Μία στις 100 γυναίκες ηλικίας κάτω των 40 ετών μπαίνουν πρόωρα στην κλιμακτήριο, μερικές φορές ακόμα και από την εφηβεία. Αιτία γι’ αυτό είναι η πρώιμη (ή πρόωρη) ωοθηκική ανεπάρκεια, κατά την οποία εξαντλούνται ή υπολειτουργούν τα ωοθυλάκιά τους.
Όπως λέει ο μαιευτήρας-χειρουργός γυναικολόγος Δρ. Ιωάννης Βασιλόπουλος, MD, MSc, ειδικός στην Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή, πολλές από τις γυναίκες που εκδηλώνουν πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια γνωρίζουν ότι αυτή επίκειται, επειδή έχουν υποβληθεί σε χημειοθεραπεία, ακτινοθεραπεία ή χειρουργική αφαίρεση των ωοθηκών τους ή επειδή πάσχουν από ορισμένες χρωμοσωμικές παθήσεις οι οποίες είναι γνωστό ότι την προκαλούν. Πολλές όμως δεν το γνωρίζουν διότι συνήθως είναι άγνωστης αιτιολογίας, ενώ μερικές φορές είναι απόρροια κοινών ενδοκρινικών παθήσεων, λοιμωδών νοσημάτων ή κοινών χειρουργικών επεμβάσεων στην πύελο».
Ωστόσο η έγκαιρη διάγνωση της διαταραχής είναι εξαιρετικά σημαντική, γιατί δίχως θεραπεία συνοδεύεται από υψηλό κίνδυνο επιπλοκών που σχετίζονται με την πρόωρη ελάττωση των επιπέδων των οιστρογόνων στον οργανισμό.
Η απότομη μείωση των οιστρογόνων μπορεί να προκαλέσει βραχυπρόθεσμα πολλά αγγειοκινητικά συμπτώματα, όπως εξάψεις, νυκτερινές εφιδρώσεις, «φτερουγίσματα» της καρδιάς και πονοκεφάλους. Μπορεί επίσης να οδηγήσει σε αύξηση του σωματικού βάρους, ξηρότητα στον κόλπο και δυσπαρευνία (πόνος κατά το σεξ), ακράτεια ούρων, καθώς και ευερεθιστότητα, αφηρημάδα, αϋπνία και μειωμένη ικανότητα προσοχής.
Αν και η διάγνωση της πρώιμης ωοθηκικής ανεπάρκειας δεν συνεπάγεται αυτομάτως ότι η γυναίκα θα είναι υπογόνιμη, είναι δύσκολο να επιτευχθεί φυσική εγκυμοσύνη. Στην πραγματικότητα, μόνο το 10% των γυναικών κατορθώνουν να μείνουν έγκυοι χωρίς υποβοήθηση, ενώ μπορεί να χρειασθούν αρκετά χρόνια έως ότου συμβεί αυτό. Οι περισσότερες δύσκολα θα μείνουν έγκυες με δικά τους ωάρια και έτσι συνήθως υποβάλλονται σε εξωσωματική με δανεικά ωάρια.
Η οστεοπόρωση είναι πολύ συνηθισμένη μετά την εμμηνόπαυση, καθώς η έλλειψη των οιστρογόνων οδηγεί σε μείωση της οστικής πυκνότητας και διαταραχή της μικροαρχιτεκτονικής του οστίτη ιστού. Το επακόλουθο είναι εύθραυστα οστά και αυξημένος κίνδυνος καταγμάτων. Ο κίνδυνος αυτός είναι ιδιαίτερα αυξημένος στις γυναίκες με πρόωρη εμμηνόπαυση, οι οποίες δίχως θεραπεία θα εκδηλώσουν οστεοπόρωση σε πολύ μικρότερη ηλικία από το φυσιολογικό. Για την προφύλαξη και την αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης στις μικρές ηλικίες μπορεί να χρειασθεί θεραπεία υποκατάστασης των οιστρογόνων, η οποία προστατεύει και από τις άλλες επιπλοκές της πρώιμης ωοθηκικής ανεπάρκειας. Οι γυναίκες πρέπει επίσης να φροντίζουν να καταναλώνουν καθημερινά αρκετό ασβέστιο, βιταμίνη D και μαγνήσιο, ούτως ώστε να διαφυλάξουν όσο το δυνατόν περισσότερο την υγεία των οστών τους.
