Πολιτική

Νόμοι στα μέτρα του ισχυρού


«Οι Ευρωπαϊκές Χρηματοπιστωτικές Διασυνδέσεις», ένα έγγραφο εργασίας του ΔΝΤ, αποκαλύπτει ότι το 2008, η Γερμανία ήταν ο ένας από τους δύο μεγαλύτερους καθαρούς πιστωτές εντός της ευρωζώνης (μετά τη Γαλλία). Η θετική θέση της ήταν η μια πλευρά του καθρέφτη, αφού η άλλη αποτύπωνε την αρνητική θέση της Πορτογαλίας, της Ελλάδας, της Ιταλίας, και της Ισπανίας. Φυσικά, καθώς η χρηματοπιστωτική κρίση άρχισε να κλιμακώνεται το 2009, η Γερμανία έκλεισε απότομα το πορτοφόλι της. Τώρα η περιφέρεια της Ευρώπης χρειάζεται μακροπρόθεσμα δάνεια περισσότερο από ποτέ, αλλά η ενθουσιώδης προδιάθεση της Γερμανίας για επέκταση των πιστώσεων, φαίνεται πως δεν υπάρχει πια.

Και τι γίνεται με τις σταθερές συναλλαγματικές ισοτιμίες; Εξ ορισμού, το ευρώ δίνει στις χώρες που επιλέγουν να συμμετάσχουν σ’ αυτό, μια κοινή διεθνή διακύμανση, την αξιοπιστία που συνοδεύει η συμμετοχή σ’ ένα δυνητικά παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, καθώς και την πιστοληπτική ικανότητα των ισχυρότερων μελών της. Τα προαναφερθέντα ισχύουν μεν, αλλά αποτελούν παράλληλα και την πηγή του προβλήματος.

Στον πυρήνα της ευρωζώνης βρίσκεται η πεποίθηση ότι αν οι χώρες ακολουθήσουν ένα σύνολο κανόνων σχετικά με το πόσο χρέος, έλλειμμα και πληθωρισμό μπορούν να έχουν, οι οικονομίες τους θα συγκλίνουν και η ίδια συναλλαγματική ισοτιμία θα λειτουργεί θετικά για όλα τα κράτη - μέλη. Αυτό ισχύει στη θεωρία, αλλά μόνο εφόσον οι χώρες τηρούν τους κανόνες. Και παρά το γεγονός ότι η Γερμανία είναι ο συγγραφέας πολλών από αυτούς τους κανόνες, η ίδια παρουσίασε εκπληκτική έλλειψη ηγεσίας και ευθύνης όταν έπρεπε να τους τηρήσει. Όταν έσπασε το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ) το 2003, έστειλε το μήνυμα προς τις μικρότερες χώρες ότι η δημοσιονομική ασωτία θα μένει ατιμώρητη. Το αποτέλεσμα ήταν αυξημένος δημόσιος δανεισμός και αύξηση των δημοσίων δαπανών. Τα ενθουσιώδη δάνεια της Γερμανίας προς την περιφέρεια, απλά επιδείνωσαν το πρόβλημα.