Κατά την διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, οι ανθρώπινες δραστηριότητες έχουν μεταβάλλει την βασική χημεία των θαλασσών, με αποτέλεμα να βιώνουμε τώρα μια αντίστροφη εξέλιξη: την επιστροφή στα άγονα αρχέγονα νερά, όπως ήταν εκατοντάδες εκατομμύρια χρόνια πριν. Σε Αμερική, Ευρώπη αλλά και στις αναπτυσσόμενες χώρες η απειλή είναι τεράστια.
Σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Περιβαλλοντικών Σπουδών του Λάνταου και του Κέντρου Περιβαλλοντικών Μελετών του Χέλμχολτς, η ρύπανση των ευρωπαϊκών υδάτων είναι πολύ μεγαλύτερη από τις έως τώρα εκτιμήσεις. Από το 2004, ο συνολικός αριθμός των υδάτινων χέρσων περιοχών σε όλο τον κόσμο έχει υπερ-τετραπλασιαστεί, από 146 σε πάνω από 600 σήμερα.
Οι πιο επικίνδυνοι ρύποι είναι οι χημικές ουσίες. Οι θάλασσες δηλητηριάζονται από ουσίες που είναι τοξικές, παραμένουν στο περιβάλλον για μεγάλο χρονικό διάστημα, διανύουν μεγάλες αποστάσεις, συσσωρεύονται στην θαλάσσια ζωή, και ανεβαίνουν στην τροφική αλυσίδα. Μεταξύ των χειρότερων ενόχων είναι τα βαρέα μέταλλα όπως ο υδράργυρος, ο οποίος απελευθερώνεται στην ατμόσφαιρα από την καύση τού άνθρακα και στη συνέχεια με την βροχή πέφτει στους ωκεανούς, τα ποτάμια και τις λίμνες. Ο υδράργυρος μπορεί επίσης να βρεθεί σε ιατρικά απόβλητα.
Εκατοντάδες νέες βιομηχανικές χημικές ουσίες εισέρχονται στην αγορά κάθε χρόνο, οι περισσότερες από αυτές χωρίς να έχουν δοκιμαστεί. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν αυτές που είναι γνωστές ως «επίμονοι οργανικοί ρύποι», που βρίσκονται συνήθως σε ρέματα, ποτάμια, παράκτια ύδατα, και, όλο και περισσότερο, στον ανοιχτό ωκεανό.
Αυτές οι χημικές ουσίες συσσωρεύονται αργά στους ιστούς των ψαριών και των οστρακοειδών, και μεταφέρονται στα μεγαλύτερα πλάσματα που τα τρώνε. Μελέτες από την αμερικανική Υπηρεσία Προστασίας τού Περιβάλλοντος έχουν συνδέσει την έκθεση σε επίμονους οργανικούς ρύπους με τον θάνατο, τις ασθένειες και τις ανωμαλίες σε ψάρια και άλλα άγρια ζώα. Αυτές οι διάχυτες χημικές ουσίες μπορούν επίσης να επηρεάσουν αρνητικά την ανάπτυξη του εγκεφάλου, το νευρικό σύστημα και το αναπαραγωγικό σύστημα στον άνθρωπο.
Έπειτα, υπάρχουν και τα θρεπτικά συστατικά, τα οποία εμφανίζονται όλο και περισσότερο σε παράκτια ύδατα, αφότου έχουν χρησιμοποιηθεί ως χημικά λιπάσματα σε γεωργικές εκμεταλλεύσεις, συχνά βαθιά στην ενδοχώρα. Όλα τα ζωντανά πράγματα χρειάζονται θρεπτικά συστατικά. Οι υπερβολικές ποσότητες, ωστόσο, σπέρνουν τον όλεθρο στο φυσικό περιβάλλον. Το λίπασμα που βρίσκει τον δρόμο του προς το νερό προκαλεί εκρηκτική ανάπτυξη των φυκιών. Όταν αυτά τα φύκια πεθαίνουν και βυθίζονται στον πυθμένα τής θάλασσας, η αποσύνθεσή τους στερεί το νερό από το οξυγόνο που απαιτείται για την στήριξη της πολύπλοκης θαλάσσιας ζωής. Κάποια από την ανάπτυξη των φυκιών παράγει επίσης τοξίνες που μπορούν να σκοτώσουν ψάρια και να δηλητηριάσουν ανθρώπους που καταναλώνουν θαλασσινά.
Το αποτέλεσμα ήταν η εμφάνιση αυτού που οι επιστήμονες της θάλασσας ονομάζουν «νεκρές ζώνες» - περιοχές άδειες από την ωκεάνια ζωή που οι άνθρωποι εκτιμούν περισσότερο. Η υψηλή συγκέντρωση θρεπτικών ουσιών που ρέει με τον ποταμό Μισισιπή και καταλήγει στον Κόλπο τού Μεξικού έχει δημιουργήσει μια εποχική υπεράκτια νεκρή ζώνη μεγαλύτερη από την πολιτεία τού Νιού Τζέρσεϊ.
Μια ακόμη μεγαλύτερη νεκρή ζώνη - η μεγαλύτερη του κόσμου - μπορεί να βρεθεί στην Βαλτική Θάλασσα, και είναι συγκρίσιμη σε μέγεθος με την Καλιφόρνια. Οι εκβολές των δύο μεγαλύτερων ποταμών τής Κίνας, του Γιανγκτσέ και του Κίτρινου Ποταμού, έχουν παρομοίως χάσει την πολύπλοκη θαλάσσια ζωή τους. Από το 2004, ο συνολικός αριθμός των εν λόγω υδάτινων χέρσων περιοχών σε όλο τον κόσμο έχει υπερ-τετραπλασιαστεί, από 146 σε πάνω από 600 σήμερα.
ΠΗΓΗ: premium.paratiritis.gr