Οικονομία

Πάρτι λαθρεμπόρων στα αλκοολούχα ποτά, πόσα χάνει το κράτος


Αμύθητα κέρδη στους λαθρεμπόρους αλκοολούχων ποτών φέρνουν οι μεγάλες αυξήσεις στους φόρους κατανάλωσης που έγιναν στα πρώτα χρόνια των μνημονίων και έχουν φέρει την Ελλάδα στην πρώτη θέση των φορολογικών επιβαρύνσεων στην Ευρώπη. Δεκάδες εκατομμύρια ευρώ φόρων χάνονται κάθε χρόνο από το πάρτι λαθραίας διακίνησης, σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΙΟΒΕ, ενώ σοβαρές είναι οι απώλειες της οικονομίας σε όρους ΑΕΠ και θέσεων εργασίας.

Η αύξηση του ειδικού φόρου στα αλκοολούχα θεωρήθηκε ως μια εύκολη λύση ενίσχυσης των φορολογικών εσόδων τα πρώτα και δυσκολότερα χρόνια των μνημονίων (2009 - 2010), όμως αυτοί οι υπολογισμοί, περισσότερα από δέκα χρόνια αργότερα, αποδεικνύεται ότι έχουν πέσει εντελώς έξω, καθώς η βαριά φορολογική επιβάρυνση το μόνο που έχει επιτύχει είναι να κάνει ακόμη πιο επικερδή τη λαθραία διακίνηση, συχνά αμφίβολης ποιότητας αλκοολούχων ποτών από κυκλώματα που θησαυρίζουν, χωρίς να υπάρχουν ανάλογα οφέλη για το δημόσιο ταμείο.

Όπως σημειώνει το ΙΟΒΕ σε νέα μελέτη («Ο κλάδος των αλκοολούχων ποτών στην Ελλάδα: Συμβολή στην οικονομία και προοπτικές»), μεταξύ 2009 και 2021 οι νόμιμες πωλήσεις αλκοολούχων ποτών μειώθηκαν περίπου στο μισό, στοιχείο που δείχνει πόσο αναπτύχθηκε αυτά τα χρόνια η λαθραία διακίνηση. Ειδικότερα,

  • Η κλιμάκωση των συντελεστών του ειδικού φόρου κατανάλωσης (ΕΦΚ) στα αλκοολούχα ποτά την περίοδο 2009-2010 οδήγησε στη μείωση της κατανάλωσης και στην υποκατάσταση τμήματος της νόμιμης αγοράς από παράνομα αλκοολούχα ποτά, τάσεις που ενισχύθηκαν και από τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των καταναλωτών.
  • Η Ελλάδα έχει τον υψηλότερο συντελεστή ΕΦΚ αλκοολούχων ποτών ανάμεσα στις χώρες της ΕΕ-27 (σε μονάδες αγοραστικής δύναμης) και υπερδιπλάσιο από τον μέσο όρο γειτονικών και τουριστικά ανταγωνιστικών χωρών.
  • Η πανδημία αποτέλεσε μια νέα δοκιμασία για την αλυσίδα εφοδιασμού αλκοολούχων ποτών, επηρεάζοντας δραματικά την κατανάλωση - ιδιαίτερα την επιτόπια (on-trade) - λόγω των αναγκαστικών lockdown στην εστίαση αλλά και του περιορισμού των τουριστικών ροών. Η κατανάλωση αλκοολούχων ποτών μειώθηκε κατά 65% το 2020 και ανέκαμψε το 2021, χωρίς όμως να επανέλθει στο επίπεδο πριν την έναρξη της πανδημίας. Οι νόμιμες καταγεγραμμένες πωλήσεις αλκοολούχων ποτών το 2021 βρίσκονταν στο 90% του επιπέδου του 2019 και στο 50% σε σύγκριση με το 2009.
  • Η υψηλή φορολόγηση έχει αρνητικές επιπτώσεις τόσο στην εγχώρια αγορά, αυξάνοντας τα κίνητρα παράνομου εμπορίου, όσο και στο τουριστικό προϊόν, μειώνοντας την ανταγωνιστικότητά του
  • Οι συνολικές απώλειες φορολογικών εσόδων από το παράνομο εμπόριο αλκοολούχων ποτών εκτιμήθηκε ότι ανέρχονται σε περίπου €60 εκ. (μη καταβολή ΕΦΚ και ΦΠΑ), χωρίς να υπολογίζονται οι απώλειες από το προϊόν των διήμερων αποσταγματοποιών. Αναφορικά με το προϊόν απόσταξης των διήμερων αποσταγματοποιών, το ευρέως γνωστό ως «χύμα τσίπουρο», οι απώλειες από ΕΦΚ εκτιμώνται σε έως και €90 εκ.
  • Ο περιορισμός του παράνομου εμπορίου αλκοολούχων ποτών π.χ. μέσω μείωσης του ΕΦΚ, αλλά και με συντονισμένους ελέγχους, εκτιμάται ότι θα αποφέρει πολλαπλασιαστικά οφέλη στα φορολογικά έσοδα, τη δημόσια υγεία, τη βιωσιμότητα πολλών επιχειρήσεων και την απασχόληση, ενδυναμώνοντας το πλαίσιο λειτουργίας των υγιών επιχειρήσεων.
  • Ενδεχόμενη μείωση του παράνομου εμπορίου κατά 20% θα οδηγούσε σε περίπου €30 εκ. επιπλέον φορολογικά έσοδα από ΕΦΚ και ΦΠΑ ετησίως, ενώ μεγαλύτερη μείωσή του κατά 50% και υποκατάσταση αυτών των ποσοτήτων κατανάλωσης με νόμιμα αλκοολούχα ποτά, θα μπορούσε να οδηγήσει σε πρόσθετα έσοδα €70 εκ. από ΕΦΚ και ΦΠΑ.

