Οικονομία

Ολική επαναφορά στις αγορές, μόλις 3% του ΑΕΠ οι δαπάνες τόκων


Ιστορική χρονιά «ολικής επαναφοράς» του ελληνικού κράτους στην αγορά ομολόγων είναι το τρέχον έτος, καθώς για πρώτη φορά από το 2009 καλύφθηκαν πλήρως οι δανειακές ανάγκες του Δημοσίου με εκδόσεις ομολόγων. Παράλληλα, οι δαπάνες για τόκους έχουν πέσει πολύ χαμηλά, σε ποσοστό ελαφρώς υψηλότερο από 3% του ΑΕΠ, κάτι που σημαίνει ότι, παρότι η Ελλάδα έχει το μεγαλύτερο χρέος στην ευρωζώνη, δεν επιβαρύνεται περισσότερο από άλλες οικονομίες για την εξυπηρέτησή του.

Στο κεφάλαιο του προσχεδίου του προϋπολογισμού για το χρέος, το υπουργείο Οικονομικών διατυπώνει την πρόβλεψη ότι το χρέος της γενικής κυβέρνησης (κατά Μάαστριχτ χρέος) θα αυξηθεί ελαφρώς το 2020 ως απόλυτο ποσό, από 329,3 σε 331 δισ. ευρώ. Όμως, το πέρασμα της οικονομίας στην ανάπτυξη αντισταθμίζει με το παραπάνω αυτή την αύξηση. Το ονομαστικό ΑΕΠ προβλέπεται να αυξηθεί στα 197,315 δισ. ευρώ και, έτσι, το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ θα υποχωρήσει στο 167,8%, πολύ μακριά από την κορυφαία τιμή στη διάρκεια της κρίσης (184,7%, το 2018).

Η εξαιρετικά χαμηλή επιβάρυνση από τόκους είναι αποτέλεσμα των χαριστικών δανεισμού από τους επίσημους πιστωτές. Ο κύριος όγκος δανεισμού της χώρας αφορά δάνεια του επίσημου τομέα. Στις 31/08/2019, το σύνολο των ευρωπαϊκών δανείων του πρώτου, του δεύτερου και του τρί-του προγράμματος στήριξης (GLF, EFSF, ESM) ανήλθε σε 243.682,3 εκατ. ευρώ, ενώ τα ανεξόφλητα δάνεια προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο διαμορφώθηκαν σε 8.496,0 εκατ. ευ-ρώ.

Όπως σημειώνει το υπ. Οικονομικών, η ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος οικονομικής προσαρμογής της ελληνικής οικονο-μίας το προηγούμενο έτος με τη συνακόλουθη εφαρμογή των μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους και την ενίσχυση των ταμειακών διαθεσίμων ασφαλείας (cash buffer), δημιούργησαν ευνοϊκές συνθήκες για την εμπέδωση της απρόσκοπτης χρηματοδότησης του Ελληνικού Δημοσίου μέσω των αγορών.

Οι χρηματοδοτικές ανάγκες του τρέχοντος έτους, όπως αυτές περιγράφονται στο πρόγραμμα δανεισμού του ΟΔΔΗΧ, καλύφθηκαν εξ ολοκλήρου από τρεις επιτυχημένες εκδόσεις ομολόγων σταθερού επιτοκίου, οι οποίες εμπλούτισαν περαιτέρω την καμπύλη δανεισμού τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου.

Επιπλέον, σηματοδότησαν την πρώτη φορά που η Ελληνική Δημοκρατία υλοποίησε τρεις εκδόσεις ομολόγων με τη μέθοδο της κοινοπραξίας, μέσα σε ένα έτος από το 2010, επιδεικνύοντας την ομαλοποίηση της πρόσβασης της Ελλάδας στις διεθνείς κεφαλαιαγορές, με αξιοσημείωτο γεγονός την έκδοση δεκαετούς ομολόγου, επίσης για πρώτη φορά από το 2010.

