Ο Λευκός Οίκος κάνει σχεδιασμούς ενόψει της ενδεχόμενης συνάντησης πρόσωπο με πρόσωπο ανάμεσα στον πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν και αυτόν της Κίνας Σι Τζινπίνγκ στο Σαν Φρανσίσκο τον επόμενο μήνα, καθώς οι δυο κυβερνήσεις συνεχίζουν τις προσπάθειες να σταθεροποιήσουν τη σχέση τους, ανέφερε χθες Πέμπτη η Washington Post.
Οι σχέσεις των δυο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου χαρακτηρίζονται από εντάσεις για σειρά ζητημάτων, από την Ταϊβάν ως τα αίτια της πανδημίας του νέου κορονοϊού, από τις κατηγορίες περί κατασκοπείας ως τα ανθρώπινα δικαιώματα, το εμπόριο και τους δασμούς - μεταξύ άλλων.
Η εφημερίδα, που επικαλέστηκε πηγές της στην αμερικανική κυβέρνηση τις οποίες δεν κατονόμασε, ανέφερε πως οι πιθανότητες να γίνει συνάντηση είναι καλές. Μια από τις πηγές της διαβεβαίωσε πως άρχισε η «διαδικασία» του σχεδιασμού της.
Αν γίνει η συνάντηση κορυφής, θα ακολουθήσει σειρά επαφών υψηλού επιπέδου τους τελευταίους μήνες, που ξεκίνησαν με την επίσκεψη του αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν στο Πεκίνο τον Ιούνιο. Ταξίδια στην Κίνα έκαναν κατόπιν η υπουργός Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν, η υπουργός Εμπορίου Τζίνα Ραϊμόντο και ενδιάμεσα ο αμερικανός ειδικός απεσταλμένος για το κλίμα -και πρώην ΥΠΕΞ- Τζον Κέρι.
Πιο πρόσφατα, ο κ. Μπλίνκεν συναντήθηκε με τον κινέζο αντιπρόεδρο Χαν Τζενγκ στη Νέα Υόρκη, ενώ ο σύμβουλος εθνικής ασφαλείας της αμερικανικής προεδρίας Τζέικ Σάλιβαν συναντήθηκε με τον επικεφαλής της κινεζικής διπλωματίας Ουάνγκ Γι στη Μάλτα.
Στο Σαν Φρανσίσκο θα διεξαχθεί τον Νοέμβριο η σύνοδος κορυφής της Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας-Ειρηνικού (APEC), στην οποία ενδέχεται να συμμετάσχει ο κ. Σι. Ο κινέζος πρόεδρος δεν συμμετείχε στη σύνοδο κορυφής της G20 στο Νέο Δελχί, στην οποία ήταν παρών ο κ. Μπάιντεν.
Η πιο πρόσφατη συνάντηση των δύο ηγετών -και πρώτη διά ζώσης αφότου εξελέγη πρόεδρος ο ογδοντάρης Δημοκρατικός- έγινε τον Νοέμβριο του 2022, στο περιθώριο της G20, στο Μαλί της Ινδονησίας. Έχουν συζητήσει άλλες πέντε φορές, τηλεφωνικά ή μέσω βιντεοδιάσκεψης.
Η κινεζική πρεσβεία στην Ουάσιγκτον δεν απάντησε αμέσως όταν το πρακτορείο ειδήσεων Ρόιτερς της ζήτησε να σχολιάσει το δημοσίευμα της εφημερίδας. Ο Λευκός Οίκος περιορίστηκε να αναφέρει πως δεν έχει κανένα σχόλιο να κάνει προς το παρόν.