Οι ρυθμιστικές Αρχές των ΗΠΑ σταμάτησαν χθες μία πολιτικά ευαίσθητη πώληση του Χρηματιστηρίου του Σικάγο (CHX) σε όμιλο με επικεφαλής επενδυτές που έχουν την έδρα τους στην Κίνα, δηλώνοντας ότι η έλλειψη πληροφοριών σχετικά με τους δυνητικούς αγοραστές θέτει σε κίνδυνο τη δυνατότητα κατάλληλης εποπτείας του χρηματιστηρίου μετά από μία συμφωνία.
Η κίνηση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (Securities and Exchange Commission, SEC) θέτει τέλος σε μία διετή μάχη να εξασφαλισθεί η έγκριση για την πώληση και υπογραμμίζει το πιο εχθρικό περιβάλλον που αντιμετωπίζουν οι Κινέζοι αγοραστές με την κυβέρνηση του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ. Ο Τραμπ είχε αναφέρει τη συμφωνία για το CHX δύο φορές κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του ως παράδειγμα για το πώς θέσεις εργασίας και πλούτος φεύγουν από τις ΗΠΑ.
Τα στελέχη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ αρχικά ενέκριναν τον Αύγουστο την πώληση του χρηματιστηρίου που ανήκει σε ιδιώτες, αλλά μέσα σε λίγα λεπτά από την ανακοίνωση της απόφασης, ένας εντεταλμένος του Τραμπ την «πάγωσε» για περαιτέρω εξέταση. Αμερικανοί βουλευτές και από τα δύο κόμματα είχαν επικρίνει σφοδρά τη συμφωνία σε κοινές επιστολές τους προς τη SEC, υποστηρίζοντας ότι θα έδινε στην κινεζική κυβέρνηση πρόσβαση στις χρηματοπιστωτικές αγορές των ΗΠΑ και αμφισβητώντας την ικανότητα της SEC να ρυθμίζει και να παρακολουθεί ξένους ιδιοκτήτες.
«Ήταν μία μακρά διαμάχη και είμαι ευγνώμων που έχουμε σήμερα έναν πρόεδρο, ο οποίος αναγνωρίζει τις απειλές για την εθνική ασφάλεια από την άδεια σε μία συνδεδεμένη με την κινεζική κυβέρνηση εταιρεία να έχει την ιδιοκτησία του Χρηματιστηρίου του Σικάγο», ανέφερε σε χθεσινή δήλωσή του ο Ρεπουμπλικάνος και μέλος του Κογκρέσου Ρόμπερτ Πίτενγκερ. «Πρέπει να συνεχίσουμε να είμαστε σε εγρήγορση, με ενδελεχή εποπτεία, για να αποτρέψουμε τις εξαιρετικά συντονισμένες και στρατηγικές προσπάθειες της κομμουνιστικής κινεζικής κυβέρνησης να απειλήσουν την εθνική ασφάλειά μας με κακόβουλες επιχειρηματικές επενδύσεις», πρόσθεσε.
Το CHX είναι ένας εξειδικευμένος «παίκτης» που διαχειρίζεται μόλις το 0,5% των συναλλαγών σε αμερικανικές μετοχές. Η εξαγορά, που προτάθηκε τον Φεβρουάριο του 2016 με μία αξία ύψους 25 εκατ. δολαρίων, καθοδηγήθηκε από την Chongqing Casin Enterprise Group, μία ιδιωτική εταιρεία που επενδύει στην ανάπτυξη ακινήτων και σε χρηματοπιστωτικές συμμετοχές. Η Casin, μέσω του CHX, αρνήθηκε οποιαδήποτε σχέση με την κινεζική κυβέρνηση και δεν έχει φανεί κάποια διασύνδεσή της.
Η απόφαση της SEC σημειώνεται σε μία περίοδο αυξανόμενων εμπορικών εντάσεων μεταξύ της Κίνας και των ΗΠΑ. Η Casin, όπως μεταδίδει το ΑΜΠΕ, είχε δηλώσει ότι βλέπει προοπτικές στο Χρηματιστήριο του Σικάγο και ότι μακροχρόνιος στόχος της ήταν να διαπραγματεύονται μέσω του χρηματιστηρίου αυτού οι μετοχές κινεζικών εταιρειών στις ΗΠΑ, ενώ σχεδίαζε και τη δημιουργία ενός χρηματιστηρίου στην Κίνα με τη χρήση της τεχνολογίας του CHX. Αν η συμφωνία εγκρινόταν, θα σηματοδοτούσε την πρώτη φορά που Κινέζοι επενδυτές θα ήταν άμεσοι ιδιοκτήτες ενός αμερικανικού χρηματιστηρίου, αλλά όχι την πρώτη φορά που ένα αμερικανικό χρηματιστήριο θα είχε ξένους ιδιοκτήτες. Το γερμανικό χρηματιστήριο (Deutsche Boerse AG) αγόρασε το αμερικανικό χρηματιστήριο International Securities Exchange έναντι 2,8 δισ. δολαρίων το 2007, για να το πουλήσει στη συνέχεια στο Nasdaq Inc έναντι 1,1 δισ. δολαρίων το 2016.
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ δεν ανέφερε χθες τη διασύνδεση με την Κίνα, αλλά δήλωσε ότι βρήκε πολλούς λόγους, που η συμφωνία δεν ικανοποιούσε τη νομοθεσία που διέπει την ιδιοκτησία αμερικανικών χρηματιστηρίων, οι οποίοι είναι αυστηρότεροι από τους συνήθεις κανόνες ιδιοκτησίας, λόγω του ρόλου που παίζουν τα χρηματιστήρια στην οικονομία. Κυρίως, η SEC σημείωσε ότι δεν ήταν ικανοποιημένη από την πηγή των κεφαλαίων για τη συμφωνία και ποιοι θα ήταν οι τελικοί ιδιοκτήτες της κοινοπραξίας, εγείροντας ανησυχίες ότι η δομή της συμφωνίας θα μπορούσε να επιτρέψει σε νέους, άγνωστους φορείς να αποκτήσουν μερίδια με την πάροδο το χρόνου.