Η πρόωρη εμμηνόπαυση σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο καρδιοπάθειας, στηθάγχης και καρδιακής ανεπάρκειας, και όσο νωρίτερα έχει εκδηλωθεί η πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος αυτός. Αυτό οφείλεται στο ότι τα οιστρογόνα είναι καρδιοπροστατευτικά, αφού αυξάνουν την καλή χοληστερόλη (HDL) και μειώνουν την κακή χοληστερόλη (LDL), την ολική χοληστερόλη και τα τριγλυκερίδια. Επιπλέον, χαλαρώνουν τα τοιχώματα των αγγείων και μειώνουν την αγγειακή αντίσταση, έτσι διατηρώντας χαμηλή την αρτηριακή πίεση. Ο κίνδυνος αυτός είναι ένας από τους κύριους λόγους για τους οποίους συνιστάται στις γυναίκες με πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια να προσέχουν πολύ τον τρόπο ζωής τους (π.χ. να μην καπνίζουν, να μην κάνουν κατάχρηση αλκοόλ, να τρέφονται υγιεινά, να γυμνάζονται συστηματικά κ.λπ.)
Μελέτες έχουν δείξει ότι οι γυναίκες που παρουσιάζουν πολύ νωρίς εμμηνόπαυση παρουσιάζουν ορισμένες αλλαγές στο DNA τους, που είναι χαρακτηριστικές της πρόωρης γήρανσης. Οι αλλαγές αυτές εντοπίζονται στα τελομερή, δηλαδή στα ακριανά τμήματα των χρωμοσωμάτων που προστατεύουν το DNA από τις βλάβες (λειτουργούν όπως τα πλαστικά τμήματα στα κορδόνια των παπουτσιών, που δεν τα αφήνουν να φθαρούν). Όταν τα τελομερή έχουν μικρό μήκος, αυτό αποτελεί ένδειξη επιταχυνόμενης γήρανσης - και αυτό ακριβώς έχει παρατηρηθεί σε γυναίκες με πρόωρη εμμηνόπαυση.
Άλλες μελέτες έχουν συσχετίσει την πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια με αυξημένο κίνδυνο εκδηλώσεως νευρολογικών παθήσεων που φυσιολογικά σχετίζονται με την ηλικία, όπως η νόσος Αλτσχάιμερ. Επιπλέον, οι ασθενείς είναι πιθανό να διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο εκδηλώσεως αγχώδους διαταραχής, κατάθλιψης, σωματοποίησης, ευαισθησίας, εχθρότητας και ψυχολογικής αγωνίας.
Επίσης, οι γυναίκες με πρώιμη ωοθηκική ανεπάρκεια συχνά έχουν μειωμένη γενική και σεξουαλική ευεξία, και είναι λιγότερο ικανοποιημένες από την σεξουαλική τους ζωή.
Γι αυτό, κάθε νεαρή γυναίκα που παρουσιάζει ακανόνιστο έμμηνο κύκλο για τουλάχιστον τρεις συνεχόμενους μήνες, χωρίς να έχει προηγηθεί λήψη αντισυλληπτικών και χωρίς να πάσχει από σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, πρέπει να απευθύνεται στον γυναικολόγο της για αξιολόγηση. Το ίδιο και οι γυναίκες με παράγοντες κινδύνου, όπως γνωστή αυτοανοσία (π.χ. ρευματοειδή αρθρίτιδα, συστηματικό ερυθηματώδη λύκο, νόσο Crohn, ελκώδη κολίτιδα, λεύκη, ψωρίαση, θυρεοειδίτιδα Hashimoto κ.λπ.), οικογενειακό ιστορικό πρόωρης εμμηνόπαυσης ή ατομικό ιστορικό χημειοθεραπείας, ακτινοθεραπείας ή εγχείρησης για αφαίρεση κύστης ενδομητρίωσης, οι οποίες πρέπει να υποβάλλονται σε ορμονικό έλεγχο νωρίς και τακτικά.