Το ευρωπαϊκό «χαρτί» παίζουν τώρα οι δανειολήπτες ελβετικού φράγκου, μετά τη δυσμενή απόφαση 4/2019 της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, επιδιώκοντας μια θετική για την υπόθεσή τους απάντηση από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που θα επιτρέψει να ελεγχθεί η καταχρηστικότητα του Γενικού Όρου Συναλλαγών για την εξόφληση των δανείων με βάση την τρέχουσα ισοτιμία.
Ο Σύνδεσμος Δανειοληπτών Ελβετικού Φράγκου (ΣΥ.ΔΑΝ.Ε.Φ.) κατέθεσε χθες στον Άρειο Πάγο έγγραφο αίτημα, ζητώντας να απευθύνει το δικαστήριο προδικαστικό ερώτημα στο ΔΕΕ με έξι διαφορετικά σκέλη.
Σημειώνεται ότι στις 20 Μαΐου πρόκειται να η συζητηθεί στον Άρειο Πάγο η αίτηση αναίρεσης που έχουν ασκήσει οι δανειολήπτες κατά της δευτεροβάθμιας απόφασης επί συλλογικής αγωγής. Η απόφαση αυτή ήταν εξίσου δυσμενής με την τελευταία απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, καθώς κρίθηκε ότι ο όρος για τη συναλλαγματική ισοτιμία είναι δηλωτικός και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να ελεγχθεί για καταχρηστικότητα.
Το μεγάλο ερώτημα που μόνο το ανώτατο δικαστήριο μπορεί να απαντήσει είναι αν θα κάνει δεκτό το αίτημα των δανειοληπτών και θα προχωρήσει στη διατύπωση προδικαστικού ερωτήματος στο ΔΕΕ, ή αν θα το απορρίψει, όπως έχει τη δυνατότητα.
Όπως θυμίζει ο ΣΥ.ΔΑΝ.Ε.Φ., «ήδη το ΔΕΕ έχει επιλύσει θετικά το ζήτημα των δανείων σε ελβετικό Φράγκο υπέρ δανειοληπτών άλλων χωρών».
Ο Σύλλογος προσθέτει ότι:
- «Η διαμόρφωση και η επεξεργασία του αιτήματος προδικαστικού ερωτήματος , είναι η ύστατη προσπάθεια μετά από την ιδιαίτερα αρνητική εξέλιξη της υπ’ αριθ. 4/2019 ΟλΑΠ. Και αποτελεί πλέον μονόδρομο στην ουσία για ευδοκίμηση της Συλλογικής Αναίρεσης.
- Αποτελεί πρωτοποριακή λύση και κίνηση επίλυσης του ζητήματος μας όχι μόνο από το Άρειο Πάγο αλλά και από το Ανώτατο Δικαστικό Όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
- Η ενέργεια αυτή έγινε πριν ακόμα στεγνώσει το μελάνι της υπ' αριθ. 4/2019 απόφασης της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, με την οποία απερρίφθη η αναίρεση μεμονωμένης δανειολήπτριας, που ασκήθηκε για προσωπική της υπόθεση της τελευταίας κατά αποφάσεως του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, χωρίς να έχει εισαχθεί στο Εφετείο».
Μονόδρομος το Ευρωδικαστήριο
Έγκριτοι νομικοί θεωρούν ότι η πρόσφατη, δυσμενής για τους δανειολήπτες απόφαση της Ολομέλειας δεν δίνει τέλος στη δικαστική αντιπαράθεση δανειοληπτών – τραπεζών, αφού εξακολουθεί να υπάρχει περιθώριο για ευρωπαϊκή λύση.
Ο Δημήτρης Σπυράκος, πρόεδρος της Ένωσης Δικαίου Προστασίας Καταναλωτή, πρώην γ.γ. του υπουργείου Οικονομίας και εκ των βασικών συντακτών του νόμου Κατσέλη, τόνισε σε άρθρο του (στην «Ναυτεμπορική») ότι η πρόσφατη απόφαση «σε πολλά ΜΜΕ εμφανίστηκε ως «ταφόπλακα» στις ελπίδες τους για τον επαναπροσδιορισμό των υποχρεώσεών τους από τις συμβάσεις αυτές σε μία κατεύθυνση που θα περιορίζει τις συνέπειες από την ακραία ανατροπή της συναλλαγματικής ισοτιμίας. Ωστόσο, μια τέτοια παραίτηση σε καμία περίπτωση δεν είναι δικαιολογημένη».
Όπως αναφέρει, μεταξύ άλλων, ο κ. Σπυράκος, «η απόφαση του Αρείου Πάγου ουδόλως αμφισβητεί τις βασικές πραγματολογικές παραδοχές, στις οποίες θεμελιώνουν το δικαστικό τους αγώνα οι δανειολήπτες (...). Σήμερα κανείς δεν αμφισβητεί ότι οι δανειολήπτες έχουν ανάγκη την πληροφόρηση και διαφώτιση σχετικά με τους κινδύνους, ώστε να λάβουν κατά τρόπο υπεύθυνο την απόφαση επιλογής ενός δανείου σε συνάλλαγμα.
