Για τις τελευταίες εξελίξεις της ελληνικής οικονομίας, τις προκλήσεις και τους επόμενους στόχους μίλησε ο Υπουργός Οικονομίας, κ. Δημήτρης Παπαδημητρίου κατά την σημερινή πρωτοχρονιάτικη εκδήλωση του Ελληνογερμανικού Επιμελητηρίου. Όπως σημείωσε τα στοιχεία είναι θετικά σε όλους τους τομείς ενώ σημαντικά νέα αποτελούν η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από την S&P, η ολοκλήρωση της αξιολόγησης και καλύτερη εικόνα των ελληνικών τραπεζών. Στο επίκεντρο για το νέο έτος θα πρέπει να είναι, σύμφωνα με τον Υπουργό, η επιχειρηματικότητα και αύξηση των επενδύσεων, με φόντο πάντα την έξοδο από το Μνημόνιο
Αναλυτικά η ομιλία του στο Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο
Μόλις πριν τέσσερις μέρες έκλεισε με επιτυχία η τρίτη αξιολόγηση της πορείας του Ελληνικού Προγράμματος ανοίγοντας τον δρόμο για την τελευταία αξιολόγηση πριν την ολοκλήρωση του Προγράμματος τον Αύγουστο 2018 και την οριστική έξοδο της Ελλάδας από τα Μνημόνια.
Πρωτύτερα, ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Standard & Poor's είχε προχωρήσει στην αναβάθμιση του αξιόχρεου της Ελληνικής οικονομίας από «B-» σε «Β», με θετικές προοπτικές.
Η απόφαση αυτή στηρίζεται στην εκτίμηση ότι οι προοπτικές για την ανάπτυξη και τα δημόσια οικονομικά της Ελληνικής οικονομίας έχουν βελτιωθεί, υπάρχει ανάκαμψη της αγοράς εργασίας, κάμψη της πολιτικής αβεβαιότητας, ενώ εφόσον δεν υπάρξουν μεγάλες ανατροπές στις ακολουθούμενες πολιτικές αναμένεται ακόμη ισχυρότερη ανάπτυξη.
Η S&P επισημαίνει ακόμη ότι οι τράπεζες, μείωσαν την εξάρτησή τους από τη χρηματοδότηση της ΕΚΤ στο ήμισυ το 2017 και θεωρεί ότι δεν επίκειται ζήτημα νέας ανακεφαλαιοποίησης, κάνοντας λόγο για ενδεχόμενο περαιτέρω αναβάθμισης του αξιόχρεου της Ελληνικής οικονομίας μέσα στο 2018.
Σε ανάλογο μήκος κύματος ο Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών πρόσφατα (15/1/2018) αναγνώρισε πως με το κλείσιμο της γ’ αξιολόγησης κάθε αβεβαιότητα εξαλείφεται και το 2018 «ξεκινάει με την οικονομία να ενισχύεται από τον δυναμισμό των εξαγωγών, οι οποίες ευνοούνται από τη σταθερή βελτίωση της ευρωπαϊκής οικονομίας, τροφοδοτώντας την ανάπτυξη της μεταποίησης.
Επιπλέον, η μεγέθυνση του τουρισμού, λόγω αρχικά γεωπολιτικών εξελίξεων, φαίνεται να εδραιώνεται ολοένα και περισσότερο, ενώ οι μεταφορές και η εφοδιαστική αλυσίδα κερδίζουν έδαφος, καθώς η Ελλάδα γίνεται σταδιακά ένας ευρωπαϊκός εμπορικός κόμβος μετά την ιδιωτικοποίηση των λιμένων, των αεροδρομίων και των σιδηροδρόμων.»
Οι παραδοχές αυτές γίνονται αφού το ισοζύγιο Γενικής Κυβέρνησης και το πρωτογενές ισοζύγιο είναι πλέον και τα δύο θετικά το 2017, ενώ επίσης θετικό είναι για πρώτη φορά και το ισοζύγιο των τρεχουσών συναλλαγών.
