβαση, ψηφιοποίηση και υποδομές. Γαλλικές εταιρείες και επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας έχουν σίγουρα πολλές εμπειρίες να επιδείξουν σε τέτοιους τομείς.

Με μια πιο παγκόσμια ματιά, η σχέση Ελλάδας - Γαλλίας ήταν πάντα δυνατή και ιδιαίτερη. Καλωσορίζω ό,τι μπορεί να την ενισχύσει. Πάντα θεωρούσα την Ελλάδα ως χώρα ευκαιριών και ενθαρρύνω τις γαλλικές εταιρείες να τις εκμεταλλευτούν. Έχουν ήδη μια καλή θέση, αλλά θα μπορούσε να είναι καλύτερα. Η επένδυση στην Ελλάδα δεν είναι πια ρίσκο, είναι ευκαιρία.