Για «κούρεμα» των δανείων του, με τις «ρυθμίσεις νέας γενιάς» που εφαρμόζουν πλέον οι τράπεζες, μπορεί να ξεκινήσει ένας δανειολήπτης, αλλά να καταλήξει σε πολύ δυσμενέστερη θέση, αν δεν προσέξει τις παγίδες που κρύβουν οι νέες μέθοδοι των τραπεζών για να εισπράξουν κάτι από τα «τοξικά» δάνεια.
Οι ρυθμίσεις "νέας γενιάς" εφαρμόζονται προς το παρόν στα δάνεια καταναλωτικής πίστης (και τις χορηγήσεις μέσω πιστωτικών καρτών), αν και έχει προταθεί στο παρελθόν από τραπεζίτες, όπως ο Μιχάλης Σάλλας, να εφαρμοσθεί και στα προβληματικά στεγαστικά δάνεια.
Η ιδέα είναι απλή και ο βασικός στόχος είναι να δοθεί ένα ισχυρό κίνητρο στο δανειολήπτη να εξυπηρετήσει χωρίς παρεκκλίσεις ένα μέρος των υποχρεώσεών του: το δάνειο «σπάει» σε δύο κομμάτια, αφού πρώτα διαγραφούν οι τόκοι υπερημερίας που μπορεί να το «φουσκώνουν» σε παράλογο βαθμό.
Το ένα κομμάτι (π.χ. το 60%) μετατρέπεται σε ένα νέο δάνειο με χαμηλό επιτόκιο και μεγάλη διάρκεια, ώστε να δίνει σχετικά χαμηλή μηνιαία δόση. Το υπόλοιπο (π.χ. το 40%) παραμένει ως απαίτηση της τράπεζας, η οποία τελικά διαγράφεται, εφόσον εξοφληθεί το κύριο τμήμα του δανείου.
Χονδρικά, με αυτή τη διαδικασία και αν υποτεθεί ότι ο δανειολήπτης γλιτώνει εξαρχής από τους τόκους υπερημερίας και στη λήξη του δανείου από το κομμάτι του δανείου που μένει «στην άκρη», ο δανειολήπτης μπορεί να φθάσει σε ένα κούρεμα ακόμη και 70% των αρχικών του υποχρεώσεων, που φαίνεται εξαιρετικά ελκυστικό.
Αυτή η φαινομενικά ελκυστική για το δανειολήπτη διαδικασία ρύθμισης του δανείου του μπορεί να καταλήξει σε πολύ δυσμενή αποτελέσματα, καθώς κρύβει δύο παγίδες:
- Η πρώτη έχει να κάνει με τη... βιωσιμότητα της ρύθμισης (για να θυμηθούμε έναν όρο που συνήθως αναφέρεται στο δημόσιο χρέος): τα νέα δάνεια που καλούνται να εξυπηρετήσουν οι δανειολήπτες δεν «κόβονται και ράβονται» από την τράπεζα με αυστηρή αναφορά στο εισόδημα του δανειολήπτη, όπως συμβαίνει για παράδειγμα όταν ρυθμίζεται ένα δάνειο με βάση τον κώδικα δεοντολογίας της Τράπεζας της Ελλάδος. Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι ακόμη και η δόση του νέου δανείου που θα πρέπει να πληρωθεί χωρίς «εκπτώσεις» μπορεί να είναι «βαριά» για την οικονομική κατάσταση του δανειολήπτη και σε βάθος χρόνου να τον οδηγήσει σε νέα αθέτηση.
- Σε αυτή την περίπτωση, θα βρεθεί μπροστά στη δεύτερη παγίδα: συνομολογώντας τη ρύθμιση του δανείου του, με την έκδοση ενός νέου, ο δανειολήπτης μπαίνει σε μια νέα δανειακή σύμβαση, η οποία είναι 100% «ασφαλής» για την τράπεζα. Ως γνωστόν, όλα τα δάνεια καταναλωτικής πίστης είναι δύσκολο να εισπραχθούν, αν ο δανειολήπτης έχει σωστή νομική καθοδήγηση, γιατί η νομολογία του Αρείου Πάγου έχει προ πολλού κρίνει ότι δεν επιτρέπονται επιτόκια που υπερβαίνουν το εκάστοτε ισχύον δικαιοπρακτικό επιτόκιο. Αυτό σημαίνει ότι κάθε «παλιά» σύμβαση δανείου καταναλωτικής πίστης είναι «ευάλωτη», διότι, όταν η τράπεζα φθάσει να εκδώσει διαταγή πληρωμής, αυτή μπορεί να προσβληθεί με ανακοπή από το δανειολήπτη και σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις τα δικαστήρια «ρίχνουν» τη διαταγή πληρωμής, όπως αναφέρει ο Τάκης Χριστοδουλόπουλος του Εθνικού Ινστιτούτου Χρηματοπιστωτικών Ερευνών, που έχει μεγάλη εμπειρία από τέτοιες δικαστικές αντιπαραθέσεις με τις τράπεζες. Αντίθετα, οι νέες συμβάσεις δεν έχουν το παραμικρό πρόβλημα νομιμότητας, καθώς έχουν χαμηλά επιτόκια, κάτι που σημαίνει ότι, εάν ο δανειολήπτης δεν καταφέρει να εξυπηρετήσει το νέο δάνειο, δεν θα έχει άλλη δυνατότητα άμυνας (ανακοπή σε διαταγή πληρωμής) και η τράπεζα θα έχει τη δυνατότητα να ενεργοποιήσει εναντίον του όλα τα μέτρα αναγκαστικής είσπραξης (κατασχέσεις μισθών, συντάξεων και ακινήτων).
Με αυτά τα δεδομένα, οι ειδικοί λένε ότι ο δανειολήπτης θα πρέπει να κρίνει με μεγάλη προσοχή αν ταιριάζει στην περίπτωσή του το «κοστούμι» μιας ρύθμισης «νέας γενιάς»: αν κρατήσει το βλέμμα του μόνο στο «τυρί» της μερικής διαγραφής δανείου, μπορεί να πέσει στην... φάκα των «ψιλών γραμμάτων» μιας νέας δανειακής σύμβασης και να βγει ο ίδιος κουρεμένος!