Στα πλαίσια αυτά και με δεδομένη την άμεση προοπτική εξόδου της χώρας στις διεθνείς χρηματαγορές, της περαιτέρω χαλάρωσης των capital controls, της ολοκλήρωσης του Προγράμματος μέσα στο 2018 και της περαιτέρω ελάφρυνσης του χρέους, δεν πρέπει να εκπλήσσει ούτε η δραστική βελτίωση του οικονομικού κλίματος ούτε οι πολύ θετικές προβλέψεις του ΙΟΒΕ για επενδυτικό μπουμ στη βιομηχανία με αύξηση επενδύσεων 12% το 2017 και 15,4% το 2018.
Μάλιστα, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η δυναμική των επενδύσεων στην Ελλάδα καταλαμβάνει πανευρωπαϊκά την 6η θέση το 2017 και τη 5η θέση αντίστοιχα το 2018.
Η πλήρης αυτή αναστροφή του οικονομικού και επενδυτικού κλίματος οφείλεται σε μία σειρά ουσιαστικές αλλαγές στα θεμελιώδη οικονομικά δεδομένα της χώρας τα τελευταία χρόνια και ιδιαίτερα το 2017.
Ειδικότερα, ο τριμηνιαίος δείκτης οικονομικού κλίματος που καταρτίζει η ICAP βάσει 3010 CEO επιχειρήσεων πανελλαδικά, εμφανίζει άνοδο 35% την περίοδο 2015-2017 και βρίσκεται ήδη στο υψηλότερο επίπεδο της τελευταίας τριετίας.
Παράλληλα, ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στη βιομηχανία τον Δεκέμβριο 2017 σημείωσε άνοδο 8,4% σε ετήσια βάση, ενώ ο δείκτης ΡΜΙ αυξήθηκε 14% στη διάρκεια του 2017.
Οι εξελίξεις αυτές είχαν σαν αποτέλεσμα ο όγκος βιομηχανικής παραγωγής να αυξηθεί ετησίως 4,4% το 11μηνο του 2017 σημειώνοντας την καλύτερη επίδοση της τελευταίας δεκαετίας, ο όγκος οικοδομικής δραστηριότητας και λιανικού εμπορίου να αυξηθεί 23,4% και 1,6% αντίστοιχα στο 10μηνο, ενώ ο τουρισμός να ξεπεράσει κάθε προηγούμενο ρεκόρ σε αφίξεις και έσοδα.
Σημειώνεται πως τόσο οι εξαγωγές όσο και οι επενδύσεις οδηγούν ανοδικά την οικονομία.
Έτσι, το 2017 ο όγκος εξαγωγών αγαθών κι υπηρεσιών αυξήθηκε 8% ετησίως περίπου, ενώ ο όγκος ακαθάριστων επενδύσεων παγίου κεφαλαίου αυξήθηκε 3% αντίστοιχα στο εννιάμηνο, σημειώνοντας τη δεύτερη - μετά του 2016 - καλύτερη θετική επίδοση της τελευταίας δεκαετίας.
Αρκετά επενδυτικά σχέδια που ανακοινώθηκαν στις αρχές και τα μέσα του 2017 μόλις τώρα αρχίζουν να υλοποιούνται.
Με το κλείσιμο, δε, της γ’ αξιολόγησης, την πρόσφατη επιτυχή ανταλλαγή ομολόγων, τη συνακόλουθη πτώση των spread σε προ κρίσης επίπεδα, την απεμπλοκή των επενδύσεων στο Ελληνικό και τον ΟΛΘ, τα επίπεδα-ρεκόρ των χρηματοδοτήσεων από την ΕΤΕπ - EBRD και τις δημοπρατήσεις 1,5 δις για δημόσια έργα το 2018, είναι φανερό πως το οικονομικό κλίμα θα βελτιωθεί περαιτέρω προσελκύοντας σημαντικές νέες επενδύσεις.
Τέλος, στο 11μηνο 2017 οι ξένες άμεσες επενδύσεις σημειώνουν άνοδο 277% και 34% έναντι των αντίστοιχων ενιαμήνων του 2015 και 2016 και προβλέπεται να αγγίξουν τα 4 δις στο σύνολο του έτους, επίπεδο-ρεκόρ τουλάχιστον για τη τελευταία δεκαετία.
Σήμερα η οικονομική και πολιτική σταθερότητα έχουν επιστρέψει στην Ελλάδα, αφού την περίοδο 2015-2017 δημιουργήθηκαν 320.000 καθαρές θέσεις εργασίας και το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε 7 εκατοστιαίες μονάδες.