Οι δαπάνες για τόκους του χρέους της Κεντρικής Διοίκησης διαμορφώνονται κοντά στα επίπεδα των 5.500-6.200 εκατ. ευρώ, ενώ το ύψος των δαπανών για τόκους διαμορφώνεται γύρω στο 3%-3,3% ως ποσοστό του ΑΕΠ. Οι μειωμένες δαπάνες τόκων τα τελευταία χρόνια οφείλονται στη μείωση του ύψους του δημόσιου χρέους μετά την ανταλλαγή των ομολόγων (PSI) του Μαρτίου 2012 και την επαναγορά του Δεκεμβρίου 2012, τη μείωση των επιτοκίων των δανείων του μηχανισμού στήριξης και την αναβολή καταβολής τόκων για τα δάνεια που χορηγήθηκαν από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.

Οι χρηματοδοτικές ανάγκες του Ελληνικού Δημοσίου κατά τη διάρκεια του 2019 καλύφθηκαν από κοινοπρακτικές εκδόσεις ομολόγων σταθερού επιτοκίου, πενταετούς, δεκαετούς και επταετούς διάρκειας, συνολικού ύψους 7.500 εκατ. ευρώ και αναχρηματοδότηση βραχυπρόθεσμου χρέους. Ο βραχυπρόθεσμος δανεισμός του Ελληνικού Δημοσίου πραγματοποιήθηκε μέσω εκδόσεων εντόκων γραμματίων τρίμηνης, εξάμηνης και ετήσιας διάρκειας, καθώς επίσης και μέσω πράξεων διαχείρισης ταμειακής ρευστότητας υπό τη μορφή repo agreements, τις οποίες συνάπτει ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) για την αξιοποίηση των διαθεσίμων, κυρίως, των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης.

Μετά την ολοκλήρωση της εφαρμογής των βραχυπρόθεσμων και μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους ο χρονικός ορίζοντας των λήξεων του χρέους της Κεντρικής Διοίκη-σης, στις 31/8/2019, εκτείνεται μέχρι το έτος 2070. Η περαιτέρω δανειοδότηση του Ελληνικού Δημοσίου μέσω των αγορών τα επόμενα έτη αναμένεται να αντικαταστήσει σταδιακά τα δάνεια με ομόλογα.

Η στόχευση της δανειακής στρατηγικής το 2020 θα είναι: η διασφάλιση της συνεχούς εκδοτικής παρουσίας του ΕΔ στις διεθνείς αγορές κεφαλαίων, η παροχή εκδόσεων υψηλής ρευστότητας για τη διατήρηση μιας αξιόπιστης καμπύλης αποδόσεων ελληνικών κρατικών χρεογράφων, η περαιτέρω μείωση των περιθωρίων δανεισμού του ΕΔ, καθώς και η περαιτέρω διασφάλιση της συνέπειας του ΕΔ, ως κρατικού εκδότη με χαρακτηριστικά χώρας της ευρωζώνης, η περαιτέρω ενίσχυση της εμπιστοσύνης των διεθνών οίκων αξιολόγησης αλλά και της εμπιστοσύνης της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας, με έμφαση στην περαιτέρω διεύρυνση της επενδυτικής βάσης προς εκείνο το τμήμα που διατηρεί χαρακτηριστικά τελικού επενδυτή.

Για την επίτευξη των παραπάνω στόχων, θα επιδιωχθεί, στο πλαίσιο λειτουργίας της πρωτογενούς αγοράς, πλέον της εκδοτικής δραστηριότητας, να εφαρμοστεί πολιτική διαχείρισης χαρτοφυλακίου, μέσω της οποίας θα διασφαλίζεται ο αναγκαίος χώρος για τη συνεχή παρουσία του ΕΔ στις αγορές, η περαιτέρω μείωση του κινδύνου αναχρηματοδότησης, η παροχή της αναγκαίας ρευστότητας και η βελτίωση της λειτουργίας της δευτερογενούς αγοράς των ελληνικών ομολόγων, με ταυτόχρονη αξιοποίηση της εκάστοτε κλίσης της ελληνικής καμπύλης αποδόσεων για τη διασφάλιση βέλτιστου αποτελέσματος αναφορικά με το κόστος δανεισμού.