Επιχειρήσεις

Οι τράπεζες περνούν τα stress test


Άνεμος αισιοδοξίας για τις επιδόσεις των ελληνικών τραπεζών στα stress tests του Μαΐου πνέει και πάλι στη χρηματιστηριακή αγορά, όπως φαίνεται από την ισχυρή ανοδική κίνηση του τραπεζικού δείκτη μέσα στη Μεγάλη Εβδομάδα, που τον φέρνει πλέον σχεδόν 9% πάνω από το φετινό χαμηλό (776 μονάδες, στις 22 Μαρτίου).

Οι ανησυχίες για «ατυχήματα» στα τεστ είχαν οδηγήσει τις τραπεζικές μετοχές σε ζώνη… ταλαιπωρίας, το δίμηνο Φεβρουαρίου – Μαρτίου, ενώ στην αρχή του έτους επικρατούσε αισιοδοξία ότι οι τράπεζες δεν θα δυσκολεύονται να περάσουν τους νέους ελέγχους, που θα ήταν λιγότερο αυστηροί από τους αντίστοιχους του 2015, οι οποίοι είχαν οδηγήσει σε… βάναυση ανακεφαλαιοποίηση με μεγάλη ζημιά για τους μετόχους.

Στο τέλος του 2017, ο τραπεζικός δείκτης είχε κλείσει στις 876 μονάδες, ενώ, μετά την ισχυρή άνοδο του Ιανουαρίου, είχε εκτιναχθεί στις 991 μονάδες (+13,2%), την 1η Φεβρουαρίου, και, ακολούθως είχε «βουτήξει» στις 776 μονάδες, υποχωρώντας κατά 21,7%.

Το χρηματιστηριακό εκκρεμές των τραπεζικών μετοχών κινείται, στις πρώτες συνεδριάσεις του Απριλίου, στην αντίθετη κατεύθυνση, φέρνοντας το δείκτη στις 844,8 μονάδες, στη χθεσινή συνεδρίαση, καθώς κυριαρχεί πλέον η εκτίμηση ότι ο Μάιος, μήνας ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων των ελέγχων, δεν θα επιφυλάξει δυσάρεστες εκπλήξεις:

  • Πληροφορίες που διαρρέουν από τα τραπεζικά επιτελεία αναφέρουν ότι και στο δεύτερο γύρο αποστολής στοιχείων στις αρχές, ύστερα από τη συνεκτίμηση παρατηρήσεων που έγιναν επί των αρχικών δεδομένων, όλες οι τράπεζες διατηρούν αρκετά υψηλούς βασικούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας και στο δυσμενές σενάριο του τεστ.
  • Σημειώνεται ότι το όριο πέραν του οποίου περνούν οι τράπεζες τον έλεγχο δεν είναι γνωστό εκ των προτέρων, όπως είχε συμβεί το 2015, άρα δεν τίθεται, κατά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, θέμα «κοψίματος» κάποιας τράπεζας. Όμως, ο SSM θα θέσει στη συνέχεια το όριο επιτυχίας στα τεστ, το οποίο αναμένεται να τεθεί σε αρκετά χαμηλό επίπεδο (γύρω στο 5% για το βασικό δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας), ώστε όλες οι τράπεζες να περάσουν με άνεση τον «πήχη».
  •  Έτσι, οι επενδυτές αντιλαμβάνονται ότι έχει απομακρυνθεί οριστικά ο κίνδυνος μιας βεβιασμένης ανακεφαλαιοποίησης μετά τους ελέγχους, που θα γινόταν, αναπόφευκτα, με πολύ χαμηλές τιμές έκδοσης των νέων μετοχών, που θα ζημίωναν τους παλαιούς μετόχους.

Οι τράπεζες θα κληθούν από τον SSM να υποβάλλουν πλάνα ενίσχυσης της κεφαλαιακής βάσης τους (capital plans), αμέσως μετά την ολοκλήρωση των ελέγχων. Σε αυτά τα σχέδια, θα υπολογισθεί η δυνατότητα εσωτερικής αύξησης των κεφαλαίων (από την κερδοφορία) και θα δοθεί στις τράπεζες η δυνατότητα να σχεδιάσουν ενδεχόμενες αυξήσεις κεφαλαίου με μετρητά, ως το τέλος του 2019, που λήγει και το επιχειρησιακό σχέδιο για την εξυγίανση των χαρτοφυλακίων.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι τραπεζικές διοικήσεις έχουν ένα παραπάνω ισχυρό κίνητρο να προχωρήσουν σε δραστικές κινήσεις μείωσης των «κόκκινων» δανείων, κυρίως με πωλήσεις χαρτοφυλακίων σε funds, αφού όσο καλύτερη είναι η επίδοσή τους σε αυτό τον τομέα, τόσο λιγότερα κεφάλαια θα χρειασθεί να ζητήσουν από τους μετόχους.

Σε αυτή τη διαδικασία, κρύβεται μια σημαντική ευκαιρία για τους ιδιώτες μετόχους: μέσα από τις επόμενες αυξήσεις κεφαλαίου θα έλθει η αποκρατικοποίηση των τραπεζών, καθώς το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας δεν προβλέπεται να ασκήσει τα δικαιώματά του στις αυξήσεις, άρα τα ποσοστά συμμετοχής του (που είναι σήμερα υψηλά στην Εθνική και την Πειραιώς) θα μειωθούν αισθητά και οι ιδιώτες μέτοχοι θα αναλάβουν τον έλεγχο των τραπεζών.

Στις επόμενες αυξήσεις κεφαλαίου, ουσιαστικά θα κληθούν ισχυροί επενδυτές, που ήδη έχουν παρουσία στις τράπεζες ή επιθυμούν να αποκτήσουν, να πάρουν θέσεις για τη νέα φάση ανάπτυξης του κλάδου, που θα αρχίσει μετά το κλείσιμο του κύκλου της κρίσης των τελευταίων ετών.

Αυτές οι εξελίξεις πιθανότατα ακυρώνουν τα στοιχήματα σε μια νέα… τραπεζική καταστροφή και δεν είναι τυχαίο, ίσως, ότι ξένα funds αρχίζουν να κλείνουν θέσεις short σε τραπεζικές μετοχές. Την αρχή έκανε η Marshall Wace, που γνωστοποίησε ότι έκλεισε θέση ίση με 0,52% των μετοχών της Eurobank, ενώ ανάλογη γνωστοποίηση αναμένεται και από δεύτερο fund, τις επόμενες ημέρες.