Μπλόκο στις επιστροφές φόρων και προστίμων που πληρώθηκαν από τους φορολογούμενους και στη συνέχεια το… μετάνιωσαν, επιβάλει η Εφορία.
Με δύο αποφάσεις της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της ΑΑΔΕ, διατυπώνεται ένα οριστικό «όχι» σε όσους φορολογούμενους αποδέχτηκαν αρχικά τους φόρους και τα πρόστιμα που τους καταλογίστηκαν από τον φορολογικό έλεγχο, είτε οι ίδιοι δήλωσαν οικειοθελώς εισοδήματα που είχαν αποκρύψει στο παρελθόν και κατόπιν ζητούν την επιστροφή τους.
Οι συγκεκριμένοι φορολογούμενοι επικαλούνται εκ των υστέρων την παραγραφή των υποθέσεών τους, με βάση τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που εκδόθηκαν το 2017, αλλά η ΔΕΔ απαντά πως είναι αργά και ότι τα πρόστιμα είναι οριστικά.
Ειδικότερα, η ΔΕΔ με την υπ. Αριθμ. 3591/24-7-2018, απέρριψε αίτημα φορολογουμένου για επιστροφή φόρων και προστίμων συνολικού ύψους 3,2 εκατ. ευρώ που είχε καταβάλει από τον Ιούνιο του 2015 αποδεχόμενος «χωρίς καμία αμφισβήτηση τις πράξεις οριστικού διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου που εξέδωσε το Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π», κατόπιν φορολογικού ελέγχου που διενήργησε στις κινήσεις των τραπεζικών του λογαριασμών κατά τα έτη 2002-2007.
Ενώ πλήρωσε τον φόρο, ο φορολογούμενος πληροφορήθηκε το 2017, τις αποφάσεις του ΣτΕ και του Ν.Σ.Κ. με τις οποίες κρίθηκε ότι οι υποθέσεις παραγράφονται στην πενταετία (πλην ορισμένων εξαιρέσεων). Συνεπώς και οι δικές του υποθέσεις είχαν παραγραφεί με βάση τις δικαστικές αποφάσεις και εκκίνησε σειρά ενεργειών προκειμένου να λάβει πίσω τα ποσά του είχε καταβάλλει.
Στο πλαίσιο αυτό υπέβαλε στις 8/2/2018 αίτημα στο Κέντρο Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου, για επιστροφή των 3,2 εκατ. ευρώ που του καταλογίστηκαν.
Το Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π. του απάντησε στις 28-2-2018 ότι το αίτημά του απορρίπτεται επειδή:
- δεν επιτρέπεται η υποβολή αιτήματος ανάκλησης οριστικής πράξης διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος και τελών χαρτοσήμου, διότι, αίτηση θεραπείας επιτρέπεται μόνο, όταν δεν προβλέπεται ειδική διοικητική ή ενδικοφανής προσφυγή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 24 παρ.1 ν. 2690/1999, ενώ στην κρινόμενη περίπτωση μπορούσε να ασκηθεί κατ' αυτών η προβλεπόμενη στις διατάξεις κατ άρθρο 63 ν. 4174/2013 (ΚΦΔ) ενδικοφανής προσφυγή, η οποία δεν ασκήθηκε
- σύμφωνα με τον κανόνα της βεβαιότητας του φόρου, οι εκδιδόμενες πράξεις της φορολογικής αρχής, όταν καταστούν αμετάκλητες δεν υπόκεινται σε ανάκληση, παρά μόνο, εφόσον διάταξη νόμου επιτρέπει αυτό ρητώς.
- αιτήματα επιστροφής φόρων ως αχρεωστήτως καταβληθέντων, με την αιτιολογία ότι αφορούν σε παραγεγραμμένες χρήσεις με βάση την υπ' αρ. 1738/2017 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, δεν είναι βάσιμα εκ μόνου του λόγου τούτου, χωρίς ακύρωση ή τροποποίηση των καταλογιστικών πράξεων με απόφαση της Δ.Ε.Δ. ή του Δικαστηρίου, ενώ και κατά το άρθρο 272 εδ. β΄ του Αστικού Κώδικα, ό,τι καταβλήθηκε χωρίς γνώση της παραγραφής δεν αναζητείται.
Κατόπιν, στις 30-3-2018 υπέβαλε ενδικοφανή προσφυγή στη Δ.Ε.Δ., αλλά και η υπηρεσία αυτή απέρριψε το αίτημά του, για τους ίδιους λόγους, που επικαλέστηκε το ΚΕΦΟΜΕΠ.
Η άλλη υπόθεση
Λίγους μήνες νωρίτερα, τον Απρίλιο του 2018 η ΔΕΔ είχε απορρίψει και άλλο αίτημα φορολογούμενου, για επιστροφή φόρων και προστίμων, όπως είχε αποκαλύψει το Σin.
