«Το μήνυμα είναι: κάντε αυτό που συμφωνήσαμε», είπε ο πρόεδρος του Eurogroup και υπουργός Οικονομικών της Ολλανδίας Γερούν Ντάισελμπλουμ, συνοψίζοντας τη στάση που θα ακολουθήσουν οι θεσμοί έναντι της Ελλάδας, μετά την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης και αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο, εφ' όσον τηρηθούν τα συμφωνηθέντα, να ανοίξει εντός του δεύτερου εξαμήνου του 2018 μια νέα συζήτηση για το χρέος και τα πλεονάσματα.
Μιλώντας σε αποστολή ελλήνων δημοσιογράφων στο πλαίσιο ενημερωτικού σεμιναρίου στη Χάγη, ο κ. Ντάισελμπλουμ ερωτηθείς από το ΑΠΕ-ΜΠΕ για τις πιθανές επιπτώσεις του Brexit, είπε ότι αυτή η αποχώρηση προκαλεί αβεβαιότητα και δεν μπορείς να κάνεις εκτιμήσεις. Ειδικότερα για την Ελλάδα, είπε ότι θα έχει τις λιγότερες επιπτώσεις, καθώς είναι προστατευμένη, «θωρακισμένη» από τα χρήματα και το πρόγραμμα της Ευρώπης. Οι ελληνικές τράπεζες που είναι κρατικές, έχουν επίσης μικρότερη έκθεση στην αγορά.
Άλλες είναι οι παράμετροι που πρέπει να προσέξει η Ελλάδα - πρόσθεσε - και ανέφερε την ανάγκη για «πολιτική και οικονομική σταθερότητα». Πρέπει να γίνουν «επενδύσεις», αλλά χρειάζεται «εμπιστοσύνη», και η εμπιστοσύνη «φεύγει με το άλογο και γυρνάει με τα πόδια», είπε χαρακτηριστικά.
Η πολιτική αστάθεια της περασμένης χρονιάς έκανε μεγάλη ζημιά στην Ελλάδα και αν δεν υπάρξει εφαρμογή του προγράμματος θα υπάρξει και νέα ζημιά. Αν γίνει πολιτικό παιχνίδι θα υπάρξει οικονομικό κόστος, υπογράμμισε.
Ερωτηθείς για τη θέση μείωσης του πλεονάσματος στο 2% που διατύπωσε ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Ι. Στουρνάρας, ο κ. Ντάισελμπλουμ απάντησε ότι «καλό είναι να μην ξανανοίγουμε τέτοια θέματα, καθώς έχουν συμφωνηθεί την επόμενη δεκαετία πλεονάσματα άνω του 3%, αλλά αν το πρόγραμμα τηρηθεί ως το 2018 και η εμπιστοσύνη επιστρέψει, θα δούμε το θέμα σε άλλο πλαίσιο και μπορούμε να έχουμε νέες διαπραγματεύσεις για το χρέος και τα πλεονάσματα». Στο τέλος του 2018, επανέλαβε, «θα ξαναδούμε τη βιωσιμότητα του χρέους».
Αναφερόμενος στην πρόσφατη θέση που εξέφρασε η εκπρόσωπος του ΔΝΤ για το ελληνικό πρόγραμμα, σύμφωνα με την οποία αυτά που συμφωνήθηκαν με τους θεσμούς είναι «λίγα», απάντησε ότι είναι «νωρίς» να πει το ΔΝΤ αν είναι λίγα ή πολλά. «Κάντε αυτό που συμφωνήσαμε. Αυτό είναι το μήνυμα», υπογράμμισε για να προσθέσει ότι τώρα δεν είναι η ώρα των αλλαγών και των αναθεωρήσεων.
Υπερασπιζόμενος τις σοσιαλδημοκρατικές του πεποιθήσεις, όπως ο ίδιος είπε, τάχθηκε υπέρ της συλλογής πολλών φόρων από όλους και αν η Ελλάδα το καταφέρει, πατάσσοντας τη φοροδιαφυγή, θα στείλει ένα ισχυρό μήνυμα προς την Ευρώπη.
