Όλα τα κατάλληλα επενδυτικά εργαλεία διαθέτει η Ελλάδα προκειμένου να στηρίξει την επιχειρηματικότητα και την ανάπτυξη. Αυτό ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο Νίκος Παπαθανάσης, αναπληρωτής υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων μιλώντας σήμερα στο συνέδριο του Economist με θέμα Sustainable Financing entitled «Solid foundations in volatile economies».
Εστιάζοντας στα εργαλεία τόνισε ότι σε αυτά περιλαμβάνονται βασικοί νόμοι που αφορούν στις στρατηγικές επενδύσεις στον αναπτυξιακό νόμο και στο σχέδιο της δίκαιης αναπτυξιακής μετάβασης. Στο ίδιο πλαίσιο, μέσω της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας νέα προγράμματα θα στηρίξουν μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις.
«Η Ελλάδα είναι μια χώρα όπου ξένοι και Έλληνες επενδυτές μπορούν να επενδύσουν» σημείωσε ο κ. Παπαθανάσης και έχει αναλάβει η κυβέρνηση προς αυτή τη κατεύθυνση προκειμένου η χώρα να καταστεί φιλικός επενδυτικός προορισμός. Σημείωσε χαρακτηριστικά ότι σημειώνεται ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον και ειδικότερα το 2021 σημειώθηκε υψηλό ρεκόρ άμεσων ξένων επενδύσεων.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση τόνισε ότι προτεραιότητα της κυβέρνησης είναι να διατηρήσει αυτή τη μεταρρυθμιστική δουλειά που έχει ξεκινήσει. «Δεν θα σταματήσουμε. Συνεχίζουμε το έργο μας και δεν θα παρεκκλίνουμε από τον στόχο μας. Θα παρουσιάσουμε το έργο μας στους πολίτες και πιστεύουμε ότι θα μας εμπιστευθούν να το ολοκληρώσουμε». Επίσης, εκτίμησε ότι «οι πολίτες θα αναγνωρίσουν το έργο που έχει κάνει η κυβέρνηση για την αναβάθμιση της εικόνας της χώρας στο εξωτερικό».
Από την πλευρά του ο Chris Allen εκπρόσωπος της DG ECFIN της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Ελλάδα μιλώντας στο συνέδριο τόνισε ότι η Ελλάδα αναπτύσσεται δυναμικά και βρίσκεται πλέον στον χάρτη των προορισμών για τους διεθνείς επενδυτές. Από το βήμα του συνεδρίου αναφέρθηκε στην ενεργειακή κρίση που αποτελεί μεγάλη πρόκληση για τις επιχειρήσεις αλλά και τις τράπεζες και τόνισε ότι πρέπει άμεσα να γίνουν ενεργειακές επενδύσεις στον εταιρικό τομέα.
Μονόδρομος η υιοθέτηση των αρχών του ESG
Την υιοθέτηση των αρχών του ESG (κριτήρια Περιβάλλοντος, Κοινωνίας και Εταιρικής Διακυβέρνησης) σε όλους τους πυλώνες της τράπεζας στο πλαίσιο του νέου επιχειρησιακού πλάνου της προανήγγειλε η διευθύνουσα σύμβουλος της Attica Bank, Ελένη Βρεττού στο συνέδριο του Economist.
«Βρισκόμαστε σε ένα σημείο καμπής για την Attica Bank όπου κυοφορούνται εξελίξεις, ενώ παράλληλα εκπονούμε το νέο επιχειρησιακό μας πλάνο πενταετίας, που σκοπό έχει να επιστρέψει η τράπεζα σε τροχιά κερδοφορίας και στη διεκδίκηση του δίκαιου μεριδίου αγοράς με μια νέα στρατηγική πρόταση» ανέφερε η κ. Βρεττού. Μέρος αυτής της νέας πρότασης θα είναι αδιαμφισβήτητα η υιοθέτηση των αρχών του ESG, αρχικά μέσα στην καθημερινή λειτουργία της τράπεζας.
Η κ. Βρεττού εξήγησε ότι πολλές από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις βλέπουν την εξέλιξη αυτή ως μόνο κόστος, οπότε μπορούν να ταυτιστούν πλήρως με την Attica Bank και να διδαχθούν από τη δική της μετάβαση και αυτό αποτελεί πλεονέκτημα για την τράπεζα.
«Όταν βάλλεσαι από χίλια δύο κόστη και προβλήματα σχεδόν επιβίωσης, η μακροπρόθεσμη επένδυση για το περιβάλλον ή να αλλάξεις την εταιρική διακυβέρνηση ή να προσπαθήσεις να αλλάξεις π.χ. το μίγμα αντρών-γυναικών στη Διοίκηση, μοιάζει ίσως πολυτέλεια. Πρέπει όμως, να ισορροπήσεις τη βραχυπρόθεσμη ανάγκη, με τη μακροπρόθεσμη τελικά επιβίωση και αξία», σύμφωνα με τη διευθύνουσα σύμβουλο της Attica Bank.