Ειδικότερα, φορολογούμενος που ανήκει στη ΔΟΥ Κορίνθου, στο πλαίσιο της ευεργετικής ρύθμισης περί οικειοθελούς αποκάλυψης, υπέβαλε αίτημα και εντάχθηκε στη ρύθμιση, προκειμένου να δηλώσει εισοδήματα του έτους 2005, τα οποία δεν είχε δηλώσει έγκαιρα.
Μετά την υποβολή της αίτησης, η εφορία του καταλόγισε στις 7 Νοεμβρίου 2017, φόρο ύψους 5.109,43 ευρώ, ώστε να κλείσει η υπόθεσή του.
Κατόπιν όμως, διαπιστώνοντας ότι με τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, και του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, καθώς από τις εγκυκλίους που εξέδωσε η ΑΑΔΕ, οι υποθέσεις του 2005 έχουν παραγραφεί, ζήτησε από την Εφορία ακύρωση του πρόσθετου φόρου.
Η ΔΟΥ Κορίνθου αρνήθηκε και ο φορολογούμενος στις 28 Δεκεμβρίου 2017 υποβάλει προσφυγή στη ΔΕΔ και ζητεί την ακύρωση του καταλογιζόμενου πρόσθετου φόρου ύψους 5.109,43 ευρώ, ισχυριζόμενος ότι εσφαλμένα βεβαιώθηκε σε βάρος του φόρος για το οικονομικό έτος 2005 καθόσον έχει υποβάλει φορολογικές δηλώσεις για όλα τα έτη και το δικαίωμα της Δ.Ο.Υ. Κορίνθου για συμπληρωματικό έλεγχο του έτους 2005 έχει υποκύψει στην πενταετή παραγραφή.
Ωστόσο η ΔΕΔ έκρινε ότι εφόσον υποβλήθηκε τροποιητική δήλωση για το έτος 2005 το 2017 στο πλαίσιο της «οικειοθελούς αποκάλυψης» των εισοδημάτων, η δήλωση αυτή δεν ανακαλείται!
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η απόφαση της ΔΕΔ: «Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος έχει ήδη υποβάλει δήλωση κατ` εφαρμογή των διατάξεων του ν.4446/2016 δύναται να υποβάλει νέα τροποποιητική (συμπληρωματική) δήλωση, χρεωστική ή μηδενική, εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, επικαλούμενος τις ευεργετικές διατάξεις του νόμου αυτού. Δεδομένου ότι με βάση τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 61 του ως άνω νόμου, όπως αυτές ερμηνεύτηκαν με την ΠΟΛ.1009/19.1.2017 εγκύκλιο, οι καταβολές που διενεργούνται δυνάμει της υπαγωγής στη ρύθμιση δεν επιστρέφονται και οι σχετικές δηλώσεις δεν ανακαλούνται είτε λόγω πραγματικής είτε λόγω νομικής πλάνης, δεν δύναται να υποβληθεί εκ των υστέρων τροποποιητική (ανακλητική) δήλωση φορολογίας με σκοπό την επιστροφή καταβληθέντος φόρου. Αντίθετα, μπορεί να υποβληθεί τροποποιητική δήλωση με σκοπό να διορθωθούν λάθη που έχουν προκύψει κατά την υποβολή προγενέστερης δήλωσης με βάση τις διατάξεις του νόμου αυτού, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα προκύπτει επιστροφή καταβληθέντος φόρου».
Στο πλαίσιο αυτό, το σκεπτικό της ΔΕΔ καταλήγει ως εξής:
«Επειδή εν προκειμένω η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε με βάση την υποβολή από τον προσφεύγοντα της με αριθ. ………/2017 τροποποιητικής δήλωσης φόρου εισοδήματος οικονομικού έτους 2005 προς τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. Κορίνθου, κάνοντας χρήση των ως άνω διατάξεων του νόμου περί οικειοθελούς αποκάλυψης φορολογητέας ύλης παρελθόντων ετών προκειμένου να τύχει των ευνοϊκών ρυθμίσεων των σχετικών διατάξεων. Σύμφωνα δε με τις ως άνω διατάξεις, η ανωτέρω δήλωσή του δεν ανακαλείται. Συνεπώς νομίμως εκδόθηκε η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή πράξη και η υπό κρίση προσφυγή πρέπει να απορριφθεί.»
Καθορίζει επίσης ότι η οριστική φορολογική υποχρέωση του υπόχρεου για το έτος 2005 είναι το καταλογιζόμενο ποσό των 5.109,43 ευρώ, που προέκυψε από την οικειοθελή δήλωση.