Για την επόμενη αξιολόγηση, που τοποθετείται το φθινόπωρο, ερωτηθείς αν συμφωνεί με την εκτίμηση του Αλ. Τσίπρα πως δεν πρέπει να υπάρξουν καθυστερήσεις, ο κ. Ντάισελμπλουμ απάντησε «συμφωνώ απολύτως», προσθέτοντας ότι αρκεί το πρόγραμμα να είναι εντός τροχιάς και αποδίδοντας εμμέσως τις καθυστερήσεις της τελευταίας αξιολόγησης στον εκτροχιασμό του προγράμματος. Μάλιστα για την επόμενη αξιολόγηση, είπε ότι δεν θέτει προτεραιότητες και ότι οι διαπραγματεύσεις θα πάνε όσο γίνεται ηπιότερα. Σημείωσε δε, ότι η υπάρχουσα συμφωνία για τα εργασιακά, είναι αρκούντως γενική ώστε να δίνει τα περιθώρια κινήσεων στην ελληνική πλευρά, χωρίς αυτό να σημαίνει αναθεωρήσεις. «Η κυβέρνηση έχει και τους εμπειρογνώμονες και την εμπειρία των διαπραγματεύσεων και ξέρει πώς θα το χειριστεί», τόνισε.
Στο ερώτημα αν το Brexit επιτάχυνε την ελληνική αξιολόγηση, απάντησε αρνητικά, λέγοντας ότι «έκανα αυτό που πίστευα, να σταθεροποιηθεί η κατάσταση στην Ελλάδα, δεν απογοητεύτηκα, ούτε σκέφτηκα το ενδεχόμενο του Grexit».
Με αφορμή την επικαιρότητα του Brexit, ρωτήθηκε για τον Άγγλο αντιευρωπαίο πολιτικό Νάιτζελ Φάραντζ, για να απαντήσει ότι αυτοί που υποσχέθηκαν «ψηφίστε exit και θα σταματήσετε να πληρώνετε» δεν είναι έντιμοι και δεν είπαν την αλήθεια. Είναι πολύ «λυπηρό» το αποτέλεσμα, πρόσθεσε εμφατικά.
Στο γρήγορο γεύμα εργασίας που οι δημοσιογράφοι είχαν με τον κ. Ντάισελμπλουμ, η συζήτηση έφτασε και στη σχέση που είχε με τον παλιό ομόλογό του Γ. Βαρουφάκη. Ο πρόεδρος του Eurogroup διαχώρισε τις προσωπικές από τις θεσμικές σχέσεις, τονίζοντας πάντως ότι η συνεργασία τότε ήταν πολύ κακή. Από τότε έχουν αλλάξει πολύ τα πράγματα, είπε, και μίλησε για «έντιμη και εποικοδομητική συνεργασία» με την ελληνική κυβέρνηση.
Ως «σοσιαλδημοκράτης» πολιτικός, εξέφρασε τον προβληματισμό του για το μέλλον του κοινωνικού κράτους στην Ευρώπη, λέγοντας ότι «θέλω να διατηρηθεί γι αυτό και πρέπει να γίνουν μεταρρυθμίσεις», ώστε να δούμε και τη βιωσιμότητα του συστήματος. Μάλιστα, σημείωσε ότι «στο Eurogroup συζητάμε πολύ τα εργασιακά θέματα και ειδικότερα, το tax wage, ενώ και η κατανομή των δημοσίων δαπανών είναι από τις «συζητήσεις κλειδιά» στην Ευρώπη».
Τέλος για την τραπεζική ένωση, είπε ότι ακολουθεί μεν έναν «οδικό χάρτη» που έχει αποφασιστεί, και εκφράζοντας την προσωπική του εκτίμηση είπε: «εγώ θα ήθελα να πάει πιο γρήγορα, αλλά είναι πολιτικά δύσκολο».
Η Χάγη ήταν ο δεύτερος σταθμός των Ελλήνων δημοσιογράφων μετά τις Βρυξέλλες, στο πλαίσιο του σεμιναρίου που οργάνωσε η αντιπροσωπεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Αθήνα, από κοινού με την ολλανδική πρεσβεία στην Ελλάδα. Στην τριήμερη διάρκειά του έγιναν σημαντικές επαφές με ανώτερους ευρωπαίους αξιωματούχους, με επίκεντρο τα ευρωπαϊκά και ιδιαίτερου ελληνικού ενδιαφέροντος θέματα, με την ευκαιρία της ολοκλήρωσης της ολλανδικής προεδρίας στην ΕΕ.