Με πακέτο έκτακτων φοροεισπρακτικών μέτρων έρχονται στα μέσα Ιουλίου οι εκπρόσωποι των δανειστών, καθώς αμφισβητούν έντονα την επίτευξη του στόχου των πρωτογενών πλεονασμάτων, ύψους 3,5% του ΑΕΠ, τόσο για το 2019 όσο και για το 2020 και τα επόμενα έτη.
Η κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές της 7ης Ιουλίου θα έχει να διαχειριστεί τις μεγάλες απαιτήσεις των δανειστών οι οποίες, εάν εφαρμοστούν, ξηλώνουν όλα τα προεκλογικά προγράμματα και του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ.
Στις 16 Ιουλίου θα βρεθούν στην Αθήνα ο επικεφαλής των τεχνοκρατών της Κομισιόν για την Ελλάδα, Ντέκλαν Κοστέλο, ο εκπρόσωπος τουυ ΔΝΤ στου θεσμούς Πίτερ Ντόλμαν ο επικεφαλής της αποστολής του ESM στην Αθήνα Νικόλα Τζιαμαρόλι, ο επικεφαλής του ESM, Κλάους Ρέγκλινγκ και ο πρόεδρος του Euro Working Group Χανς Φάιλμπριφ, για να μιλήσουν στο συνέδριο του Economist.
Θα είναι η πρώτη και «εντός έδρας» αποστολή μηνυμάτων προς την νέα κυβέρνηση, για τα δημοσιονομικά μέτρα που θα πρέπει να λάβει ώστε, να μην παρεκκλίνει το πρωτογενές πλεόνασμα από τον στόχο του 3,5% του ΑΕΠ.
Οι θεσμοί θεωρούν ότι δεν πιάνεται το 3,5% του ΑΕΠ, ούτε φέτος ούτε στα επόμενα χρόνια, λόγω:
- Της ακύρωσης της μείωσης του αφορολόγητου ορίου που επρόκειτο να μειωθεί από το 2020 και θα απέδιδε στα δημόσια ταμεία το ποσό των 1,9 δισ. ευρώ.
- Της καθιέρωσης της 13ης σύνταξης που κοστίζει 970 εκατ. ευρώ, ετησίως.
- Της μείωσης των συντελεστών του ΦΠΑ στα τρόφιμα η οποία κοστίζει 440 εκατ. ευρώ.
- Της καθιέρωσης της ρύθμισης των χρεών σε έως 120 δόσεις για τα φυσικά πρόσωπα και έως 36 δόσεις για τις επιχειρήσεις, το κόστος των οποίων δεν το προσδιορίζουν, αλλά θεωρούν ότι υπάρχει και παράλληλα ότι πλήττεται η «κουλτούρα των πληρωμών των φόρων».
Στο πλαίσιο αυτό εκτιμούν, ότι φέτος θα υπάρξει μια «τρύπα», στον προϋπολογισμό ύψους 0,6% του ΑΕΠ ή περίπου 1,15 δισ. ευρώ και για το 2020 και στα επόμενα χρόνια το δημοσιονομικό κενό θα διευρυνθεί, σε επίπεδα πάνω 1,5% του ΑΕΠ ή 3,2 δισ. ευρώ.
Η θέση των θεσμών, οι οποίοι ξαναγίνονται τρόικα, είναι σαφής. Είτε ακυρώνονται τα μέτρα που έχουν ληφθεί είτε θα ληφθούν άλλα μέτρα που θα καλύψουν το κόστος. Αυτά θα είναι είτε εισπρακτικά είτε μειώσεις των δαπανών.
Επίσης βάζουν φρένο σε οποιαδήποτε σκέψη για νέες παροχές ή μειώσεις φόρων που θα έχουν κόστος, εκτός και αν βρεθούν ισοδύναμα μέτρα.
Σημειώνεται ότι παρόμοιες θέσεις είχε διατυπώσει πρόσφατα και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, ο οποίος μίλησε για δημοσιονομικό κενό, στον προϋπολογισμό του 2019, ύψους 0,6% του ΑΕΠ ή περίπου 1,1 δισ. ευρώ.
Επειδή όμως τα περιθώρια μείωσης των δαπανών έχουν εξαντληθεί την τελευταία δεκαετία, η λήψη εισπρακτικών μέτρων είναι μονόδρομος.
Οι δανειστές έχουν και ένα επιπρόσθετο «όπλο» πίεσης στη νέα κυβέρνηση, που είναι η αποδέσμευση της λήψης της δεύτερης δόσης από τα ANFAs και τα SMPs ύψους 644 εκατ. ευρώ, αλλά και το «οκ» για την πρόωρη εξόφληση των δανείων του ΔΝΤ.