Την ανάγκη αυτή έχουν επιβεβαιώσει πλήθος κανονιστικών κειμένων της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κυρίως, όμως, την έχει επιβεβαιώσει το ίδιο το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο, με αφορμή την εξέταση, υπό το πρίσμα της ενωσιακής νομοθεσίας, ρητρών συμβάσεων χορήγησης δανείων σε ελβετικό φράγκο σε άλλες χώρες, την ίδια μάλιστα εποχή (2006-2008), επεσήμανε ότι «τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα πρέπει να παρέχουν στους δανειολήπτες επαρκή πληροφόρηση ώστε αυτοί να είναι σε θέση να λαμβάνουν συνετές και εμπεριστατωμένες αποφάσεις. Η πληροφόρηση πρέπει να περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστον τις επιπτώσεις που θα είχε στις δόσεις του δανείου μία σοβαρή υποτίμηση του νόμιμου χρήματος του κράτους-μέλους της κατοικίας του δανειολήπτη και τυχόν αύξηση του επιτοκίου του ξένου νομίσματος.
Ο δανειολήπτης πρέπει να ενημερωθεί με σαφήνεια για το ότι συνάπτοντας σύμβαση δανείου σε ξένο νόμισμα εκτίθεται σε ορισμένο συναλλαγματικό κίνδυνο στον οποίο ενδέχεται να δυσκολευτεί οικονομικά να αντεπεξέλθει σε περίπτωση υποτιμήσεως του νομίσματος, στο οποίο εισπράττει τα εισοδήματά του. Αφετέρου ο επαγγελματίας, εν προκειμένω η τράπεζα, πρέπει να εκθέτει τις δυνητικές διακυμάνσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών και τους κινδύνους που ενέχει η σύναψη δανείου σε ξένο νόμισμα (στην από 20.9.2017 απόφασή του στην υπόθεση C-186/16).
Το κρίσιμο ερώτημα, αν δηλαδή οι Έλληνες δανειολήπτες δικαιούνται μία αντίστοιχη πληροφόρηση και διαφώτιση, όπως οι λοιποί Ευρωπαίοι πολίτες, δεν έγινε, ωστόσο, αντικείμενο της απόφασης της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου. Ο Άρειος Πάγος έκρινε ότι το εν λόγω ζήτημα δεν μπορεί να εξεταστεί στο πλαίσιο ρήτρας για την πληρωμή του δανείου στην τρέχουσα συναλλαγματική ισοτιμία, καθώς η ρήτρα αποδίδει διάταξη νόμου, είναι δηλωτική και ως εκ τούτου δεν ελέγχεται.
Το θέμα της διαφάνειας, της απαίτησης της παραπάνω πληροφόρησης και διαφώτισης δεν μπορεί να τεθεί, κατά τον Άρειο Πάγο, στο πλαίσιο ελέγχου του κύρους τέτοιας ρήτρας. Το παράδοξο βέβαια είναι ότι το ίδιο ίσχυε και για τις άλλες χώρες, ωστόσο ο εν λόγω έλεγχος πραγματοποιήθηκε, δίχως να αναδειχθεί ως πρόβλημα από το Δικαστήριο της Ε.Ε. Το τελευταίο προδιέθεσε για μία συσταλτική ερμηνεία της αντίστοιχης κοινοτικής διάταξης, η οποία, ας σημειωθεί, στο πλαίσιο της διακριτικής ευχέρειας που επέτρεπε η ενωσιακή νομοθεσία, δεν υπήρχε καν στο ελληνικό δίκαιο.
(...) H αξιοποίηση των ευρωπαϊκών βαθμίδων θα μπορούσε πράγματι να έχει συμβάλει σε μία αποστασιοποιημένη και απροκατάληπτη εφαρμογή των κανόνων δικαίου που διέπουν και την εν λόγω υπόθεση. Τα ελληνικά δικαστήρια δεν θεώρησαν, ωστόσο, αναγκαίο να αξιοποιήσουν τη συμβολή του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην επίλυση ενός αμφιλεγόμενου και κρίσιμου για την έκβαση της υπόθεσης ζητήματος.
Παρά ταύτα, οι Έλληνες δανειολήπτες δικαιούνται μία απάντηση στο παραπάνω ερώτημα. Την απάντηση αυτή τους υποχρεώνει η απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου να την επιδιώξουν μέσα από άλλους νομικούς δρόμους.
(...) Ο δικαστικός αγώνας για τους Έλληνες δανειολήπτες θα είναι περισσότερο επίπονος και επιμήκης. Οφείλουν, όμως, να τον διεξαγάγουν μέχρι το τέλος. Κυρίως γιατί είναι Ευρωπαίοι πολίτες, γιατί μετέχουν στον ευρωπαϊκό νομικό πολιτισμό, γιατί εμπιστεύονται το κράτος δικαίου και την απονομή της δικαιοσύνης».