Τα οφέλη από μείωση του ΕΦΚ

Ο κλάδος παραγωγής και εμπορίας αλκοολούχων ποτών αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου κλαδικού συστήματος, στο οποίο περιλαμβάνονται επίσης μεγάλα τμήματα της εστίασης και του τουρισμού (κλάδοι φιλοξενίας). Η συνολική συμβολή της ευρύτερης εφοδιαστικής αλυσίδας αλκοολούχων ποτών στην ελληνική οικονομία είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς το 2021 συνεισέφερε €1,75 δισ. στο ΑΕΠ και υποστήριξε 61 χιλ. θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης.

Οι προκλήσεις που καλείται πλέον να αντιμετωπίσει ο κλάδος των αλκοολούχων ποτών, εκτός από την υψηλή φορολογική επιβάρυνση, σχετίζονται με το ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον, καθώς η πανδημία, το ενεργειακό κόστος και ο υψηλός πληθωρισμός έχουν ισχυροποιήσει τις αβεβαιότητες στην οικονομία.

Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΟΒΕ, θα ήταν θετική η στήριξη των επιχειρήσεων της ευρύτερης αλυσίδας εφοδιασμού αλκοολούχων ποτών για να ανταπεξέλθουν σε αυτές τις προκλήσεις, με βασικό μέτρο την αναπροσαρμογή του επιπέδου φορολόγησης των αλκοολούχων ποτών.

Στη μελέτη εκτιμήθηκε η επίδραση της μείωσης ΕΦΚ αλκοολούχων από το υφιστάμενο επίπεδο των €2.550 ανά 100 lt αιθυλικής αλκοόλης στα €1.800 ανά 100 lt αιθυλικής αλκοόλης (μέσος όρος ΕΕ). Η μείωση του συντελεστή ΕΦΚ μπορεί να συμβάλλει στον περιορισμό του παράνομου εμπορίου αλκοολούχων ποτών και στην υποκατάσταση της μη καταγεγραμμένης με νόμιμη κατανάλωση, η οποία είναι ελεγχόμενη και ασφαλής, ενώ παράλληλα θα ενδυναμώσει το νόμιμο τμήμα της αγοράς, δημιουργώντας ένα πιο εύρωστο επιχειρηματικό περιβάλλον με συγκράτηση ή ενίσχυση της απασχόλησης.

Με βάση την ανάλυση του ΙΟΒΕ η σύγκλιση του ΕΦΚ με τον μέσο όρο της ΕΕ θα έχει θετική επίδραση στην ελληνική οικονομία, οδηγώντας σε:

  • Ενίσχυση του ΑΕΠ από €159 εκ. έως €314 εκ.
  • Αύξηση της απασχόλησης σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού αλκοολούχων ποτών από 5,5 χιλ. έως 11,5 χιλ. θέσεις
  • Συνολική μεταβολή εσόδων (ΕΦΚ, ΦΠΑ, φόροι εισοδήματος) έως €11,9 εκ.