Η ενσωμάτωση των αρχών της υπεύθυνης τραπεζικής σε κάθε κομμάτι της λειτουργίας της Attica Bank είναι μονόδρομος και όπως τόνισε η κ. Βρεττού «σκοπεύουμε σε αυτό το δρόμο να πάρουμε από το χέρι και να καθοδηγήσουμε και τους πελάτες μας, παλιούς και νέους, ειδικά στον μικρομεσαίο χώρο, ώστε να κάνουμε αυτό το ταξίδι υγιούς μετάβασης μαζί, ακόμα και στις απαιτητικές συνθήκες που βιώνουμε».
Μονόδρομο χαρακτήρισε η Βασιλική Λαζαράκου, πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, τη βιωσιμότητα και ειδικότερα την ενσωμάτωση των κριτηρίων ESG (κριτήρια Περιβάλλοντος, Κοινωνίας και Εταιρικής Διακυβέρνησης) μιλώντας στο συνέδριο του Economist τονίζοντας ότι όπως κάθε μετάβαση, έτσι και η πράσινη συνεπάγεται κόστη αλλά έχει και κινδύνους και είναι σημαντικό να μπορούν να αντιμετωπιστούν.
Η κ. Λαζαράκου αναφέρθηκε στις αλλαγές που θεσμοθετήθηκαν πρόσφατα στη νομοθεσία και συμπλήρωσε ότι η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς είναι δίπλα στις εισηγμένες εταιρείας και γενικότερα στην αγορά, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι γνωρίζουν το πλαίσιο. «Έχουμε ξεκινήσει προσπάθεια ενημέρωσης και θα συνεχίσουμε με εντατικό και εμφατικό τρόπο τη προσπάθεια ώστε όλο το ελληνικό οικοσύστημα να γνωρίζει και να είναι μπροστά σε όλες τις αλλαγές που γίνονται σήμερα σε ευρωπαϊκό πλαίσιο» σημείωσε.
Ο Γιώργος Γεωργακόπουλος διευθύνων σύμβουλος της Intrum από το βήμα του συνεδρίου του Economist ανέφερε ότι πρέπει να υποστηρίζονται και να αναπτύσσονται οι επιχειρήσεις που μπορούν να ορθοποδήσουν. Αυτό δεν ισχύει όμως για τις εταιρείες ζόμπι που βλάπτουν οικονομία και ανάπτυξη.
Η Intrum διαχειρίζεται νομικές απαιτήσεις 55 δισ. ευρώ εκ των οποίων τα 30 δισ. ευρώ αφορούν επιχειρήσεις. Δέσμευση της Intrum είναι η βιωσιμότητα και στο πλαίσιο αυτό, προσφέρει βιώσιμες λύσεις στις επιχειρήσεις προκειμένου να ορθοποδήσουν. «Ταυτόχρονα, βρίσκουμε για τις επιχειρήσεις τα νέα κεφάλαια, την τεχνογνωσία και τις επενδύσεις που χρειάζονται, αξιοποιώντας και τους ευρωπαϊκούς πόρους όπως το ΕΣΠΑ, μέσα από ειδικό help desk που διαθέτουμε. Αντιστοίχως επιδιώκουμε βιώσιμες λύσεις για ολόκληρους κλάδους όπως με το χαρτοφυλάκιο 75 ξενοδοχείων για το οποίο επιτυχώς βρέθηκε επενδυτής σε μια συναλλαγή που αναμένεται να κλείσει σύντομα» ανέφερε ο κ. Γεωργακόπουλος.
Πρόσθεσε επίσης, ότι στην ελληνική αγορά η Intrum έχει την τεχνογνωσία μετά από την μακρά περίοδο οικονομικής κρίσης και παράλληλα και τα εργαλεία για να αντιμετωπίσει νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, τα οποία ενδεχομένως θα δημιουργηθούν από την αναταραχή στο οικονομικό περιβάλλον.
«Πάντως τόσο οι μακροοικονομικές εκτιμήσεις όσο κ οι εκτιμήσεις των πολιτών όπως καταγράφονται στα χαρτοφυλάκια μας, των πολλών δεκάδων εκατομμυρίων, δείχνουν αυτή τη στιγμή ότι δεν αναμένεται βαθιά κρίση. Αυτό αντικατοπτρίζεται και στις αυξημένες εισπράξεις που έχουμε ως εταιρεία κ προέρχονται από ρυθμίσεις και όχι ρευστοποιήσεις» κατέληξε ο κ. Γεωργακόπουλος.