Μακροχρόνια, ωστόσο, το αναπτυξιακό μέλλον της χώρας και η έξοδος από την κρίση εξαρτώνται τόσο από την ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων και την ελάφρυνση του χρέους ώστε να καταστεί αυτό βιώσιμο, όσο και από την αποτελεσματική άσκηση του ρόλου οικονομικής γέφυρας που διαδραματίζει η Ελλάδα μεταξύ Ευρώπης και ΝΑ Ασίας.
Για να πετύχει η Ελλάδα τον στρατηγικό αυτό στόχο ένταξης στον νέο ευρωπαϊκό και διεθνή καταμερισμό εργασίας, χρειάζεται να εκσυγχρονίσει την μικρή οικονομία της, ανοίγοντάς την σε παραγωγικές επενδύσεις με προσανατολισμό πρωτίστως τη βιομηχανία και τις εξαγωγές της.
Η Εθνική Αναπτυξιακή Στρατηγική που ακολουθούμε προτάσσει την προσέλκυση παραγωγικών επενδύσεων και την αύξηση των εξαγωγών, ως των βασικών εργαλείων μετασχηματισμού του παραγωγικού μοντέλου της οικονομίας.
Για τον σκοπό αυτό, η Κυβέρνηση προσανατόλισε τα κοινοτικά προγράμματα σε εξαγωγές, καινοτομία, επιχειρηματικότητα, θέσπισε νέα εξειδικευμένα χρηματοδοτικά εργαλεία, δημιούργησε τον εξωδικαστικό μηχανισμό, διευκόλυνε τις ΜΜΕ με τις 120 δόσεις, ενώ έχει ήδη δρομολογήσει το θεσμικό πλαίσιο των μικρο - πιστώσεων και την Αναπτυξιακή Τράπεζα που αναμφίβολα θα δώσουν νέα ώθηση στην ανάπτυξη σύγχρονων και δυναμικών ΜΜΕ.
Σήμερα, η ελληνική κυβέρνηση σχεδιάζει την αυτοδύναμη έξοδο στις αγορές και, σύμφωνα με την απόφαση του Eurogroup του Ιουνίου 2017, ήδη δημιουργεί ένα ταμείο-ασπίδα προστασίας (cash buffers) ύψους 18 δις, που θωρακίζει τη χώρα για τη μεταμνημονιακή περίοδο τουλάχιστον δύο ετών.
Συγχρόνως, αναλαμβάνει διακρατικές πρωτοβουλίες οικονομικής συνεργασίας και πολιτικών συμμαχιών στα Βαλκάνια και την Αν. Μεσόγειο για την εκτόνωση υφισταμένων εθνικιστικών ανταγωνισμών, την υλοποίηση αμοιβαία επωφελών αναπτυξιακών σχεδίων, την ενίσχυση της γεωπολιτικής σταθερότητας και την εμπέδωση κι επέκταση του Ευρωπαϊκού οράματος και δημοκρατικών αξιών.
Η ευρύτερη και φιλόδοξη αυτή εθνική προσπάθεια δεν μπορεί να ευδοκιμήσει χωρίς τη σύμπραξη και συμμετοχή των Ευρωπαίων επενδυτών.
Και η Γερμανική επιχειρηματική τάξη, με τα μέσα, την οργάνωση και τη μεθοδικότητα που τη διακρίνει και την ήδη ουσιαστική και πολύτιμη παρουσία της στον ελλαδικό χώρο, καλείται σήμερα να ηγηθεί του σχεδίου αυτού σε αγαστή συνεργασία με τους Έλληνες επιχειρηματίες.
Το 2018 μπορεί και πρέπει να είναι έτος επίλυσης προβλημάτων, όχι μόνο όσων αφορούν στο Μνημόνιο, αλλά κι εκκρεμοτήτων που υπάρχουν επί δεκαετίες.
Εξέλιξη που θα προσδώσει εντελώς διαφορετική διάσταση και δυναμική στις αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας και της ευρύτερης περιοχής των Βαλκανίων.
Σε κάθε περίπτωση το 2018 θα αποδειχθεί έτος ορόσημο για την επιχειρηματικότητα και τις επενδύσεις στην χώρα μας.